Πόση ώρα θέλει για να πάρει φωτιά; Δύο, πέντε, δέκα λεπτά, σπανίως μισή ώρα. Πόσος χρόνος απαιτείται για να σβήσει; Σίγουρα πολλές ώρες μετά, Κάποτε μερικές μέρες. Εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Ο σίγουρος ένας παράγοντας προτού ξεκινήσει μια πυρκαγιά είναι η απροσεξία, η κακή πρόβλεψη, η ελλιπής προετοιμασία και, δυστυχώς πολύ πιο συχνά από όσο πιστεύουμε, η εμπρηστική πεποίθηση.
Άλλο θέμα: γιατί έχουμε τόσα πολλά τροχαία δυστυχήματα μάλιστα τα περισσότερα με τραγική κατάληξη; Από απροσεξία, κακή πρόβλεψη, ελλιπή ικανότητα και, δυστυχώς, δολοφονική συμπεριφορά.
Άλλο θέμα: γιατί δεν προβλέπουμε τα χειρότερα, ακόμη κι όταν μας έχουν προειδοποιήσει, όχι ότι ήταν κι απαραίτητο, όπως στην περίπτωση της δολοφονικής σύγκρουσης στη Νέα Φιλαδέλφεια; Για τους ίδιους πιο πάνω λόγους.
Οι διαφορές μεταξύ όσων κακών κάκιστων κατατρέχουν την καθημερινότητά μας είναι μικρές. Στην πράξη, το κράτος που φροντίζει για τα κοινά πράγματα είτε υπολειτουργεί, είτε αδιαφορεί, είτε απουσιάζει. Το κράτος ως διαχειριστής της κοινής περιουσίας, προστάτης της αμοιβαίας ασφάλειας, τιμωρός της παρανομίας βρίσκεται, κατά κανόνα, κάπου αλλού γιατί δεν το έχουμε εμείς μέσα μας, δεν συμπεριφερόμαστε ως να είμαστε εμείς οι ίδιο το κράτος. Γι αυτό κι εκείνο εμφανίζεται όταν το κακό έχει συμβεί και τρέχει πάντοτε πίσω από τα γεγονότα. Διαμαρτυρόμαστε τότε εντόνως για την κυβέρνηση, στην οποία αναγνωρίζουμε τον ύπατο ιδιοκτήτη του κράτους.
Φτάσαμε στο σημείο να κάνει το ίδιο, αν και από την ανάποδη, η ίδια η κυβέρνηση. Τρέχει πίσω από το κράτος ΤΗΣ, μήπως και αναστρέψει όσα δεν έκανε σωστά το κράτος ΤΗΣ, μήπως και απαλύνει το θυμό του ψηφοφόρου ΤΗΣ, ο οποίος όμως παραμένει, ευτυχώς για τη δημοκρατία, τελικός ιδιοκτήτης του κράτους, όπως δείχνει η ευκολία με την οποία ιδιοποιούνται οι συντοπίτες τα κοινά πράγματα του κράτους ΜΑΣ.
Με λίγα λόγια, σαν τις ρώσικες κούκλες, το ένα κράτος, εμείς οι πολίτες, αδιαφορούμε για την τήρηση του κράτους των νόμων, γνωρίζοντας ότι το άλλο κράτος, των υπαλλήλων αδιαφορεί έτσι κι αλλιώς, μέχρις ότου δεν εμφανιστεί το υπέρτατο κράτος, των κυβερνητών, για να κλείσει ο κύκλος της καταστροφικής ανοησίας.
Σίγουρα (δεν) είμαστε μια ...«ωραία κατάσταση». Δεν πρέπει να υπάρχει άλλη χώρα όπου ο καθένας, από τον απλό πολίτη, στον δημόσιο υπάλληλο και μέχρι τον υπουργό να μπορεί να αναφωνήσει το Λουδοβίκειο «L'état c'est moi» και να μη βρεθεί κανείς να τον αντικρούσει θυμίζοντας ότι μόνον η εφαρμογή του Νόμου κάνει το Κράτος. Ακόμη κι οι ίδιοι οι βουλευτές, πνιγμένοι μέσα στις δεκάδες νόμους με τα εκατοντάδες άρθρα τους που χρειάζονται χιλιάδες υπουργικές αποφάσεις και ατελείωτες εγκυκλίους, συμπεριφέρονται ως να αγνοούν ότι το κράτος αναβλύζει εκεί, στο ημικύκλιο, σάρκα εκ της σαρκός της κοινωνίας.
Η μεγάλη επαναφορά που απαιτείται για την πρόοδο των ανθρώπων γύρω μας, για την αξιοποίηση των μετρημένων διαθέσιμων πόρων και, τελικά, για την προστασία της ίδιας της χώρας είναι η επιμόρφωση, εφαρμογή και τιμωρία στη βάση των νόμων που διέπουν τα κοινά πράγματα και την καθημερινότητά μας.
Ίσως, μέχρι τότε, οι γεννημένοι πριν τον Πόλεμο (παγκόσμιο ή εμφύλιο μικρή σημασία έχει, αφού είχαμε και τους δύο σε συσκευασία ενός...) αφού τόσο συχνά δίνουν πρώτοι αυτοί το «παράδειγμα» της αδιαφορίας έναντι των νόμων, να οδηγούν τηρώντας το νόμο, ας πούμε αυτόν για τα όρια ταχύτητας, μήπως και γλιτώσουν οι πιο αδύναμοι συμπολίτες και οι σύντροφοί τους όπως τα δυστυχισμένα τρία πλάσματα που σκοτώθηκαν για να θυμόμαστε εμείς πως αν είσαι ανάπηρος και ευάλωτος έχεις περιορισμένες πιθανότητες επιβίωσης σε μια χώρα όπου το ίδιο το κράτος «νόμο δεν εκράτει».