Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Ο Ντόναλντ Τραμπ επιτίθεται στην Κίνα για τις εμπορικές της πρακτικές, επιτίθεται στη Γαλλία για τον φόρο 3% που επέβαλλε στους κολοσσούς του διαδικτύου, ακόμη και στην κεντρική τράπεζα της ίδιας του της χώρας, προκαλώντας πρωτοφανή νευρικότητα στις αγορές. Ο ασιατικός γίγαντας δείχνει να έχει ξυπνήσει για τα καλά και αντεπιτίθεται, προειδοποιώντας ότι θα χρησιμοποιήσει όλα του τα «όπλα», ενώ η Ευρώπη, διά στόματος Ντόναλντ Τουσκ, προειδοποιεί και αυτή με αντίποινα τις ΗΠΑ.
Αποτέλεσμα είναι η γενίκευση του εμπορικού πολέμου να αποτελεί σήμερα το πιθανότερο ενδεχόμενο και να απειλείται η παγκόσμια σταθερότητα. Την ίδια ώρα αυξάνονται οι απονενοημένες προσπάθειες των κεντρικών τραπεζιτών να εγγυηθούν τη σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας καθώς η ύφεση πλέον μοιάζει πιο πιθανή από ποτέ σε διάφορες γωνιές του πλανήτη.
Και αν σήμερα οι αναλυτές των μεγαλύτερων επενδυτικών οίκων δεν «βλέπουν» ύφεση σε ΗΠΑ και Ευρώπη, οι προβλέψεις τους αναθεωρούνται πολύ συχνά προς τα κάτω, υποδεικνύοντας ότι οι επιπτώσεις από την ανεξέλεγκτη κλιμάκωση της εμπορικής διένεξης είναι εντελώς απρόβλεπτες.
Η «ετυμηγορία» της Moody' s για την κατάσταση που επικρατεί είναι άκρως ενδεικτική του κλίματος: «Η παγκόσμια οικονομική σταθερότητα κινδυνεύει», σημειώνει ο οίκος σε ειδική έκθεση.
Οι αγορές δείχνουν να έχουν πάρει το μήνυμα και πλέον κάθε tweet του Τραμπ έχει τη δική του βαρύτητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δείκτες-καθρέφτες της παγκόσμιας οικονομίας, S&P 500 και Dow Jones, έχουν υποχωρήσει σε ποσοστό έως και άνω του 6% σχεδόν μέσα σε ένα μήνα, χάνοντας την επαφή με τα ιστορικά υψηλά του Ιουλίου όσο απομακρύνεται το ενδεχόμενο «ειρήνης» στο διεθνές εμπόριο. Την Παρασκευή 23/8 ο Dow Jones σημείωσε πτώση 2,37% και ο S&P 500 2,59% εμφανίζοντας μεταβλητότητα… αναδυόμενων αγορών.
Η Moody' s τονίζει, παράλληλα, πως η κλιμάκωση της εμπορικής διένεξης ΗΠΑ-Κίνας και η μεταστροφή των μεγαλύτερων κεντρικών τραπεζών προς πιο χαλαρή νομισματική πολιτική λαμβάνουν χώρα σε μία συγκυρία που η παγκόσμια οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμό χαμηλότερο των προσδοκιών, οι πληθωριστικές προσδοκίες είναι υποτονικές σχεδόν σε ολόκληρο τον κόσμο και τα επιτόκια παραμένουν τα πρωτοφανή επίπεδα. «Αυτή η νέα πραγματικότητα θα συνεχιστεί ενδεχομένως για τα επόμενα 3-5 χρόνια», υπογραμμίζει η Moody's και προβλέπει παγκόσμια ανάπτυξης της τάξης του 2,7% το 2019 και το 2020.
Ο οίκος δίνει 45% πιθανότητες να παραμείνουν τα πράγματα ως έχουν, χωρίς περαιτέρω κλιμάκωση αλλά ούτε και εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας, 40% πιθανότητες στο σενάριο γενίκευσης του εμπορικού πολέμου και 15% πιθανότητες στο σενάριο αποκλιμάκωσης της έντασης. Όλα αυτά βέβαια ειπώθηκαν μία ημέρα πριν το νέο επεισόδιο του εμπορικού πολέμου – το όποιο έλαβε χώρα την περασμένη Παρασκευή - με τις ΗΠΑ να αυξάνουν τους δασμούς σε 15% από 10% για κινεζικά προϊόντα ύψους 300 δις. δολαρίων και την Κίνα να απαντάει άμεσα.
Αν επικρατήσει το σενάριο που θέλει τις ΗΠΑ και την Κίνα να επιβάλλουν δασμούς στο σύνολο των μεταξύ τους εμπορικών συναλλαγών, τότε η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας θα περιοριστεί στο 1,5% το 2020 (από 2,3% το 2019) και της κινεζικής στο 5,7% (από 6,2% το 2019).
Και επειδή - όπως έχουμε πει πολλές φορές - οι δασμοί είναι φόροι, οι αυξήσεις στις τιμές θα περάσουν σε επιχειρήσεις και καταναλωτές και στις δύο πλευρές. Αποτέλεσμα θα είναι ο πληθωρισμός να ενισχυθεί κατά 0,5% στις ΗΠΑ σε διάστημα ενός έτους, αναγκάζοντας τη Fed να ξεκινήσει ένα νέο κύκλο χαλάρωσης και να εφαρμόσει μέτρα για την σταθεροποίηση των πιστωτικών συνθηκών.
Οι επενδυτές βλέπουν όλες αυτές τις εξελίξεις και… τρέχουν να κρυφτούν ξανά σε κρατικά ομόλογα και άλλα ασφαλή καταφύγια όπως ο χρυσός, με το πολύτιμο μέταλλο να καταγράφει υψηλά 76 μηνών. Πολλοί, μάλιστα, εκτιμούν ότι η μεγάλη πτώση μόλις ξεκίνησε διότι πολύ απλά τα επόμενα επεισόδια του εμπορικού πολέμου και η συνέχιση των απογοητευτικών οικονομικών στοιχείων θα προκαλέσουν κύμα ρευστοποιήσεων.
Σύμφωνα με την Capital Economics, το γεγονός ότι έχει αντιστραφεί ταυτόχρονα η καμπύλη των αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ, της Γερμανίας και της Μ. Βρετανίας δείχνει ότι επίκειται πτώση στα χρηματιστήρια. Και αυτό γιατί τα τελευταία 53 χρόνια - από το 1966 – μόνο δύο φορές οι μετοχές σημείωσαν ράλι στο 12μηνο μετά την αντιστροφή της καμπύλης, το 1989 και το 2006, όμως ακόμη και σε αυτές τις χρονιές τελικά καταγράφηκε πτώση. Επομένως οι αναλυτές του οίκου εκτιμούν ότι ο S&P 500, ο DAX και ο FTSE 100 θα ολοκληρώσουν το 2019 χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα, στις 2.500, 11.250 και 6.800 μονάδες αντίστοιχα, ήτοι με πτώση 5%-15%.