Η αποκλιμάκωση της έντασης που παρατηρείται σήμερα ενδέχεται να δείχνει μία διαφορετική κατεύθυνση, που μπορεί να κινείται η Ρωσία σε σχέση με ότι υποστηρίζεται στη Δύση, σε σχέση με την Ουκρανία. Κατ’ αρχάς, ένα ερώτημα που μπορεί να τεθεί είναι γιατί να θέλει η Ρωσία να κινηθεί πρώτη εις βάρος της Ουκρανίας.
Γιατί δηλαδή να κάνει κάποια κίνηση που θα την εκθέσει στα μάτια της διεθνούς κοινότητας, η οποία θα συσπειρώσει τις δυτικές δυνάμεις, που αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να συμφωνήσουν, ούτε καν σε μία κοινή γραμμή απέναντι στη Ρωσία. Μία τέτοια ενέργεια από τη Μόσχα θα θέσει σε κίνδυνο την έτσι κι αλλιώς εύθραυστη ρωσική οικονομία, καθώς οι κυρώσεις αυτή τη φορά θα είναι σκληρότερες σε σχέση με αυτές που τις επιβλήθηκαν μετά την προσάρτηση της Κριμαίας.
Επίσης θα πρέπει να δούμε τι είδους επιχείρηση θα μπορούσε να κάνει η Ρωσία στην Ουκρανία. Θα μπορούσε για παράδειγμα να προσαρτήσει τις ανατολικές επαρχίες, που έτσι κι αλλιώς, βρίσκονται ντε φάκτο υπό τον έλεγχο της και δεν υπακούν στην κεντρική κυβέρνηση του Κιέβου; Ή να κάνει μια μαζικότερη εισβολή για να φτάσει μέχρι το Κίεβο και να υψώσει εκεί την ρωσική σημαία; Θα μπορούσε να καταλάβει το σύνολο της Ουκρανίας; Στη ζυγαριά κόστους-οφέλους του Κρεμλίνου, είναι αμφίβολο κατά πόσο πολύ σημαντικό κάτι τέτοιο για τα ρωσικά συμφέροντα.
Μήπως τελικά όλη η παραφιλολογία διακινείται από κάποιους ρωσικούς κύκλους, αλλά και σίγουρα και από δυτικούς, οι οποίοι χρεώνουν στη Ρωσία προθέσεις, ενώ ταυτόχρονα καλλιεργείται από ρωσικής πλευράς το ενδεχόμενο ανάληψη δράσης για να εξυπηρετήσει άλλες σκοπιμότητες; Δεν είναι εύκολο να βρεθεί ένα τόσο μεγάλο όφελος από την Ρωσία, για τέτοιες κινήσεις, σε σχέση με το κόστος που μπορεί να υποστεί.
Η Ρωσία φαίνεται να έχει κάνει κάποιους υπολογισμένους σχεδιασμούς για να καταφέρει ουσιαστικά να ξεπαγώσει τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και με το ΝΑΤΟ, μετά την Κριμαία. Ο Πούτιν στο εσωτερικό του κατάφερε να δείξει προς τον υπόλοιπο κόσμο ότι είναι συνομιλητής, αν όχι ισότιμος τουλάχιστον υπολογίσιμος, απέναντι στους Αμερικανούς.
Ταυτόχρονα, έδειξε στην Ουκρανία αλλά και σε άλλες χώρες της περιοχής ότι δεν αστειεύεται, διότι η Δύση, πέρα από τις εκκλήσεις για αποκλιμάκωση, παραινέσεις και απειλές για τις επιβολή κυρώσεων, δεν μπορεί να κάνει επιχειρησιακά πολλά πράγματα, ώστε να αποτρέψουν κάποια κίνηση από πλευράς Ρωσίας. Δεν είναι τυχαίο ότι χθες ο Ζελέζνι δέχθηκε να συναντηθεί απευθείας με τον Πούτιν.
Εντούτοις, η Μόσχα εξακολουθεί να διατηρεί πάνω από το κεφάλι της Ουκρανίας την αίρεση, πως ανά πάσα στιγμή θα μπορεί να κινείται εναντίον της, ακόμη και με υβριδικούς τρόπους, εν γνώσει της δεύτερης ότι η δυτική βοήθεια που θα λάμβανε σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν περιορισμένη ή τέλος πάντων, όχι ικανή για να ανατρέψει τους ρωσικούς σχεδιασμούς.
Έτσι, η επόμενη κίνηση της ρωσικής ηγεσίας στη σκακιέρα αναμένεται με ενδιαφέρον. Θα αποσύρει σταδιακά μέρος των δυνάμεων που έχουν συγκεντρωθεί στα σύνορα με την Ουκρανία; Και τι θα έχει λάβει ως αντάλλαγμα για να το πράξει; Διότι αν το κάνει επειδή «μέτρησε» τις αντιδράσεις των δυτικών θα έχει υπαναχωρήσει, προκαλώντας πολύ θόρυβο για το τίποτα.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν βέβαια μπορεί να μην έχει ακόμα λάβει τις τελικές αποφάσεις του και γι’ αυτό το λόγο να αφήνει όλα τα σενάρια ανοικτά, αν και η ισχνή πιθανότητα εισβολής απορρίφθηκε μετά βδελυγμίας από τον Λαβρόφ. Η παρουσία 100.000 και πλέον στρατιωτών στα ρωσοουκρανικά σύνορα δείχνει κάτι άλλο, άρα μπορεί να μην έχει κατασταλάξει. Κάποια στιγμή στο μέλλον μπορεί να δούμε μια κίνηση αποκλιμάκωσης από πλευράς Ρωσίας με κάποια αφορμή, καθώς έχει τεθεί ως όρος από τους Δυτικούς, για να ξεκινήσει μια ευρύτερη διαπραγμάτευση.
Ο απώτερος στόχος της Μόσχας είναι άλλωστε ακριβώς αυτός. Να εκκινήσει μία συνολική διαπραγμάτευση με τους Αμερικανούς με τους καλύτερους δυνατούς όρους (τηρουμένων των αναλογιών). Οι Ρώσοι αισθάνονται ότι συνολικά οι δυτικοί δεν έχουν αφουγκραστεί τις ανησυχίες και τις ευαισθησίες τους και τους έχουν φερθεί με άκομψο τρόπο, επιβάλλοντας τις απόψεις τους, χωρίς να διαβουλευτούν μαζί τους. Μπορεί αυτή η άποψη να απορρίπτεται στην παρούσα φάση, αλλά συν τω χρόνω ενδέχεται να ωριμάσει στο μυαλό ορισμένων εκ των δυτικών, που προσεγγίζουν αλλιώς τη θέση της Ρωσίας στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας.
* O Kωνσταντίνος Φίλης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδας και αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1