Του Γιώργου Φιντικάκη
Δίχως τελικά επιχειρηματική αποστολή θα ταξιδέψει ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στις ΗΠΑ την επόμενη Τρίτη προκειμένου να συναντηθεί με τον Πρόεδρο Trump.
Σε μια στιγμή που το ενδιαφέρον αμερικανικών κεφαλαίων για την Ελλάδα παραμένει υψηλό, όπως τουλάχιστον λέγεται από την ίδια την κυβέρνηση, η ελληνική αποστολή δεν θα περιλαμβάνει επιχειρηματίες.
Τα τελευταία 24ωρα, κυριολεκτικά στο παρά πέντε της επίσκεψης, κορυφαία στελέχη ελληνικών επιχειρήσεων ενημερώνονταν από το Μαξίμου να ακυρώσουν ή να μην κλείσουν εισιτήρια, καθώς η επιχειρηματική αποστολή που επρόκειτο να συνοδεύσει τον Πρωθυπουργό τελικά ακυρώθηκε.
Η ελληνική εκδοχή είναι ότι το γραφείο του αμερικανού προέδρου Donald Trump καθυστέρησε να δώσει το τελικό "οκ" για το ταξίδι, και επομένως στον ελάχιστο χρόνο που είχε απομείνει, δεν ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να προετοιμαστούν συναντήσεις επιχειρηματικής φύσεως ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Ακόμη και έτσι να είναι, άνθρωποι με εμπειρία στην προετοιμασία πρωθυπουργικών αποστολών, εκτιμούν ότι θα μπορούσε να οργανωθεί έστω μια υποτυπώδης ομάδα από 5-10 εμβληματικούς Έλληνες επιχειρηματίες που θα συνόδευαν τον Πρωθυπουργό, πολλώ δε μάλλον όταν ο υπουργός Οικονομίας Δ. Παπαδημητρίου που θα συμμετάσχει στην αποστολή, έχει επισκεφτεί τελευταίως τις ΗΠΑ, όχι μία, αλλά δύο φορές, και άρα θα μπορούσε να συντονίσει το σχετικό εγχείρημα.
Η αλήθεια είναι ότι αυτό που καίει περισσότερο την Αθήνα είναι να εξασφαλίσει τη στήριξη των ΗΠΑ για μια πιο ευέλικτη στάση του ΔΝΤ, προκειμένου να κλείσει γρήγορα η τρίτη αξιολόγηση, παρ' ότι αυτό δεν εξαρτάται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, και λιγότερο οι ελληνο-αμερικανικές επιχειρηματικές επαφές.
Δεν σημαίνει ωστόσο αυτό, ότι ο Πρωθυπουργός δεν θα ήθελε να εκμεταλλευθεί την επίσκεψη για να αναθερμάνει το αμερικανικό επενδυτικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα, αυτός άλλωστε είναι ο λόγος που θα έχει επαφές με επιχειρηματικούς κύκλους στο Σικάγο, που θα συναντηθεί με τον John Calamos, τον Ελληνοαμερικανό επενδυτή που εξαγόρασε πρόσφατα την Εθνική Ασφαλιστική, καθώς και με ομογενειακές οργανώσεις.
Εδώ και μήνες καλλιεργείται η προσδοκία ότι τα αμερικανικά κεφάλαια, έχουν βάλει για τα καλά στο στόχαστρο την Ελλάδα, και θα αρχίσουν να έρχονται, αρχικά με τη μορφή επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εν συνεχεία με τη μορφή εξαγορών ή άμεσων επενδύσεων στην πραγματική οικονομία από μακροπρόθεσμα κεφάλαια, όπως συνέβη στη περίπτωση της Exin με την Εθνική Ασφαλιστική.
