Οι αντιφάσεις συνόδευαν πάντα την πορεία του. Στις καλές και τις κακές στιγμές. Στα όνειρα και στα οράματά του. Στις «προφητείες» του, θα έλεγε κάποιος. Καθώς αυτές, ακόμη και για ένα ταλαντούχο παιδί που έμαθε κυρίως στη σκληρή δουλειά και όχι στην αύρα, ήταν πάντα κάτι βασικό στην εβραϊκή θρησκεία.
Για τον Όντεντ Κάτας σημασία είχε πάντα να εκπληρώνει τις προσδοκίες. Είτε τις έθετε ο ίδιος είτε οι άλλοι για εκείνον. Είτε τον αφορούσαν πάνω σε παρκέ με φανέλα και σορτσάκι είτε, πλέον, στην άκρη ενός πάγκου με ένα καλοσιδερωμένο κοστούμι. Ο νέος προπονητής της ομάδας μπάσκετ του Παναθηναϊκού έμαθε να ζει με αυτές. Κυρίως, έμαθε να τις αντιμετωπίζει...
Ήταν Ιούλιος του 1999, όταν ο τότε σταρ του ισραηλινού μπάσκετ έφτανε στην Ελλάδα. Ο ηγέτης της Μακάμπι Τελ Αβίβ, της «ομάδας του λαού», άφησε το θρυλικό «Γιάντ Ελιάου», δίπλα στο οποίο μεγάλωσε, για να φορέσει την πράσινη φανέλα. Οι κακές γλώσσες της εποχής έλεγαν πως ο τότε προπονητής, Ζέλικο Ομπράντοβιτς, δεν ήταν ιδιαιτέρως σύμφωνος... Η παρουσία του Ντέγιαν Μποντίρογκα είχε καλύψει τη θέση του ηγέτη και το παρασκήνιο ανέφερε πως ο Κάτας ήταν «μετεγγραφή του Παύλου Γιαννακόπουλου».
Ο Ομπράντοβιτς, ωστόσο, εκτίμησε ότι ο Ισραηλινός αποδέχθηκε έναν συμπληρωματικό ρόλο και ερχόταν από τον πάγκο. Οι δυο τους βρήκαν κοινό κώδικα επικοινωνίας. Κι επειδή (και) ο Κάτας ήταν μαθημένος στα δύσκολα, το επιβεβαίωσε στον τελικό της Ευρωλίγκας του 2000. Το βράδυ της 20ης Απριλίου, στο κατάμεστο κλειστό της Πυλαίας, ο Ισραηλινός βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Απέναντι του ήταν η ομάδα της καρδιάς του. Ένα ολόκληρο γήπεδο τον αποθέωνε. Οι οπαδοί του Παναθηναϊκού τον χειροκροτούσαν διότι με τους 17 πόντους – και ένα καθοριστικό τρίποντο που «έγραψε» το 63-57 και «καθάρισε» το ματς – οδηγούσε τους «πράσινους» στον δεύτερο ευρωπαϊκό τίτλο. Οι (παντοτινοί) «υπήκοοί» του της Μακάμπι, αν και τους «πλήγωνε», τραγουδούσαν το όνομα του δικούς του παιδιού, του «τσαόβ» (του «κίτρινου»)!
Το τέλος του τελικού τον βρήκε με δάκρυα στα μάτια, στην αγκαλιά της επίσης δακρυσμένης και περήφανης μητέρας του. Η ηγετική παρουσία του στον τελικό τον έκανε αμέσως αγαπημένο παιδί του Παύλου Γιαννακόπουλο. Προφανώς θα είπε κάτι σαν «χαλάλι τα 2,6 εκατομμύρια δολάρια» για το διετές συμβόλαιό του. Ο Κάτας αποθεώθηκε και όταν επέστρεψε στο Ισραήλ για το καλοκαίρι, έχοντας πολλά όνειρα για τη συνέχεια στην Αθήνα.
Στην προετοιμασία στη Ρόγκλα, όμως, αισθανόταν ενοχλήσεις στο γόνατο. Η αρχική διάγνωση, μετά την επέμβαση, έκανε λόγο για απουσία τριών μηνών. Μονάχα που ο Κάτας δεν ξανάπαιξε ποτέ... Υπέστη μία μόλυνση από την πρώτη εγχείρηση, υποβλήθηκε σε άλλες τέσσερις και το 2001, σε ηλικία μόλις 27 ετών, αποσύρθηκε από το μπάσκετ.
Η σχέση του με τον Παναθηναϊκό, όμως, έφτασε ως τις δικογραφίες. Διεκδίκησε δικαστικά το υπόλοιπο του συμβολαίου του. Αυτό, όμως, λίγο άλλαξε τις εκατέρωθεν απόψεις. Ο Κάτας έγινε στη συνέχεια κουμπάρος με τον άλλοτε συμπαίκτη του στο «τριφύλλι», Γιώργο Καλαϊτζή και σε συνέντευξή του είχε «προαναγγείλει» πως «βλέπω στο μέλλον τον εαυτό μου ως κόουτς του Παναθηναϊκού, γιατί νιώθω μεγάλο μέρος του».
Άρχισε την προπονητική το 2004 στη Χάποελ Γκαλίλ Ελιόν, ανέλαβε για μία σεζόν την αγαπημένη του Μακάμπι το 2007 και το 2010, με την Χάποελ Γκλμπόα, της στέρησε τον («μόνιμο») τίτλο της! Κοουτσάρισε τις Χάποελ Εϊλάτ, Χάποελ Τελ Αβίβ, Χάποελ Ιερουσαλήμ και την Εθνική Ισραήλ, πριν η «προφητεία» του τον φέρει και πάλι στον Παναθηναϊκό (έχασε με 100-74 στο ντεμπούτο του από την Φενέρμπαχτσε). Ευελπιστώντας τούτη τη φορά αυτό να κρατήσει περισσότερο. Επιθυμώντας, εκτός από «τσαόβ», να γίνει και (ξανά) «πράσινος».