Το τελευταίο διάστημα παρατηρούμε τις ΗΠΑ και τη Ρωσία να προετοιμάζονται επιχειρησιακά για αναμέτρηση. Από τη μία, ενεργοποιούνται και κινητοποιούνται επίλεκτα σώματα Αμερικανών στρατιωτών από άλλες περιοχές της Ευρώπης αλλά και τις ΗΠΑ και πηγαίνουν προς τα ανατολικά. Μάλιστα κάποιοι εξ’ αυτών που βρίσκονταν στη Γερμανία κατευθύνονται ανατολικότερα και αυτό έχει τη σημασία του, ιδιαίτερα αν ληφθούν υπόψιν οι εσωτερικές παράμετροι και ότι ο Ντόναλντ Τραμπ ήθελε να αποχωρήσουν όλα τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Γερμανία.
Βλέπουμε δηλαδή ένα είδος απάντησης των δημοκρατικών με στόχο να καταδείξουν -με το βλέμμα στραμμένο στις εκλογές του 2024- ότι ο Τραμπ είχε επικίνδυνα αφελείς απόψεις για την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους. Τώρα τα ίδια αμερικανικά στρατεύματα χρησιμοποιούνται για να ασκήσουν πίεση στη Ρωσία και να αποτρέψουν μία στρατιωτική επέμβασή της στην Ουκρανία, την οποία πολλοί στην Ουάσιγκτον παρουσιάζουν ως βέβαια. Από την άλλη και η Μόσχα πολλαπλασιάζει τις δυνάμεις της, αυτή τη φορά στη Λευκορωσία (με 30 χιλιάδες στρατιώτες), επειδή βρίσκεται εγγύτερα στο Κίεβο. Εντείνει έτσι το αίσθημα περικύκλωσης της Ουκρανίας.
Η ουσία, ωστόσο, είναι πως η Ρωσία θέλει να αναθεωρήσει το στάτους κβο, όπως δημιουργήθηκε μεταψυχροπολεμικά σε περιοχές ειδικού έως και ζωτικού ενδιαφέροντος για εκείνη, όπως είναι ο μετασοβιετικός χώρος. Οι Αμερικανοί και οι άλλοι δυτικοί αντιδρούν σε αυτές τις ρωσικές προσπάθειες και παράλληλα εκ των πραγμάτων έχει ανοίξει η συζήτηση για το ποια θα είναι η νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη.
Αυτό το παιχνίδι μέχρι πρότινος παιζόταν χωρίς την Ευρώπη. Πλέον φαίνεται ότι οι Ευρωπαίοι αναλαμβάνουν δράση για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος λόγος για να δείξουν σε Αμερικανούς και Ρώσους πως θα πρέπει να τους λαμβάνουν υπόψη τους και ότι κακώς τους άφησαν εκτός διαβουλεύσεων. Στους μεν Αμερικανούς να δείξουν ότι κακώς έγινε αυτό, διότι το μέτωπο που διαμορφώνεται απέναντι στη Ρωσία δεν είναι ενιαίο. Θέλουν ταυτόχρονα να δείξουν και στη Μόσχα πώς κάνει λάθος να τους αφήνει εκτός νυμφώνος, καθώς οι Ευρωπαίοι είναι πιο ήπιοι στην προσέγγιση τους από ότι είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Μεγάλη Βρετανία.
Με αυτό τον τρόπο η ΕΕ θέλει να φανεί πως λειτουργεί ως δύναμη ευθύνης, ειρήνης και σταθερότητας. Αυτό φαίνεται για παράδειγμα από την Γαλλία, που ως προεδρεύουσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο πρόεδρος της, Μακρόν, συνομιλεί τακτικά με τον Πούτιν, θα τον συναντήσει, όπως και τον Ζελέζνι την ερχόμενη εβδομάδα, ενώ ο καγκελάριος της Γερμανίας, Σολτς, ετοιμάζεται να επισκεφθεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ουκρανία και τη Ρωσία.
Η ΕΕ θέλει να επανακάμψει στο διεθνές σύστημα κι από εκεί που δεν της έδιναν κάποιο ρόλο οι Αμερικανοί, να δηλώσει παρούσα, με έναν εποικοδομητικό τρόπο και προς τις δύο πλευρές. Κοιτάζοντας βέβαια και προς το ευρωπαϊκό ακροατήριο, στην Ευρώπη θέλουν να φανεί πως αντιμετωπίζουν την κρίση με μεγαλύτερη σοβαρότητα από όλους.
Υπάρχει ασφαλώς η διάσταση, ότι αν αυτή η κρίση εξελιχθεί με δυσμενή τρόπο και κλιμακωθεί, οι ευρωπαϊκές χώρες είναι εκείνες που θα υποστoύν το μεγαλύτερο κακό, καθώς έχει πολλά επίπεδα διασύνδεσης, από το οικονομικό μέχρι και το ενεργειακό πεδίο. Οπότε, το ρίσκο είναι σίγουρα πολύ μεγαλύτερο για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Μεγάλη Βρετανία, ειδικά αν οι πρώτες αναγκαστούν να επιβάλλουν κυρώσεις το επόμενο χρονικό διάστημα.
* O Kωνσταντίνος Φίλης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδας και αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1