Αγνοείται, ωστόσο, όπως παραδέχονται και οι συνομιλητές μας, ο χρόνος κατά τον οποίο θα δρομολογηθούν οι πρωτοβουλίες αυτές, καθώς η έλλειψη εμπιστοσύνης, και τα αμφιλεγόμενα μηνύματα που στέλνει η ταλαιπωρία όσων έχουν ήδη επενδύσει στη χώρα μας, ανατρέπουν το χρονοδιάγραμμα στο οποίο είχαν ποντάρει τόσο η κυβέρνηση για τη βελτίωση του κλίματος, όσο και αμερικανοί επενδυτές για την υλοποίηση των σχεδίων τους. Σαν αρνητικό για παράδειγμα "ηχείο" προβάλλεται η περίπτωση της Κασσιόπης στην Κέρκυρα, όπου από το 2013, οπότε και κέρδισε το διαγωνισμό μέχρι και σήμερα, η αμερικανική εταιρεία NCH Capital, δεν μπορεί να ξεκινήσει το έργο ανάπτυξης τουριστικού θερέτρου, λόγω των τοπικών αντιδράσεων.
Στην πραγματικότητα οι αμερικανοί επενδυτές θεωρούν πως πολύ λίγα πράγματα έχουν αλλάξει το τελευταίο εξάμηνο σε ότι αφορά το επενδυτικό κλίμα, ενώ βλέπουν ότι είναι γενικά στενά τα περιθώρια για να αλλάξουν στην πράξη πολλά περισσότερα σε σύντομο διάστημα. Ο κίνδυνος του Grexit έχει σαφώς φύγει από το τραπέζι από τον Ιούλιο του 2015, όταν κλείστηκε η συμφωνία, το ίδιο και το ρίσκο κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος μετά την ανακεφαλαιοποίηση. Όμως το ρίσκο υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων, ο κίνδυνος νέων πολιτικών και οικονομικών αναταράξεων και το ρίσκο της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη χώρα, δεν έχουν διαφοροποιηθεί.
Τα δείγματα γραφής που περιμένουν τα αμερικανικά, και όχι μόνο κεφάλαια, παραμένουν τα ίδια που ήταν και πριν μήνες ή χρόνια: Επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων από την Ελλάδα, διαμόρφωση ενός φιλικού προς τις επενδύσεις περιβάλλοντος με σταθερό φορολογικό καθεστώς, γρήγορη απονομή δικαιοσύνης, ελάχιστη γραφειοκρατία, και πάνω από όλα σταθερότητα η οποία τα τελευταία χρόνια αποτελεί ζητούμενο για όποιον επιλέγει την Ελλάδα για επενδύσεις.
Προς το παρόν λοιπόν οι αμερικανοί θα συνεχίσουν να βλέπουν την Ελλάδα όπως και επί διακυβέρνησης Obama: Δηλαδή κυρίως υπό το πρίσμα των γεωοπολιτικών και ενεργειακών ισορροπιών, σαν μια πλατφόρμα για την προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων στην ενέργεια, και όχι πάντως ως βασικό επενδυτικό προορισμό.
Θεωρείται βέβαιο επομένως ότι θα επαναλάβουν το ενδιαφέρον τους για τον κάθετο ελληνο-βουλγαρικό άξονα (IGB), όπως και για τον πλωτό τερματικό σταθμό φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη, όπως συχνά πυκνά κάνει στις ομιλίες του ο αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα, Geoffrey Pyatt.
Ο στρατηγικός στόχος των ΗΠΑ για απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, αλλά και οι ενεργειακές ισορροπίες στην περιοχή, δεν έχουν, ούτε και πρόκειται να αλλάξουν. Ένα χρόνο περίπου μετά την εκλογή του Donald Trump έχει γίνει σαφές ότι η προεκλογική του ρητορική, περί πιθανής προσέγγισης της Ουάσινγκτον με την Μόσχα, δεν μετουσιώθηκε σε πράξη. Οι Αμερικάνοι συνεχίζουν να βλέπουν την Ελλάδα ως "πύλη" για την προώθηση των ενεργειακών τους συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης. Την βλέπουν ως βάση για να επιχειρήσουν τα επόμενα χρόνια να σπάσουν την επικυριαρχία της Μόσχας και - γιατί όχι- να καλύψουν τις ανάγκες των γύρω χωρών, σε περίπτωση οριστικής διακοπής της ρωσικής όδευσης φυσικού αερίου από την Ουκρανία. Δεν βλέπουν ωστόσο ακόμη τη χώρα μας ως κύριο επενδυτικό προορισμό.