Άμεσο άνοιγμα της συζήτησης για το χρέος ζητά από τους ευρωπαίους το ΔΝΤ

Άμεσο άνοιγμα της συζήτησης για το χρέος ζητά από τους ευρωπαίους το ΔΝΤ

Άμεση έναρξη της συζήτησης για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, παρά την αντίθεση της Γερμανίας, ζητά από τους ευρωπαίους εταίρους το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπως αποκαλύπτουν οι «Financial Times», εκφράζοντας παράλληλα αμφιβολίες για εάν η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων είναι εφικτή μόνο με τη συνταγή περικοπών και φορολογικών αυξήσεων.

Με επιστολή που έστειλε το βράδυ της Πέμπτης στους 19 υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης, η Κριστίν Λαγκάρντ, τονίζει ότι στο σημείο που έχει φτάσει η διαπραγμάτευση τα μέτρα που χρειάζεται να λάβει η Ελλάδα πρέπει να συζητηθούν ταυτόχρονα με το ζήτημα του χρέους.

Αφήνει μάλιστα να εννοηθεί ότι διαφορετικά το Ταμείο δεν θα συμμετάσχει στο νέο Μνημόνιο, εξέλιξη που θα ήταν πολιτικά μεγάλο πρόβλημα για το Βερολίνο και άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης.

Σύμφωνα με το skai.gr, η κ. Λαγκάρντ επαναλαμβάνει την θέση του Ταμείου ότι η Ελλάδα πρέπει να λάβει συγκεκριμένα επιπλέον μέτρα ώστε να επιτευχθούν οι δημοσιονομική στόχοι του προγράμματος, όμως φαίνεται να διαμηνύει στους Ευρωπαίους ότι η αναδιάρθρωση του χρέους είναι πλέον απαραίτητο συστατικό ώστε να είναι αξιόπιστος ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018.

Η κ. Λαγκάρντ προειδοποιεί τους Ευρωπαίους πως δεν πρέπει να υπάρχει «καμία αμφιβολία» ότι η επίτευξη «αυτού του υψηλού στόχου θα είναι όχι μόνο πολύ δύσκολη αλλά πιθανώς αντιπαραγωγική», αν η προσαρμογή στηριχθεί μόνο στη συνταγή αύξησης φόρων και περικοπής δαπανών.

Στην επιστολή ξεκαθαρίζεται πως το Ταμείο απορρίπτει την ελληνική αντιπρόταση για αυτόματο μηχανισμό δημοσιονομικής προσαρμογής (τον αποκαλούμενο «κόφτη»), και επισημαίνει εκ νέου την ανάγκη συγκεκριμένων μέτρων.

Το Ταμείο έχει επανειλημμένα αμφισβητήσει το κατά πόσον είναι επιτεύξιμος ο εν λόγω στόχος. Στη συζήτηση Τόμσεν - Βελκουλέσκου που δημοσίευσαν πριν λίγες εβδομάδες τα WikiLeaks, οι δύο αξιωματούχοι του ΔΝΤ αναφέρουν ότι ο στόχος για το 2018 θα πρέπει να μειωθεί ιδανικά στο 1,5% του ΑΕΠ ή συμβιβαστικά στο 2,5%.

Τέλος, η κ. Λαγκάρντ υπεραμύνεται του ρόλου του Ταμείου στη διαπραγμάτευση και στα ελληνικά προγράμματα στήριξης. Επισημαίνει πως πρέπει να σταματήσουν «οι αβάσιμοι ισχυρισμοί ότι το ΔΝΤ είναι ανελαστικό, ζητώντας περιττά νέα φορολογικά μέτρα», και συνεπώς οι κατηγορίες ότι το ΔΝΤ είναι υπαίτιο για την καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις.

Στην επιστολή της προς τους 19 υπουργούς Οικονομικών, η Ch. Lagarde ανέφερε:

"Οι συζητήσεις για το πρόγραμμα διάσωσης ανάμεσα στην Ελλάδα και τους θεσμούς έχουν σημειώσει πρόοδο τις τελευταίες εβδομάδες, ωστόσο ακόμη υπάρχουν σημαντικές διαφορές που μένουν να γεφυρωθούν πριν καταλήξουμε σε συμφωνία που θα περιλαμβάνει και το ΔΝΤ. Νομίζω πως ήρθε η ώρα να ξεκαθαρίσω τη θέση μας και να εξηγήσω τους λόγους για τους οποίους πιστεύουμε πως τα συγκεκριμένα μέτρα, η αναδιάρθρωση του χρέους και η χρηματοδότηση είναι ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν παράλληλα.

Ειδικότερα, είναι απαραίτητη μια διευκρίνιση για να ξεκαθαρίσει το τοπίο από αβάσιμους ισχυρισμούς που κάνουν λόγο ακαμψία του ΔΝΤ, που ζητάει νέα περιττά φορολογικά μέτρα και - κατά συνέπεια – προκαλεί καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις αλλά και στην εκταμίευση της απαραίτητης επόμενης δόσης.

