«Ανω σχώμεν τα καρδίας» λέει ο ιερέας και το ποίμνιο κοιτά τον Ουρανό με ελπίδα. Κάπως έτσι νοιώσαμε μαθαίνοντας ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος πρότεινε στον πρωθυπουργό Μητσοτάκη να δώσει η Εκκλησία της Ελλάδος «ακίνητα για την κατασκευή διαμερισμάτων κοινωνικής κατοικίας και φοιτητικών εστιών».
Η αμεριμνησία με την οποία αντιμετωπίζει η Πολιτεία το επείγον θέμα της προσιτής στέγασης, ιδιαιτέρως στις μεγάλες πόλεις της χώρας, οδηγεί πάμπολλους συμπολίτες να ανακρούουν τις οιμωγές τους με την κραυγή «ο Θεός να βάλει το χέρι του».
Εδώ και αρκετά χρόνια επιμένω ότι το κράτος πρέπει να αναπτύξει σοβαρά και θαρραλέα πολεοδομικά σχέδια για την παραγωγή οργανωμένης στέγης. Κι όταν λέμε κράτος, εννοούμε κυρίως του Δήμους. Αλλά και οι Περιφέρειες πρέπει να σκεφτούν πως η ανάπλαση μεγάλων περιοχών, όπως αυτή που επιτέλους προχωρά στον Βοτανικό, είναι απαραίτητη για να έχομε εξομάλυνση τιμών στην αγορά ακινήτων.
Προφανώς και τη διασφάλιση περιβάλλοντος ομαλής εξέλιξης των τιμών. Το 2008 ο δείκτης τιμών διαμερισμάτων χτύπησε κορυφή. Επί μια δεκαετία μειωνόταν συνεχώς, και η πτώση είχε φθάσει στο 60% το 2017. Από εκεί ξανάρχισε η άνοδος μέχρι πέρυσι που έφθασε και ξεπέρασε το προ κρίσης επίπεδο.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η διαθεσιμότητα κενών διαμερισμάτων. Ειδικά διαμερίσματα γύρω στα 90-100 τετραγωνικά μέτρα, τα οποία ζητούν κατά προτίμηση νοικοκυριά νεότερης ηλικίας. Και δεν είναι μόνον η ζητούμενη τιμή, ιδίως όταν πρόκειται για ενοικίαση.
Η κατάσταση αυτή δεν συνηγορεί στην πολιτική που υποστηρίζουν οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες με το «Σπίτι μου». Το να ρίχνει κανείς «φθηνό χρήμα» σε μια αγορά με μικρή προσφορά και μεγάλη ζήτηση, οδηγεί ανυπερθέτως σε αύξηση των τιμών. Αυτό δεν χρειάζεται συζήτηση.
Ιδίως όταν υπάρχουν ήδη έξι λόγοι για τους οποίους είναι ακριβά τα ακίνητα. Πρώτον, είναι λίγα και είναι πολύ ακριβά τα νεόκτιστα. Θα είναι λιγότερα και ακριβότερα μετά την οριστική κρίση του ΣτΕ. Τα περισσότερα ζητούνται από ξένους ή εγχώριους επενδυτές ή ανθρώπους που έχουν οικονομική άνεση. Δεν μας ενδιαφέρουν όμως όταν μιλάμε για λαϊκή στέγη.
Δεύτερον, είναι ακόμη πολλοί εκείνοι που έχουν πλήρη ιδιοκτησία και άρα, οι περισσότεροι εξ αυτών, δεν επηρεάζονται από τις υψηλές τιμές, τουλάχιστον όσο αυτές δεν μεταφράζονται σε υψηλότερο ΕΝΦΙΑ και μεγαλύτερα δημοτικά τέλη.
Τρίτον, είναι πάρα πολλά τα παλαιά διαμερίσματα που κατοικούνται από μετανάστες, ειδικά στο κέντρο ή κοντά στις περιοχές απασχόλησής τους. Οι άνθρωποι αυτοί ευκολότερα συμβιβάζονται με ατέλειες παλαιότητας, χαμηλού ορόφου ή «κακής γειτονιάς», ενώ και η φορολογική διαφάνεια είναι μάλλον σπάνια, ενώ πολύ συχνά εγγράφονται ως «κενά» για τα μάτια της ΑΑΔΕ.
Τέταρτον -αλλά πολύ σπουδαίο- οι νεότεροι άνθρωποι που θέλουν, δικαίως, να αποκτήσουν την ανεξαρτησία τους, όσοι τουλάχιστον είναι διατεθειμένοι να μείνουν στις γειτονιές που εγκατέλειψαν οι γονείς τους ή και οι παππούδες τους, αφήνουν «πίσω τους», πολλά ανεκμετάλλευτα τετραγωνικά. Που σημαίνει ότι το διαθέσιμο στοκ κατοικίας μειώνεται.
Πέμπτον και πολυσυζητημένο, οι επενδύσεις που έγιναν, κυρίως από κατόχους golden visa, οι οποίοι αξιοποίησαν χιλιάδες ακίνητα. Έκτον και συναφές τα ανανεωμένα ακίνητα προς βραχεία ενοικίαση.
Τι μπορούμε να κάνουμε απέναντι στα παραπάνω;
Να ξεκινήσει το κράτος ένα θηριώδες πρόγραμμα αξιοποίησης της υπάρχουσας περιουσίας του με κανόνες ΣΔΙΤ και, ταυτόχρονα, να κινήσει τις διαδικασίες για τρεις, τουλάχιστον, μεγάλες πολεοδομικές επεκτάσεις. Τα κεφάλαια του «Σπίτι μου» μπορούν να δαπανηθούν για την απόκτηση μεριδίων σε αυτές τις επενδύσεις.
Να απαγορεύσει τις νέες golden visas και να αυξήσει περαιτέρω τη φορολογική επιβάρυνση της βραχείας ενοικίασης, με ανάστροφη φορολογική ελάφρυνση στα εισοδήματα από ενοίκια, η οποία προφανώς, θα επεκταθεί για τα επόμενα 5-8 χρόνια σε όλα τα ενοίκια.
Να επιδοτήσει με κεφαλαιοσυσσώρευση τα στεγαστικά δάνεια με την προϋπόθεση της αδιάλειπτης εξυπηρέτησής τους, για τα επόμενα δέκα χρόνια.
Να μηδενίσει τη φορολόγηση σε όσα μισθωτήρια παρατείνονται για τα προσεχή 3+2 χρόνια, ώστε να περιορίσει τα κίνητρα των ιδιοκτητών στην αλλαγή ενοικιαστή μέσω θηριώδους αύξησης του ενοικίου.
Είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν και άλλες καλές ιδέες, αν η κυβέρνηση βρει το θάρρος να παραδεχτεί το πρόβλημα και να το συζητήσει.
Σίγουρα όμως χρειάζεται ένα σχέδιο που να πείσει τους πολίτες πως, τουλάχιστον στον ορίζοντα της πενταετίας, η κυβέρνηση βάζει μπροστά ένα κάποιο σχέδιο. Αλλιώς, αν το πρόβλημα συνεχιστεί όπως πηγαίνει τώρα, θα χρειαστεί να κάνει κάνα ευχέλαιο μπροστά στις επόμενες κάλπες.