Τρία χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου, το προσωπικό που απαιτείται στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας (μετρό, λεωφορεία) για να καλύπτονται στοιχειωδώς οι ανάγκες του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια μιας απεργίας, δεν υπάρχει.
Κάθε φορά που έχουμε κινητοποίηση στις συγκοινωνίες, η εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου με «ελάχιστη εγγυημένη υπηρεσία», όπως ονομάζεται το μέτρο που ψηφίστηκε το 2021, απλώς δεν εφαρμόζεται, με αποτέλεσμα ακόμη μια μέρα ταλαιπωρίας για όσους μετακινούνται στην πρωτεύουσα.
Τι θα έπρεπε να έχει γίνει για να εφαρμοστεί ένας νόμος που ψηφίστηκε πριν από μια τριετία; Διοικήσεις και συνδικαλιστές ΔΕΚΟ, όπως του ΟΑΣΑ, να έχουν έρθει σε συμφωνία για το πόσα άτομα χρειάζεται η εταιρεία για να φέρνει σε πέρας το ελάχιστο συγκοινωνιακό έργο (πέραν του προσωπικού ασφαλείας). Και εφόσον δεν εξασφαλίζεται το προσωπικό, η διοίκηση της εταιρείας να προσφεύγει στην Δικαιοσύνη.
Τίποτα απ’ αυτά δεν έχει συμβεί. Αμφότεροι επικαλούνται ζητήματα ασφάλειας των μετακινήσεων για να παραχθεί το ελάχιστο συγκοινωνιακό έργο, συνήθως το 30% του κανονικού και ο νόμος είναι σαν να μην ψηφίστηκε ποτέ από την Βουλή.
Απεργίες όμως γίνονται κανονικά, παρ' ότι δεν θα έπρεπε, εφόσον δεν πληρούνται τα παραπάνω, τουλάχιστον σύμφωνα με το νόμο. Νόμους έχουμε, απλώς δεν εφαρμόζονται.
Στα χαρτιά ο νόμος για τις απεργίες, δυσκαμψία για προσλήψεις στελεχών σε ΔΕΚΟ από την αγορά, προβληματικό πλαίσιο προμηθειών, αλλά και διατήρηση συνδικαλιστικών προνομίων.
Το τοπίο των μεγάλων κοινωφελών επιχειρήσεων του Υπερταμείου που υποτίθεται ότι θα «εξυγιαίνονταν» με την ένταξη τους σε αυτό το 2018, έχει απ’ όλα. Και κυρίως συνεχίζει να γεννά «μαύρες» οικονομικές τρύπες.
Σε σημείο που η Grant Thorton, ο ανεξάρτητος ορκωτός ελεγκτής στα ΕΛΤΑ, να εκφράζει τον Δεκέμβριο την ανησυχία του για «ουσιώδη αβεβαιότητα που σχετίζεται με τη συνέχιση της δραστηριότητας» στα ταχυδρομεία, με αφορμή τα οικονομικά αποτελέσματα του 2022, τα οποία δημοσιεύθηκαν μόλις πριν ένα μήνα. Απορίας άξιο είναι τι απέγιναν τα 280 εκατ. ευρώ που διέθεσε το υπ. Οικονομικών για τη διάσωση των ταχυδρομείων το 2020…
Οι μεγάλες επιχειρήσεις δημοσίου χαρακτήρα του Υπερταμείου, πέντε και πλέον χρόνια από την ένταξη τους σε αυτό και ενώ στο μεταξύ έχουν εκπονηθεί πάμπολλα επιχειρηματικά πλάνα και στρατηγικά σχέδια, παραμένουν λίαν προβληματικές.
Είναι ένα από τα μεγάλα στοιχήματα του 2024 για τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Κωστή Χατζηδάκη, ο οποίος το 2019, όντας υπ. Ενέργειας είχε φέρει τον νόμο που απάλλαξε τη ΔΕΗ από τον «ζουρλομανδύα» των περιορισμών του Δημόσιου.
«Έως το τέλος του α’ εξαμήνου του 2024 θα υπάρξει μια νέα νομοθετική παρέμβαση για τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό των ΔΕΚΟ που είναι υπό την «ομπρέλα» του Υπερταμείου, προς την ανάπτυξη της επενδυτικής πρωτοβουλίας και της εμπορικής δυναμικής», είχε πει τον Δεκέμβριο στο 1ο Growthfund Summit του Υπερταμείου, στο φόντο και της πρόσφατης συμφωνίας με τον ESM για μεταφορά ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο Δημόσιο.
Τι αναμένεται να δούμε; Ένα μοντέλο ΔΕΗ, με ιδέες και ευέλικτες πολιτικές ώστε να μπολιαστούν με λίγο από το πνεύμα του ιδιωτικού τομέα. Να μπορεί ο μάνατζερ μιας ΔΕΚΟ να ανανεώνει τη διοικητική πυραμίδα με μεσαία και ανώτερα στελέχη από την αγορά.
