Ακόμη και το καλό σενάριο για τις τιμές στο ρεύμα είναι... κακό

Ακόμη και το καλό σενάριο για τις τιμές στο ρεύμα είναι... κακό

Τέσσερα διαφορετικά σενάρια υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην ενεργειακή αγορά για την πορεία των τιμών στο ρεύμα, ανάλογα με τη χρονική διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία και τις συνακόλουθες εξελίξεις στο φυσικό αέριο, του βασικού παράγοντα κόστους για την παραγωγή ηλεκτρισμού.

Σε κανένα από αυτά, οι τιμές δεν επανέρχονται στα προ κρίσης επίπεδα. Ούτε καν σε εκείνα προ πανδημίας, του 2019. Στο «καλό» μάλιστα σενάριο, όπου ο πόλεμος τελειώνει άμεσα, η τιμή χονδρικής του ρεύματος στην Ελλάδα υποχωρεί από τα σημερινά 280 ευρώ/ Mwh, στα 160 ευρώ. Διατηρείται δηλαδή 160% υψηλότερα από τα περσινά επίπεδα των 70 ευρώ και 130% υψηλότερα από εκείνα του 2019.

Ακόμη και αν σταματήσουν αύριο οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, οι τιμές του ρεύματος δεν πρόκειται να επιστρέψουν στα επίπεδα προ πανδημίας για λόγους που προϋπήρχαν του πολέμου, διογκώθηκαν μετά τη ρωσική εισβολή και σήμερα λειτουργούν ως ένα αυτοτροφοδοτούμενο σπιράλ ανόδου.

Χαμηλή προσφορά υγροποιημένου αερίου παγκοσμίως, μισογεμάτες ευρωπαϊκές αποθήκες, στρεβλώσεις στο ευρωπαϊκό μοντέλο της ενεργειακής αγοράς, συνιστούν ένα φαύλο κύκλο, τροφοδοτώντας μια χιονοστιβάδα τιμών, με την αγορά σε «πολεμικό συναγερμό» προκειμένου να αντιμετωπίσει τυχόν διακοπή των ροών ρωσικού αερίου, αν οι ευρωπαϊκές εταιρείες αρνηθούν να υποκύψουν στον εκβιασμό Πούτιν για πληρωμές σε ρούβλια.

Το πρόβλημα είναι ότι κάθε σχεδιασμός γίνεται με γνώμονα ότι οι τιμές δεν θα υποχωρήσουν, αντίθετα το πιθανότερο είναι να επεκταθούν και σε άλλα αγαθά και υπηρεσίες, μεγεθύνοντας τη συσσωρευμένη κόπωση των καταναλωτών και τη μακροχρόνια υποχώρηση του βιοτικού τους επιπέδου, εκεί δηλαδή ακριβώς που ποντάρει και το καθεστώς του Κρεμλίνου.

Χαρακτηριστικό είναι ότι στην ελληνική αγορά ρεύματος, οι διακανονισμοί έχουν χτυπήσει κόκκινο, έχουν αυξηθεί 30% μόνο το τελευταίο μήνα (60% από την αρχή της χρονιάς), οι μεγάλες εταιρείες κάνουν πλέον 5.000-6.000 το μήνα, γεγονός που με τη σειρά του σημαίνει για τις ίδιες λιγότερο cash flow, απαραίτητο για να πληρώσουν με ζεστό χρήμα το ρεύμα που αγοράζουν. 

Σε αυτή την ατμόσφαιρα, οι υποθέσεις εργασίας που κάνει η ενεργειακή αγορά για την πορεία των τιμών φυσικού αερίου και ρεύματος και τις συνακόλουθες δυσμενείς επιπτώσεις τους σε καταναλωτές, επιχειρήσεις και οικονομία, περιγράφουν ένα αρκετά δυσοίωνο τοπίο.

Ο πόλεμος τελειώνει άμεσα

Στο «καλό» σενάριο, όπου ο πόλεμος τελειώνει μέχρι το Πάσχα, η τιμή του φυσικού αερίου υποχωρεί από τα σημερινά επίπεδα των 110 ευρώ / Mwh και παγιώνεται στα 50-60 ευρώ / Mwh για όλο το 2022.

Διαμορφώνονται δηλαδή σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από την ιστορικά χαμηλή περυσινή τιμή των 20-30 ευρώ/ MWh. Τι σημαίνει αυτό για το ρεύμα; Υποχώρηση της τιμής χονδρικής στην ελληνική αγορά από τα σημερινά επίπεδα (283 ευρώ/ Mwh) στα 170 ευρώ/ Mwh, όταν τέτοια εποχή πέρυσι, αυτή βρισκόταν στα 60- 65 ευρώ. 

Για ένα μέσο νοικοκυριό αυτό σημαίνει ότι μόνο για ενέργεια θα πληρώνει 90 ευρώ στον μηνιαίο λογαριασμό του έναντι 140 ευρώ. Δηλαδή 360 ευρώ στο 4μηνο, χωρίς να υπολογίζονται οι επιδοτήσεις. Αν τώρα πολλαπλασιάσουμε την ετήσια κατανάλωση της χώρας (55 Twh ) με τις παραπάνω τιμές χονδρικής, προκύπτει μια ετήσια δαπάνη πάνω από 9 δισ. ευρώ έναντι 3,5 δισ προ κρίσης.

Τμήμα της επιπλέον αυτής δαπάνης θα κληθούν να καλύψουν οι επιδοτήσεις (συνυπολογίζοντας τα μέτρα Μαρτίου και Απριλίου η κυβέρνηση έχει ήδη δαπανήσει πάνω από 2,3 δισ ευρώ), όμως τα υπόλοιπα θα χρειαστεί να καλυφθούν από τους καταναλωτές. 

