Mε τις τιμές του φυσικού αερίου να κινούνται σε τιμές πάνω από 200 ευρώ ανά Μwh(χθεσινό κλείσιμο στα 205,225), καθώς σύμφωνα με την Gazprom θα μειωθούν οι ροές από τον Νord Stream 1 στο 20% από 40% λόγω συντήρησης και έτερης τουρμπίνας, οι ευρωπαϊκές αγορές κινήθηκαν επιφυλακτικά ανοδικά, εν αναμονή και των ανακοινώσεων της FED για την επιτοκιακή της πολιτική.
Χτες βράδυ πράγματι, η FED αύξησε τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης, «τοποθετώντας» το εύρος στόχου για το βασικό επιτόκιο αναφοράς στο 2,25%-2,50%.Σε μεγάλο βαθμό, οι αγορές ανέμεναν την κίνηση αυτή, βάσει και των σχετικών αναφορών στις οποίες είχαν προβεί τα στελέχη της Fed. Σκοπός, ο έλεγχος του πληθωρισμού, που άγγιξε το 9,1% σε υψηλό 41 ετών. Όσον αφορά τον ισολογισμό της η μείωση θα επιταχυνθεί με τις μηνιαίες αγορές να περιορίζονται στα 60 δισ. δολάρια.
Η ελληνική αγορά συνεχίζει να κινείται ανοδικά όπως έχουμε περιγράψει στο άρθρο μας την προηγούμενη εβδομάδα. Η συναλλακτική δραστηριότητα εξακολουθεί να είναι υποτονική με κάτω από 50 εκατ. ευρώ ημερήσιο όγκο συναλλαγών, αναδεικνύοντας τη στάση αναμονής των επενδυτών για τα εταιρικά αποτελέσματα του α΄ εξαμήνου, αλλά και την τάση που έχει δημιουργηθεί με τις αβεβαιότητες του επόμενου διαστήματος, δημιουργίας ικανής ρευστότητας που θα διαφυλάξει τα κεκτημένα.
Σε αυτό το πλαίσιο, δεδομένων των συγκρατημένων και αναθεωρημένων προς τα κάτω προβλέψεων για το β΄ εξάμηνο του 2022, έχει ενδιαφέρον να δούμε τι έχει προεξοφλήσει η κίνηση των χρηματιστηρίων σε διεθνές επίπεδο, αλλά κυρίως η δική μας πολύπαθη αγορά και ποιες είναι οι προοπτικές για τους μεγάλους δείκτες.
Ο S&P 500 έχει απώλειες μεγαλύτερες του 18% από την αρχή του χρόνου, ο DAX στη Φραγκφούρτη τις ίδιες απώλειες, ενώ στην Ελλάδα περιορίζονται σε κάτω από 7%.
Σε διεθνές επίπεδο συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, οι αγορές προεξοφλούν τις επιθετικές, κυρίως από τη FED αυξήσεις επιτοκίων, με σκοπό την τιθάσευση του πληθωρισμού, με την ΕΚΤ να κινείται σε δεύτερο χρόνο με την πρώτη αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης, με συνέπεια και τη μείωση της εταιρικής κερδοφορίας. Ενσωματώνουν επίσης τις ανησυχίες για την υποχώρηση της αγοράς ακινήτων και βέβαια τον κίνδυνο ύφεσης, αν όχι εντός του 2022, τουλάχιστον από τις αρχές του 2023.
Πολύ περισσότερο έχουν υποχωρήσει εταιρείες με ταχεία ανάπτυξη και επιθετική πρότερη συμπεριφορά, όπως άλλωστε και τα κρυπτονομίσματα , όπου η συνολική κεφαλαιοποίησή τους, έχει υποχωρήσει άνω του 50% με πλείστα όσα να έχουν παντελώς καταρρεύσει.
Ανάλογη η συμπεριφορά και των ευρωπαϊκών αγορών, που όμως επιβαρύνθηκε κυρίως από το ενεργειακό σοκ που υφίσταται η ήπειρος, προεξοφλώντας κατά ικανό μέρος μέχρι και την πλήρη διακοπή της ροής του φυσικού αερίου, γεγονός που θα έπληττε κυρίως τις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης με τη Γερμανία να «τρέχει» να καλύψει παλιότερες «δεδομένες» καταστάσεις με μεγάλα συμβόλαια και χαμηλές τιμές με τη Ρωσία.
Σε αυτή τη φάση η Ελλάδα, αν και πολλοί οίκοι και οργανισμοί αναθεωρούν επί τα χείρω τους ισχυρούς πάντως ρυθμούς ανάπτυξης που είχαν εκτιμήσει, φαίνεται να χαίρει ακόμα της εκτίμησης των διεθνών αναλυτών. Μόλις προχτές η Μοοdy’s Analytics σε σχετική έκθεσή της προβλέπει ότι η ανάπτυξη της Ελλάδας θα ξεπεράσει τη δυναμική στην ευρωζώνη. Μέχρι το τέλος του 2022, το ΑΕΠ της χώρας αναμένεται να είναι 5% πάνω από το προ πανδημίας επίπεδό του, ενώ στην ευρωζώνη θα είναι μόνο 1,1% πάνω από αυτό.
Εκτιμά την ανάπτυξη στην Ελλάδα στο 5,7% και ότι θα έχει τον τρίτο μεγαλύτερο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης στην ευρωζώνη το 2022, μετά την Ιρλανδία και τη Μάλτα, ενσωματώνοντας στο σενάριο αυτό το γεγονός ότι δεν θα γίνουν πρόωρες εκλογές και ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα είναι συγκρίσιμα με αυτά του 2019 που αποτέλεσε την καλύτερη χρονιά όλων των εποχών για τη χώρα.
Τούτων λεχθέντων, είναι θεμιτό και επιβεβλημένο να συνυπολογίσουμε και την ενδεχόμενη θετική πλευρά των πραγμάτων. Θα μπορούσε να υπάρξει κάποια λύση στην πολεμική σύρραξη, που θα απελευθέρωνε μια θετική αλυσίδα στο ενεργειακό, στις πληθωριστικές πιέσεις και ακολούθως στα εταιρικά αποτελέσματα και στη μείωση της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής εκ μέρους των Κεντρικών Τραπεζών. Είναι ευνόητο ότι σε μια τέτοια περίπτωση, οι αγορές θα αντιδράσουν επιθετικά, ιδίως αν οι μεγάλες οικονομίες καταφέρουν να αποφύγουν το υφεσιακό αφήγημα, επαναφέροντας κεφάλαια που προς το παρόν κρατούν αποστασιοποιημένη στάση.
Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, έχουμε βάσιμες υποψίες ότι η απαξιωμένη ελληνική αγορά, θα αντιδράσει θετικά, με την εκτίναξή της να αναμένεται όταν η επενδυτική βαθμίδα το πρώτο εξάμηνο του 2023 θα είναι πια γεγονός.