Διαπίστωσα, όπως σίγουρα κι εσείς, ότι υπάρχει, συχνά, σπουδαίο όφελος, σε συχνές πληρωμές εφόσον «ξηγηθούμε μετρητά». Δεν είναι όπως παλαιότερα. Είναι ακόμη καλύτερα.
Υπέρ του καταναλωτή, φυσικά. Και χωρίς να χάνει ο έμπορος/επιχειρηματίας/επαγγελματίας. Προς Θεού!
Σας καλώ λοιπόν, όσοι δεν το κάνετε ήδη -που προφανώς είστε η αδαής μειοψηφία-, να ξεκινήσετε να «διαπραγματεύεστε» την πληρωμή, χρησιμοποιώντας μετρητά. Αγνοήστε προφανώς την έκδοση παραστατικών, τα οποία άλλωστε δε χρησιμεύουν σε τίποτε απολύτως.
Προφανώς, θα γίνουν οι απαραίτητες εξαιρέσεις στις περιπτώσεις που το κράτος δίνει μια κάποια φοροαπαλλαγή. Αλλά ως εκεί. Αν θέλει, ο υπουργός Χατζηδάκης κάτι καλύτερο, ας κάνει το πρώτο βήμα.
Εξάλλου, οι αποδείξεις, για τους περισσότερους μισθωτούς είναι απαραίτητες μέχρις όμως το ελάχιστο ποσό που αναλογεί στον καθένα. Από εκεί και πάνω, πίσω στα μετρητά.
Προφανώς, χωρίς απόδειξη. Και εξίσου προφανώς χωρίς τραπεζική κάρτα.
Το τελευταίο αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό και θέλω να σας παρακαλέσω να δώσετε ιδιαίτερη βαρύτητα.
Η εμμονή των τραπεζών να χρεώνουν εξαιρετικά υψηλές προμήθειες -και σε εμάς, τους καταναλωτές και στους εμπόρους- έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια του απαράδεκτου.
Ακόμη πιο απαράδεκτη είναι η αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζουν τα ανώτατα στελέχη των τραπεζών τα παράπονα των πελατών τους. Για τους διαμαρτυρόμενους υπουργούς δεν έχω τίποτε να πω, σίγουρα όμως τα «μπινελίκια» του κ. Σταϊκούρα δεν έφεραν το αποτέλεσμα που περιμέναμε.
Η κατά συνείδηση άρνηση να συνεχίσουμε να υπηρετούμε το κράτος, ειδικά για όσους έχουν σταθερά εισοδήματα, από μισθούς και συντάξεις, καθίσταται απαραίτητη για έναν ακόμη εξαιρετικά σημαντικό λόγο.
Το κράτος αποδεικνύεται ανίκανο να πατάξει τη φοροδιαφυγή. Υποτίθεται ότι ζήτησε από όλους εμάς να κάνουμε όλες, αν είναι δυνατόν, τις συναλλαγές μας με κάρτες, γι αυτόν το λόγο.
Από το ρεπορτάζ όμως του καλού συναδέλφου Προκόπη Χατζηνικολάου, προκύπτει πως ακόμη και μετά τον υπολογισμό του τεκμαρτού εισοδήματος ο μέσος αναλογών φόρος των κερδοφόρων επιχειρήσεων είναι γύρω «στο χιλιάρικο, άντε δύο».
Πολύ λίγο. Αν δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά του το κράτος, σε αυτόν, το κρισιμότερο τομέα που είναι η συλλογή με τρόπο ισότιμο και δίκαιο των κρατικών εσόδων γιατί να εμπιστευθούμε τη διαχείριση των πολιτικών προϊσταμένων του;
Οι 14.566 εστιάτορες, για παράδειγμα, που δήλωσαν -πάντα κατά μέσο όρο- ακαθάριστα έσοδα (τζίρο με αποδείξεις δηλαδή) 152 χιλιάδες. Προσοχή, υπάρχουν άλλοι τόσοι που δήλωσαν ζημίες!!!
Δηλαδή, για να μείνουμε στους κερδοφόρους, μόλις 15 χιλιάδες καθαρά κέρδη (10% χονδρικά).
Δήλωσαν επίσης ότι ήσαν διατεθειμένοι να πληρώσουν φόρο 3 χιλιάδων.
Αλλά με το σύστημα του τεκμαρτού για το οποίο διαμαρτυρήθηκε σύμπασα η αντιπολίτευση πλήρωσαν τελικά 4 χιλιάδες.
Η διαφορά είναι σημαντική, δε λέω. Αλλά το τελικό αποτέλεσμα είναι… για τα μάτια του κόσμου.
Θα έπρεπε κάπως να ντρέπονται όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτό το παίγνιο σε βάρος μισθωτών, των συνταξιούχων και, ειδικά των νεότερων ανθρώπων που βάζουν τις τράπεζες στη μέση.
Συνοψίζω.
Μπορούμε, σε πάμπολλες συναλλαγές, να απαιτήσουμε και να έχουμε μείωση μεταξύ 20% και 40% του λογαριασμού, που μας εμφανίζουν, εφόσον δεν καταγραφεί πουθενά η πληρωμή. Άρα μετρητά!
Τα υπόλοιπα αφήστε τα στους επιχειρηματίες και τους λογιστές τους.
Στην εποχή που ο πληθωρισμός πιέζει βαριά τα εισοδήματα των κανονικών ανθρώπων, κάθε προσπάθεια να μειωθεί το κόστος ζωής είναι επιβεβλημένη: ηθικώς, υλικώς και πρακτικώς.
Ζήτω τα μετρητά λοιπόν!