Παράταση πολέμου για μήνες 

Στο μεσαίο σενάριο ο πόλεμος παρατείνεται για ένα με δύο μήνες, η ασύμμετρη απειλή μεγαλώνει, το φυσικό αέριο παγιώνεται για φέτος στα 80 ευρώ / Mwh και η μέση τιμή χονδρικής στο ρεύμα για την Ελλάδα διαμορφώνεται στα 200 ευρώ / Mwh.

Ένα μέσο νοικοκυριό θα φτάσει να πληρώνει 100 -110 ευρώ το μήνα ή 400-440 ευρώ στο τετράμηνο. Το κρατικό δίχτυ προστασίας προφανώς θα χρειαστεί να ενισχυθεί. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ετήσια δαπάνη της Ελλάδας για το ρεύμα μόνο στην αγορά χονδρικής, θα μπορούσε να διαμορφωθεί και στα 11 δισ. ευρώ.

Έπεται το τρίτο και πιο κακό σενάριο, όπου ο πόλεμος συνεχίζεται επί μήνες, μαζί και η βαριά του σκιά πάνω από την ευρωπαϊκή οικονομία, με τις τιμές στο φυσικό αέριο να παραμένει στα σημερινά επίπεδα των 100 ευρώ / Mwh, γεγονός που μεταφράζεται σε 255 ευρώ χονδρικής τιμής στο ρεύμα.

Η μηνιαία δαπάνη για ένα νοικοκυριό παγιώνεται στα 130 -150 ευρώ ή 520 -600 ευρώ, χωρίς φυσικά τις επιδοτήσεις. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ετήσια πανελλαδική δαπάνη για αγορά ρεύματος, μόνο σε επίπεδο χονδρικής, θα έφτανε ακόμη και στα 14 δισ. ευρώ.

Το καταστροφικό σενάριο

Αυτό είναι το σενάριο κατά το οποίο το Κρεμλίνο αποφασίζει να διακόψει τις ροές φυσικού αερίου στην Ευρώπη και πάνω στο οποίο δουλεύουν αναγκαστικά όλες οι ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες -προφανώς και οι ελληνικές- αναζητώντας εναλλακτικές και κάνοντας Plan B και C. 

Σε αυτό το καταστροφικό σενάριο, το φυσικό αέριο εκτινάσσεται στα 200 ευρώ ή παραπάνω, γεγονός που μεταφράζεται σε τιμές χονδρεμπορικής 400-450 ευρώ στο ρεύμα. Για ένα μέσο νοικοκυριό αυτό σημαίνει θηριώδη ποσά 200-220 ευρώ το μήνα ή ακόμη και 800 ευρώ το τετράμηνο.

Σε κάθε ένα από τα παραπάνω σενάρια, αλλά ειδικά σε αυτό, το πρόβλημα συνδέεται με τη διάρκεια. Η Ελλάδα θα μπορούσε να επιβιώσει για ένα – δύο με τέτοιες τιμές, καθώς η βελτίωση των καιρικών συνθηκών μειώνει την κατανάλωση, ενώ η επιστράτευση έξτρα φορτίων LNG και η λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων σε φουλ λειτουργία, θα μπορούσαν να απορροφήσουν βραχυπρόθεσμα τους κραδασμούς.

Το ερώτημα στο οποίο κανείς δεν έχει απάντηση είναι τι θα συνέβαινε αν η Ευρώπη καλούνταν να ζήσει χωρίς ρωσικό αέριο για πολλούς μήνες, και προτού προλάβει να κλειδώσει σημαντικές παραγγελίες με χώρες παραγωγούς υγροποιημένου αερίου.

Είναι αυτονόητο ότι σε μια τέτοια περίπτωση, τα φορτία LNG θα έβγαιναν σε πλειστηριασμό και θα χρειαζόταν μια γενναία ευρωπαϊκή παρέμβαση μεγάλης κλίμακας, αφού όσο μεγάλα πακέτα στήριξης και να ανακοινώσει μια κυβέρνηση θα ήταν σταγόνα στον ωκεανό. Αν η Ελλάδα με κατανάλωση 55 Twh αντιμετωπίζει ευθεία απειλή σε περίπτωση διακοπής των ρωσικών ροών, μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα συνέβαινε σε μια χώρα μεγέθους Γερμανίας, με έξι και επτά μεγαλύτερη κατανάλωση (πάνω από 500 Twh).

Εξοικονόμηση

Η επιστράτευση του λιγνίτη, η επιτάχυνση των επενδύσεων στις ΑΠΕ, μαζί με σύνθετες και μακροπρόθεσμες πολιτικές για αποδέσμευση από το ρωσικό αέριο, όλα αυτά μένει να φανεί πόσο άμεσα μπορούν να αποδώσουν, χωρίς να απαντούν στο ερώτημα τι κάνουμε εμείς οι πολίτες. Περιμένουμε παθητικά, προσμένοντας σε νέες επιδοτήσεις στους λογαριασμούς του ρεύματος και του φυσικού αερίου ή κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, εξοικονομώντας ενέργεια και περιορίζοντας τη κατανάλωση; Το ερώτημα αυτό κάποτε προκαλούσε ειρωνικά χαμόγελα, η συζήτηση ωστόσο έχει ανοίξει για τα καλά, με πρωταγωνιστές τη Γαλλία και τη Γερμανία, όπου οι κυβερνήσεις απευθύνουν ήδη τη σχετική έκκληση στους καταναλωτές.