Η πραγματική απειλή για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι το κράτος. To πραγματικό. Ούτε το «βαθύ», ούτε «της δεξιάς», ούτε το «πασοκοκρατούμενο». Το κράτος «λούνα-παρκ».
Το κράτος-τεμπέλης, του ρουσφετιού και του πλιάτσικου των φόρων. Το κράτος της γραφειοκρατίας και της ανευθυνότητας. Το κράτος που λοιδορεί τον συνεπή πολίτη και το σωστό επιχειρείν. Το κράτος της χαμηλής και καθημερινής διαπλοκής.
Το πραγματικό λάθος του «επιτελικού κράτους» του κ. Μητσοτάκη είναι ότι, αυτά τα πέντε χρόνια, ενώ διαπίστωνε πως δε θα τα κατάφερνε να συνθλίψει το πραγματικό κράτος, δεν προσπάθησε να το αλλάξει.
Εύκολο δεν είναι.
Σίγουρα, κάποιες φορές, σε ορισμένους τομείς, ο πρωθυπουργός επέλεξε να συγκρουστεί με τον χειρότερο κρατικό μηχανισμό ολόκληρης της Ευρώπης. Όπου το έκανε είχε αποτελέσματα.
Το έκανε με συγκριτικά εντυπωσιακή επιτυχία εκεί που πρακτικώς δεν υπήρχε κράτος: στα ηλεκτρονικά αρχεία και την απρόσωπη συναλλαγή.
Δεν είναι όμως σίγουρο ότι, ακόμη και εκεί, η «νίκη» είναι ουσιαστική και οριστική. Τώρα που πρέπει το ηλεκτρονικό κράτος να συζευχθεί και να ενσωματώσει το πραγματικό, εκλύεται δυσοσμία και αδιαφορία.
Συχνότερα όμως αγνόησε το πραγματικό γεγονός, ότι με το κράτος «λούνα παρκ» δε συμβιβάζεσαι, αλλά συγκρούεσαι. Δεν το χρηματοδοτείς χωρίς στόχους, έλεγχο και ποινές αθέτησης.
Η δύσκολη πλευρά της αλλαγής αυτής είναι η τιμωρία. Κανείς, πρακτικώς ποτέ, δεν τιμωρείται όταν το κράτος δε λειτουργεί. Το κράτος, τόσο τιμωρητικό για τους άλλους, παραμένει αόρατο όταν οι ευθύνες είναι δικές του.
Όλες οι ευθύνες καταλήγουν στους πολιτικούς προϊσταμένους: υπουργοί και άλλοι ακόλουθοι. Όταν η οργή και το μίσος των πολιτών, περισσεύει δυσανασχετούν ή δείχνουν αλλού.
Καλά να πάθουν. Ας μην εμφανίζονται, στις καλές ημέρες, ως χορηγοί και διασώστες, ως μικροί-θεοί στο προσκέφαλο των πολιτών.
Δεν μπορεί να είναι καλός ο υπουργός επειδή μια πυρκαγιά έσβησε στα «16 πρώτα λεφτά», αλλά να είναι άμοιρος ευθυνών όταν καίγεται το δάσος που είχε απομείνει.
Κάποια στιγμή, οφείλει ο πρωθυπουργός να παραδεχτεί ότι το κράτος αυτό δεν μπορεί «να γίνεται κάθε χρόνο λίγο καλύτερο». Πρέπει να αλλάξει συθέμελα. Αυτή την εντολή έλαβε, σε αυτήν πρέπει να ανταποκριθεί.
Χρόνος υπάρχει.
Ορθώς, μετά τις ευρωεκλογές όμως, ο κ. Μητσοτάκης ρίχνει το βάρος της κυβέρνησής του στην ατζέντα της καθημερινότητας. Στο μεταξύ όμως, η καθημερινότητα γίνεται, από τη μια στιγμή στην επόμενη, εφιαλτική.
Κανείς δε δίνει ιδιαίτερη σημασία στις κραυγές των αντιπολιτεύσεων. Ούτε καν όσες και όσοι τις ψηφίζουν στις διάφορες κάλπες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι μόνος αλλά παραμένει ισχυρός. Φροντίζει με επιμέλεια και ορθότητα τη δημοσιονομική ασφάλεια, την αμυντική ενίσχυση, τη διπλωματική υπεροχή.
Πρέπει όμως να σταματήσει να δίνει τόση σημασία στις επικοινωνιακές περιπέτειες που κατακλύζουν τα μίντια, τα αναρχοσόσιαλ και τα επαγγελματικά εξίσου. Άλλη είναι η δουλειά του.
Είναι σίγουρο ότι ο ίδιος, πιθανότατα, ούτε που θα θυμάται την ατμόσφαιρα ενός ωραίου και ασφαλούς χώρου χαλάρωσης, παιχνιδιών και διασκέδασης. Ο κανονικός άνθρωπος όμως θέλει να νοιώθει ότι η ζωή των παιδιών του δεν παίζεται σε κάθε «μπαλαρίνα» που εκμεταλλεύεται ο πρώτος εγκληματικά ασυνείδητος «επιχειρηματίας» της χαλαρής καθημερινότητας