Με καλύτερους μισθούς, προκηρύξεις για θέσεις ευθύνης, κλειστά συμβόλαια με στοχοθεσία, όπως συνέβη στον ΕΦΚΑ και φυσικά νέες προδιαγραφές για τους CEO. Ένας «αέρας» ιδιωτικού μάνατζμεντ να φυσήξει στον ΟΑΣΑ (ΣΤΑΣΥ, ΟΣΥ) των 7.000 ατόμων προσωπικού και στα ΕΛΤΑ των 3.600. Ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο για προμήθειες χαμηλής αξίας, όπως συνέβη στη ΔΕΗ, με διατήρηση του προσυμβατικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, αλλά πολύ λιγότερο χρονοβόρο.
Είναι εύκολο; Καθόλου. Ειδικά όταν μιλάμε για επιχειρήσεις δυσκίνητες, δεμένες με παλιές τακτικές και μεθόδους και μια σειρά από κρατικά και συνδικαλιστικά βαρίδια, που τις κρατά αγκυρωμένες, μακριά από το μοντέλο ΔΕΗ. Ούτε για αυτήν όμως ήταν αυτονόητο ότι θα απαλλαγεί από τον «ζουρλομανδύα» των περιορισμών του Δημόσιου.
Η μπάλα είναι στην πλευρά της κυβέρνησης. Η αλλαγή υποδείγματος επιβάλλεται από τα ίδια τα οικονομικά αποτελέσματα των εταιρειών. Τα ταχυδρομεία προκαλούν και πάλι ανησυχία, τα ίδια κεφάλαια είναι αρνητικά κατά 102 εκατ. ευρώ, οι ζημιές βρίσκονται στα 27,9 εκατ., ενώ οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις που φτάνουν τα 257 εκατ. ευρώ, υπερβαίνουν τη συνολική αξία των κυκλοφορούντων περιουσιακών τους στοιχείων, (219 εκατ. ευρώ). Και αποτελούν το 54% των συνολικών τους υποχρεώσεων που διαμορφώνονται τα 468 εκατ. ευρώ.
Τα τελευταία χρόνια τα ΕΛΤΑ βρίσκονται σε μια μόνιμη διαδικασία εξυγίανσης, ενώ από τον Ιούλιο του 2023 «τρέχει» το σχέδιο αναδιάρθρωσης με χρονικό ορίζοντα 18 μηνών και ολοκλήρωση αρχές του 2025. Από το σύνολο των 556 καταστημάτων, θα κλείσουν τα 145 (το 26%), συνεργασίες με ανεξάρτητους πράκτορες θα διακοπούν, ενώ θα μείνουν δύο κομβικά σημεία διανομής και διαλογής, σε Αττική και Β. Ελλάδα, αντί για έξι σήμερα.
Το κόστος προσωπικού έχει μειωθεί κατά 22%, καθώς με το πρόγραμμα εθελουσίας είχαν αποχωρήσει κοντά στα 2.000 άτομα, με κόστος 137 εκατ. ευρώ. Σε αυτή τη φάση, το υπ. Εθνικής Οικονομίας εκτιμά ότι η δυνατότητα πρόσληψης στελεχών από την αγορά θα επιταχύνει την «επάνοδο» των ταχυδρομείων.
Έχει ενδιαφέρον πάντως ότι από το 2018 όταν και εντάχθηκαν στο Υπερταμείο, έχει εξαγγελθεί πλειάδα μέτρων εξυγίανσης, ενώ για την πορεία εκτέλεσης των business plan υποτίθεται ότι θα υποβάλλονταν εξαμηνιαία και ετήσια πακέτα αναφορών, θα υιοθετούνταν συστήματα διαχείρισης κινδύνων, στοχοθεσίες, κλπ.
Στα αποτελέσματα για το 2022 του ΟΑΣΑ, που επίσης δημοσιεύθηκαν τον Δεκέμβριο του 2023, τα πράγματα είναι σαφώς καλύτερα από τα ΕΛΤΑ, καθώς ο οργανισμός κατέγραψε αύξηση 55% στην παροχή υπηρεσιών συγκοινωνιακού έργου, δηλαδή έσοδα από τις κάρτες και τα εισιτήρια.
Διαμορφώθηκαν στα 210 εκατ. ευρώ για το 2022 έναντι 135 εκατ το 2021, και επανήλθαν στα προ της υγειονομικής κρίσης επίπεδα. Ο κύκλος εργασιών ανήλθε σε 217,6 εκατ. έναντι 141,2 εκατ. ευρώ, ενώ τα EBITDA στα 6,5 εκατ. ευρώ έναντι ζημιών 3,8 εκατ. ευρώ της προηγούμενης χρήσης. Έχει όμως σημασία ότι και οι επιχορηγήσεις που έλαβε το 2022 ο ΟΑΣΑ ήταν περισσότερες εκείνων του 2021.
Επείγει και εδώ, όπως φαίνεται και στο θέμα του νόμου για τις απεργίες, να αλλάξει η κουλτούρα, να γίνουν μεταρρυθμίσεις, να καταργηθούν αναποτελεσματικές διαδικασίες και να υιοθετηθούν νέες, καινοτόμες και αποτελεσματικές μέθοδοι. Τομές που οι πληροφορίες λένε ότι έχει βάλει ψηλά στην ατζέντα του ο Κ.Χατζηδάκης και ότι είναι έτοιμος να συγκρουστεί εφόσον χρειαστεί να το κάνει.