Κυβερνητική βουλιμία

Χρειάστηκε ένα σαββατοκύριακο και μερικές θεμελιώδεις «γκάφες» της κυβέρνησης για να επανεμφανιστεί η εγγενής βουλιμία σε βάρος του δημοσίου χρήματος. Με αποτέλεσμα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, επικουρούμενος από τον νέο υπουργό Οικονομικών, να σπεύσει να «σβήσει» την πυρά που άναψε το ασίγαστο πάθος των πολιτικών, όλων των πτερύγων, στη διανομή του δικού μας χρήματος, δηλαδή των εργαζομένων και επιχειρηματιών του παραγωγικού τομέα.

Η αφορμή δόθηκε με την καλά προπαρασκευασμένη μείωση μέρους των πιστώσεων του υπουργείου Άμυνας. Καλά εννοώντας ότι, εδώ και κάποιον καιρό, ανακατατάξεις μονάδων και ανθρώπινου δυναμικού έδειξαν ότι ο συγκεκριμένος πολύ κρίσιμος τομέας στον πυρήνα του κράτους, δαπανούσε περισσότερα από όσα απαιτεί η σωστή οργάνωση της άμυνας.

Περιέργως, το ίδιο αυτό υπουργείο, με τη σύμφωνη γνώμη του πρωθυπουργού δεν μας έδειξε τον λογαριασμό για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ξοδεύαμε περισσότερα από όσα χρειαζόταν.

Ούτε εμφάνισε κάποιο σχέδιο για το όφελος που θα προέκυπτε από τον εξορθολιγισμό της σχετικής δαπάνης και την ως εκ τούτου εξοικονόμηση πόρων.

Βρήκε όμως τον τρόπο να χρησιμοποιήσει το εξοικονομηθέν χρήμα, προφανώς για καλό σκοπό. Να ενισχύσει δηλαδή τις αμοιβές των ανθρώπων που κρατούν στα χέρια τους την άμυνα του τόπου. Λογικό. Αλλά κακώς προετοιμασμένο.

Έσπευσαν, ο ένας μετά τον άλλον, παράγοντες της πλειοψηφίας να υπενθυμίσουν ότι παρόμοιες «αυξήσεις» τις οφείλει το κράτος προς όλους τους ένστολους. Όλοι έχουν ανάγκες, όλοι προσφέρουν, όλοι πρέπει να είναι ευχαριστημένοι, όλοι κάνουν την ίδια δουλειά και (οι περισσότεροι) μας ψηφίζουν, σκέφτηκαν πολιτευτές, βουλευτές και υπουργοί της κυβέρνησης. Λογικό να προστρέξουν οι συνδικαλιστές του κλάδου υπενθυμίζοντας πως υπάρχει και το ενιαίο μισθολόγιο.

Η κυβέρνηση είχε ήδη κάνει κι άλλο λάθος. Προπαγάνδισε πρόωρα τη ρήτρα διαφυγής που προετοιμάζει η πελαγωμένη Ευρωπαϊκή Ένωση ως προς κάποιο μέρος των σημερινών και μελλοντικών αμυντικών/στρατιωτικών δαπανών. Ρήτρα που θα αλλάξει τον τρόπο υπολογισμού των ελλειμμάτων που έχει υιοθετήσει η Ένωση στα πλαίσια της αμοιβαίας δημοσιονομικής πειθαρχίας. Δεν μπήκε καν στον κόπο η κυβέρνηση να εξηγήσει πως αν δημιουργηθούν περιθώρια, αυτά θα είναι μόνον λογιστικά και όχι πραγματικά, αφού κάθε δαπάνη τελικά πληρώνεται, είτε με φόρους, είτε με νέα δάνεια.

Με αποτέλεσμα, η επικεφαλής της «Πλεύσης» (προς την καταστροφή) να δει... αίμα και να ανακινήσει πάραυτα μια από τις πολλές ανευθυνότητες που κάνουν καριέρα στα socials και στη ρωσόφιλη «δεξιά»: να μην αποπληρώνουμε τμήματα του πάντοτε δυσθεώρητου κρατικού χρέους, αλλά να αυξήσουμε τις κρατικές δαπάνες.

Είναι αλήθεια ότι έχουμε ξεπληρώσει και το (ακριβό) χρέος προς το ΔΝΤ και τα 4/10 των αρχικών δανείων διάσωσης της Ελλάδας (GLF). Αν μάλιστα γνώριζαν πόσα γλιτώνουμε με αυτές τις κινήσεις, είμαι βέβαιος πως θα ζητούσαν να τα μοιράσουμε κι αυτά σε διάφορες «ανάγκες», δηλαδή σε πρόσθετες κρατικές δαπάνες.

Η κυβέρνηση έχει, εδώ και καιρό, κάνει ένα εξίσου μεγάλο λάθος, το οποίο πρώτος το είχε λανσάρει ο υπεύθυνος «μνημονιακός» υπουργός Οικονομικών του κ. Τσίπρα μετά το 2016-17. Αλλά και η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνέχισε να μιλά, κάθε χρόνο, για υπερπλεονάσματα αλλά και για την εξ αυτών δημιουργία δημοσιονομικού «χώρου». Προφανώς, για ακόμη περισσότερες ειδικές παροχές. Αντί να λένε ότι η μόνη υγιής και ορθολογική χρήση του «χώρου» είναι η μείωση μνημονιακών φόρων και, βεβαίως, του χρέους.

Βάλτε τώρα το ένα με το άλλο τα κομμάτια του παζλ και θα έχετε σημαντικό μέρος της εικόνας που ζωγραφίζεται για την πρόωρη προετοιμασία των κρίσιμων εκλογών που έχουμε μπροστά μας.

Ο πρωθυπουργός οφείλει να ξεκαθαρίσει, με πράξεις, τι πρόκειται να κάνει. Όσο σημαντικές κι αν είναι οι προδιαγραφόμενες παροχές του κράτους, ειδικά για τον καθένα από εκείνους που περιμένουν άμεση βελτίωση των οικονομικών τους, η προτεραιότητα βρίσκεται στη μείωση των φόρων, ειδικά εκείνων που επιβαρύνουν τη μισθωτή εργασία και την επιχειρηματικότητα. Όλα τα άλλα έπονται.

Είναι άλλωστε ο μόνος στόχος, εφόσον κατοχυρωθεί πρακτικά, που και θα κατευνάσει τη βουλιμία των κυβερνητικών και θα υποχρεώσει σε, έστω στενάχωρη, σιωπή τους παμφάγους αντικυβερνητικούς πολιτευτές.