Αν το πρόβλημα του Μητσοτάκη ήταν τα μπορδοροδοκόκκινα χαλιά με τα οποία αποφάσισε να ομορφύνει τους χώρους υποδοχής του υπουργείου «της» η αρμοδία υπουργός, τότε, ο Πρωθυπουργός θα μπορούσε να πάει διακοπές σίγουρος ότι όλα θα δουλεύουν ρολόι κατά την απουσία του.
Αν το πρόβλημα του Πρωθυπουργού είναι οι ερωτήσεις-αντιρρήσεις βουλευτών επί θεμάτων για τα οποία είχαν πάντοτε διαφορετικές απόψεις οι ίδιοι ή κοντινοί τους, από τότε που συνυπάρχουν στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, θα μπορούσε να αναθέσει τη διακυβέρνηση στους υπουργούς του.
Με τον κατάλληλο συνδυασμό των δύο παραπάνω και κάποιων άλλων που έχω κατά νου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μπορούσε να επιστρέψει στις αγαπημένες του ενασχολήσεις: τα διπλωματικά, τα εθνικά και τις εκλεκτικές συναντήσεις.
Το τελευταίο αυτό επιχείρησε μετά το «41%» κι επειδή το συνέχισε περισσότερο από όσο έπρεπε, το πλήρωσε. Η παράταξή του και αυτός προσωπικά: στις ευρωεκλογές. Ακριβά; Είναι πολύ ενωρίς για να το αποτιμήσουμε.
Αν τουλάχιστον δεν είχε εμπιστευθεί τη μακάρια αισιοδοξία του και τις κρυφές σφυγμομετρήσεις δεν θα έβαζε κανένα κατώφλι επιτυχίας. Όλα θα είχαν κυλήσει πιο ήρεμα.
Είναι λάθος η άποψη πως η κυβέρνηση έχει πολιτικό πρόβλημα. Ότι, δήθεν, διασώζεται από την αφασία και τον κάματο που έχει κατακυριεύσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Μόνη της η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε να ανάγει την απαραίτητη «στροφή στην καθημερινότητα» σε «στρατηγική στροφή» για την ικανοποίηση άλλοτε συντεχνιακών και κατά κανόνα μικρών πλην εκλογικώς κρίσιμων ομάδων του πληθυσμού.
Όμως, όπως και να το δει κανείς το πράγμα, η αλήθεια είναι σκληρή και ταπεινή: αν δεν υπήρχε ο Μητσοτάκης, στην κατάσταση που είναι το πολιτικό σύστημα, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε.
Γιατί, τελικά, υπάρχει ένα «στυλ Μητσοτάκη». Καθημερινό πρόγραμμα με συσκέψεις εντός των τειχών, μέριμνα επί λαϊκών-επικοινωνιακών θεμάτων, προσοχή στο μεγαλείο του πολιτισμού και συχνές εμφανίσεις στη διεθνή σκηνή.
Δεν θυμάμαι κάποιον άλλο, από τους πρόσφατους, προέδρους της Νέας Δημοκρατίας με αυτά τα χαρακτηριστικά. Ο Κώστας Καραμανλής ήταν χαλαρός ακόμη κι όταν έκανε περισσότερα από όσα μαθαίναμε. Ο Αντώνης Σαμαράς χειρίστηκε με προσωπική αυταπάρνηση και «hands on» τα πολύ δύσκολα που του κάθισαν.
Θυμάμαι όμως πόσο ικανός υπήρξε ο πατέρας του στον συνδυασμό των μακρόπνοων και πολύ δύσκολων αλλαγών τις οποίες χρειάστηκε να δρομολογήσει στη μόλις τριετή θητεία του 1990-1993. Στη δεκαετία που ακολούθησε όλες οι μεγάλες αλλαγές που έγιναν και επέτρεψαν την ανάκαμψη της οικονομίας, την κάμψη του πληθωρισμού και τελικά την είσοδο στην ΟΝΕ οφείλονται στην αυταπάρνηση εκείνης της κυβέρνησης και στην ευτυχή συνέχεια εκείνου του έργου με την ανάδειξη του Κώστα Σημίτη στο ΠΑΣΟΚ.
Δυστυχώς, όμως, η παρούσα συγκυρία είναι πολύ διαφορετική. Το στυλ-Μητσοτάκη είναι σε δοκιμασία.
Καλό το μικρο-μάνατζμεντ αλλά η χώρα χρειάζεται να κοιτάξει σοβαρότερα τη μακρο-οργάνωση της διακυβέρνησης.
Εκτός αν ισχύουν, έστω και κατ’ ελάχιστον, όσα συνοδεύουν τα γεύματα (με απομακρυσμένα τα τηλέφωνα) έμπειρων προσωπικοτήτων της κοινωνίας και της πολιτικής ότι όσο περισσότερο ο Πρωθυπουργός θέλει να περνούν όλα από τα χέρια του, τόσο μεγαλώνουν οι πιθανότητες να απλώνουν χέρι στη σούπα όσοι υποφέρουν από τη γνωστή ασθένεια των ελαστικών συνειδήσεων. Εννοείται πως μιλούμε για το ευαίσθητο, στο χρώμα του χρήματος, υποσυνείδητο.