Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Μια ματιά στο μονίμως κόκκινο ταμπλό του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, στους χαμηλούς τζίρους και στο ανύπαρκτο επενδυτικό ενδιαφέρον, αρκεί για να γίνει αντιληπτό ότι ο χρόνος τελειώνει τόσο για τις τράπεζες όσο και για την οικονομία. Μπορεί η κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι η αγορά θα μείνει όρθια τους επόμενους μήνες και ότι θα γίνουν τα απαραίτητα βήματα για να εφαρμοστεί ένα ρεαλιστικό, τολμηρό και αποτελεσματικό σχέδιο για την άμεση αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και την αποκλιμάκωση των πιέσεων στις τραπεζικές μετοχές;
Οι αποφάσεις των επόμενων εβδομάδων θα είναι καθοριστικές για το μέλλον του κλάδου. Η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της δεδομένης ανάγκης να αποφύγει μία τραπεζική κρίση στο δρόμο προς τις εκλογές και της επίσης δεδομένης άρνησης να συμφωνήσει σε οποιαδήποτε πρόταση του Γιάννη Στουρνάρα.
Χθες, η Τράπεζα της Ελλάδος παρουσίασε το φιλόδοξο σχέδιο μέσω του οποίου θέλει να μειώσει τα «κόκκινα» δάνεια στους τραπεζικούς ισολογισμούς σε ποσοστό κάτω του 10% σε ορίζοντα 2-3 ετών. Ένα σχέδιο που αν εφαρμοστεί και έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα αλλάζει άρδην το σκηνικό, αφού παράλληλα θα μειώσει στο 34% από 54% σήμερα. Υπενθυμίζεται ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν συμφωνήσει στην αυστηροποίηση των τριετών πλάνων μείωσης των NPEs που προβλέπουν ότι το ποσοστό θα μειωθεί κάτω από 20% στο τέλος του 2021.
Αν, λοιπόν, το σχέδιο με τη χρήση των κεφαλαίων που αντιστοιχούν στον αναβαλλόμενο φόρο κριθεί εφαρμοστέο, οι τράπεζες θα ξεφορτωθούν περίπου 42 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων και θα έχουν τη δυνατότητα μέσω της σωστής διαχείρισης να φτάσουν σε μονοψήφια ποσοστά. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος των NPEs στην Ευρώπη είναι στο 6%-7%, ωστόσο για τις τράπεζες που έχουν ανάλογο μέγεθος με τις ελληνικές διαμορφώνεται στο 9%-10%.
Στο μεταξύ, κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων 9μήνου, η διοίκηση της Eurobank εμφανίστηκε σίγουρη ότι η τράπεζα θα επιτύχει τους στόχους τους τριετούς πλάνου χωρίς καμία άλλη παρέμβαση (από ΤτΕ ή ΤΧΣ) και θα μειώσει το ποσοστό των NPEs στο 17% στο τέλος του 2021. Η διαφορά μεταξύ του 17% και μονοψήφιου ποσοστού είναι μεγάλη αν και η εκτίμηση της Eurobank δεν περιλαμβάνει κανένα σχέδιο για «bad bank».
Η Eurobank ήταν η τράπεζα της οποίας η διοίκηση εξαρχής δήλωνε με μεγάλη βεβαιότητα ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι για τα «κόκκινα» δάνεια, ακόμη και αν δεν είναι τόσο ευνοϊκές οι συνθήκες. Στα αποτελέσματα 9μήνου, μάλιστα, τονίστηκε ότι για πρώτη φορά στο γ'' τρίμηνο του 2018 το ποσοστό των NPEs υποχώρησε κάτω από το 40%, στο 39%.
Όλα αυτά δείχνουν ότι, έστω καθυστερημένα, αρχίζουμε και βλέπουμε τα πρώτα αποτελέσματα της διαχείρισης και κυρίως των πωλήσεων πακέτων δανείων, ενώ η πρωτοβουλία της ΤτΕ θα μπορούσε να δώσει μεγάλη ανάσα και να δώσει τέλος σε μία καταστροφική πορεία επτά και πλέον χρόνων.
Παρουσιάζεται, επομένως, μία χρυσή ευκαιρία να βρεθεί διέξοδος, αρκεί να μείνουν στην άκρη οι πολιτικές σκοπιμότητες και οι εγωισμοί και να συμφωνηθεί η πιο συμφέρουσα λύση για όλους. Όμως αν η κυβέρνηση δεν ενεργήσει γρήγορα και παράλληλα χαθεί το τρένο της ανάπτυξης υπάρχει ο κίνδυνος να μην γίνει τίποτα από όλα αυτά. Η ανάπτυξη είναι ο πιο σημαντικός καταλύτης για να αρχίσουν να εξυπηρετούνται δάνεια και να μην περιμένουμε καμία bad bank και καμία πώληση δανείων για να βγουν οι τράπεζες από το τέλμα. Επίσης, εκτός από την ανάγκη να ξεφορτωθούν οι τράπεζες τα «κόκκινα» δάνεια και να εξανεμιστούν οι φόβοι για νέα ανακεφαλαιοποίηση, θα πρέπει να υπάρξει και ένα σοβαρό πλαίσιο για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.
Όπως για παράδειγμα, σε ότι αφορά τα στεγαστικά δάνεια, όπου η κυβέρνηση προσπαθεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά το θέμα τουλάχιστον μέχρι τον Μάιο. Όσα πλαίσια προστασίας και να παρουσιαστούν, η αλήθεια είναι ότι στο νόμο «Κατσέλη» που παύει οριστικά στο τέλος του χρόνου έχουν «κρυφτεί» περίπου 5 δισ. ευρώ δανείων των οποίων οι κάτοχοι θεωρούνται «στρατηγικοί κακοπληρωτές». Σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες στον κόσμο υπάρχει πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, ωστόσο, διέπεται από αυστηρούς κανόνες που δεν διογκώνουν τον ηθικό κίνδυνο εις βάρος των συνεπών δανειοληπτών.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο SSM ασκεί πιέσεις για να συμφωνηθεί ένα πλαίσιο προστασία για ακίνητα με αξία χαμηλότερη των 100.000 ευρώ, μία εξέλιξη που δεν ικανοποιεί καθόλου την κυβέρνηση, η οποία επιθυμεί να δείξει ότι διατήρησε την προστασία της πρώτης κατοικίας. Καλώς ή κακώς, μέσα στο 2019 θα πρέπει να γίνει το μεγάλο ξεκαθάρισμα στα «κόκκινα» δάνεια, αλλιώς πολύ δύσκολα θα υπάρξει άλλη ευκαιρία.