Την αστυνομία του 21ου αιώνα εξήγγειλε τέλη Ιανουαρίου ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, παρουσιάζοντας το νέο εθνικό σχέδιο διαχείρισης των δημοσίων Υπαίθριων Συναθροίσεων. Ωστόσο τα επιτελικά σχέδια όταν αφορούν τη διαχείριση ανθρώπινων συνόλων, δεν γίνεται σε συνθήκες εργαστηρίου, και το αποτέλεσμα δεν είναι μαθηματικώς προσδιορισμένο.
Λαμβάνει χώραν στο ανήσυχο πεδίο του δρόμου, εκεί όπου παρεμβάλλονται παράγοντες, όπως το αντικείμενο της διαδήλωσης: εάν αυτή δηλαδή είναι μια εθιμοτυπική, «μνημειακή» διαδικασία, όπως οι συγκεντρώσεις της Πρωτομαγιάς, ή ένα επίκαιρο αίτημα που φορτίζει τον συναισθηματισμό, την αποφασιστικότητα και την οργή των διαδηλωτών.
Πάντα βέβαια σε συνάρτηση με το ποιοι είναι οι διαδηλωτές, ποια αγωνιστική κουλτούρα φέρουν, ποιες «μνήμες δρόμου έχουν, πόσο «εκπαιδευμένοι» είναι και ποια η αποφασιστικότητά τους. Διαφορετικά θα διαδηλώσει το «κίνημα της γραβάτας», διαφορετικά η ΓΣΣΕ και εντελώς διαφορετικά αυτοί που «γεννήθηκαν «17 Νοέμβρη».
Ωστόσο βασική παράμετρος τη διαχείρισης είναι η εκπαίδευση των αστυνομικών, ώστε να αντιμετωπίζουν καταστάσεις χωρίς να τις επιβαρύνουν. Και σε αυτό τον στόχο θα πρέπει να κινηθεί τάχιστα το υπουργείο. Ο υπερβάλλων ζήλος , ο τσαμπουκάς, η έναρξη βεντέτας (επειδή τα πρόσωπα των αντιπάλων γίνονται γνωστά μεταξύ τους από τη πολλή συνάφεια στους δρόμους), αποτελούν ένδειξη ελλιπούς επαγγελματισμού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε αιχμή της αντιπολιτευτικής του πολιτικής τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης. Όλα τα στελέχη του επιδόθηκαν μετ΄ αποτροπιασμού, σε λάβρες δηλώσεις περί κρεσέντου αστυνομοκρατίας. Παράλληλα ζήτησε την αποπομπή του Χρυσοχοΐδη και του αρχηγού της ΕΛΑΣ. Για τον τελευταίο είναι η πρώτη φορά, για τον Χρυσοχοΐδη το έχει ξανακάνει, όπως και για καμιά εικοσαριά άλλους υπουργούς.
Ο Α. Τσίπρας κατέθεσε επίκαιρη ερώτηση προς τον Πρωθυπουργό για «πογκρόμ βίας και αυταρχισμού σε οικογένειες και νέους ανθρώπους».
Καλώς έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, δουλειά του είναι, και κρίνεται γι’ αυτή, για τον τρόπο που ασκεί αντιπολίτευση. Όσο για το ποιοι ήταν οι χθεσινοί πολίτες και τι έκαναν πριν από το επεισόδιο που κατέγραψαν τα βίντεο των ιδιωτών, θα τα βρει η δικαιοσύνη. Ή θα ακουστούν κατά τη συζήτηση στη Βουλή - απάντηση που πάντως δεν όφειλε να δώσει ο Κυρανάκης από τα τηλεπαράθυρα.
Ωστόσο ο πολίτης δικαιούται να είναι ειρωνικός για την συριζαίικη αγανάκτηση – και ο γράφων είναι - όταν σκέφτεται τα κατορθώματα κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ : Το άγριο ξύλο που έφαγαν οι συνταξιούχοι. Τις προληπτικές συλλήψεις, πρώτη φορά τόσες πολλές και τόσο συστηματικές. Το όργιο βίας, το απάνθρωπο τσάκισμα που έκαναν στο Πισοδέρι, κατά τη διαμαρτυρία για τις Πρέσπες, όπου τραυμάτισαν ανήλικα παιδιά, γέρους και γυναίκες.
Δε συμψηφίζουμε. Υπενθυμίζουμε. Επισημαίνουμε επίσης και την μονομερή ευαισθησία του διαδικτύου. Οι ευαίσθητοι στην αστυνομική βία (δήθεν από όπου κι αν προέρχεται), δεν είχαν τον συναισθηματισμό να ενδιαφερθούν για τους γέρους και τα παιδάκια τότε. Προφανώς ήταν «εθνίκια» (τα παιδιά), «Βουκεφάλες» και «φασίστες» οι γέροι και οι γυναίκες, και εθνικιστές όσοι προσάγονταν προληπτικώς. Άρα καλά τους έκαναν. Ουαί υμιν φαρισαίοι.
Άλλη ένσταση είναι η υπεκατάναλωση της λέξης «χούντα» από φιλοσύριζα λογαριασμούς, την οποία δεν αποθαρρύνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ου μόνον αλλά είναι «φασίστας» και όποιος δεν την αποδέχεται. Όμως η απαίτηση για ακριβή προσδιορισμό των λέξεων στην πολιτική ζωή, δεν σημαίνει παραταξιακή ένταξη. Σημαίνει γνώση ότι διαβρώνεται η δημοκρατία.
Χθες στους αντιστασιακούς δρόμους η Μιανμάρ η χούντα σκότωσε τρεις ανθρώπους, και γύρω στους εξήντα από τη μέρα που κατέβασε τα τανκς.
Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες υπάρχουν καλές και κακές κυβερνήσεις, πετυχημένες και αποτυχημένες, αυταρχικές και χαλαρές, σκληρές και ανεκτικές, δεξιές και αριστερές. Αλλά είναι κυβερνήσεις εκλεγμένες από τον λαό. Χούντες δεν υπάρχουν.
ΥΓ: Εν τω μεταξύ οι ΜΕΘ βρίσκονται σε ασφυξία αλλά χθες είχαμε τρεις πορείες στο κέντρο της Αθήνας. Δυο για την ημέρα της γυναίκας, και σε διαφορετικό χρόνο (γιατί αν δεν κάνεις πορεία εν μέσω πανδημίας, δεν βελτιώνεται η θέση της) και την ημερήσια πλέον για τον Κουφοντίνα.
Το ότι οι διαδηλώσεις για την ημέρα της γυναίκας, πέρυσι στην Ισπανία, ήταν η βασική αιτία επιπολασμού που έφερε θρήνο στη χώρα, δεν το έμαθαν μάλλον.