Κατ ''αρχάς, από κοινού με τα άλλα θεσμικά όργανα διαπραγματευόμαστε με τους έλληνες εταίρους για ένα πακέτο δημοσιονομικών μέτρων ύψους 2,5% του ΑΕΠ – σχεδόν έχει συμφωνηθεί – το οποίο κατά τη γνώμη μας αρκεί για να επιτευχθεί ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018. Η εκτίμησή μας βασίζεται σε ρεαλιστικές υποθέσεις που στηρίζονται στα στατιστικά της Ελλάδας, στο διεθνές περιβάλλον και στα τελευταία στοιχεία που δημοσιεύθηκαν από την Eurostat.

Δεύτερον, ο παραπάνω στόχος απέχει από αυτόν που υποσχέθηκε η Ελλάδα στους ευρωπαίους εταίρους τον περασμένο Ιούλιο και συγκεκριμένα ότι θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018. Αν το Eurogroup αποφασίσει να παραμείνει η Ελλάδα σ'' αυτόν τον στόχο, θα μπορούσαμε να στηρίξουμε μια πρόσθετη προσπάθεια ώστε να επιτευχθεί έστω πρόσκαιρα αυτό το επίπεδο, παρότι είναι υψηλότερο απ'' αυτό που εμείς εκτιμούμε ότι είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Ωστόσο, να μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η επίτευξη ενός υψηλότερου στόχου όχι μόνο είναι δύσκολη αλλά ενδεχομένως να αποβεί και αντιπαραγωγική.

Η δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας έχει αποτύχει και στο παρελθόν, λόγω της έλλειψης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις οποίες βασίζεται η προσπάθεια προσαρμογής. Δεν πιστεύουμε ότι είναι εφικτό να επιτευχθεί ένα πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, επιβάλλοντας ακόμα πιο υψηλούς φόρους, προχωρώντας σε περικοπές δαπανών και ποντάροντας σε εφάπαξ έκτακτα μέτρα – κάτι που προτείνεται τις τελευταίες εβδομάδες. Η πρόσθετη προσαρμογή κατά 2% του ΑΕΠ θα έχει βάση μόνο αν υπάρξουν εκτενείς μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο τομέα, ειδικά στο ασφαλιστικό και φορολογικό σύστημα.

Δυστυχώς, ο αυτόματος μηχανισμός εφεδρικών μέτρων που προτείνει η Ελλάδα δεν περιλαμβάνει αυτές τις μεταρρυθμίσεις. Αντ'' αυτού, οι αρχές πρότειναν βραχυπρόθεσμες εκτενείς περικοπές σε συγκεκριμένες δαπάνες – περικοπές που έχουν φτάσει στο σημείο να διακινδυνεύουν τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών - ή παροδικές μειώσεις στις συντάξεις και στους μισθούς που δεν ορίζονται από θεμελιώδεις παραμετροποιημένες μεταρρυθμίσεις. Με βάση παρελθοντικές επιδόσεις, τα εν λόγω ad-hoc μέτρα όχι μόνο δεν αποδίδουν, αλλά είναι ανεπιθύμητα, στο βαθμό που ενισχύουν την αβεβαιότητα και αδυνατούν να επιλύσουν τις υπάρχουσες ανισορροπίες. Θα ήθελα επίσης να προσθέσω ότι η Ελλάδα έχει νομοθετήσει σειρά έκτακτων μέτρων στο παρελθόν, μέτρα που σε μεγάλο βαθμό δεν πέτυχαν.

Τρίτον, δεν περιμένουμε η Ελλάδα να μπορέσει να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% μέσα στις προσεχείς δεκαετίες. Πολύ λίγες ευρωπαϊκές χώρες έχουν καταφέρει να το κάνουν, μέσα σε ένα κλίμα κοινωνικής αποδοχής που δεν επικρατεί στην Αθήνα. Θα ήταν μη ρεαλιστικό να αναμένουμε από μελλοντικές κυβερνήσεις να αντισταθούν στην πίεση για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής για αρκετά χρόνια διακυβέρνησης ακόμα. Η πρόσφατη εμπειρία – όπου αρχικά μια κεντροδεξιά και στη συνέχεια μια κεντροαριστερή κυβέρνηση υπέκυψαν στις πιέσεις με το που επιτεύχθηκε ένα πρώτο μικρό πλεόνασμα – θα έπρεπε να μας απαγορεύει να θεωρούμε πως μπορούμε να κάνουμε εξαιρέσεις στην περίπτωση της Ελλάδας. Κατά την άποψή μας, η διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ στο άμεσο μέλλον θα επιτευχθεί μόνο στη βάση ενός πετυχημένου προγράμματος και μιας ισχυρής ευρωπαϊκής επιτήρησης του προϋπολογισμού για πολλά χρόνια ακόμα.

Καταλαβαίνω την επείγουσα φύση της κατάστασης όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης συνολικά και ο κοινός μας στόχος είναι να συμφωνήσουμε γρήγορα για το πώς θα προχωρήσουμε. Αυτό προϋποθέτει συμβιβασμούς απ'' όλες τις πλευρές και εμείς κάναμε ήδη τον δικό μας, με το να δεχόμαστε τα απολύτως απαραίτητα, αφήνοντας σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για επόμενο στάδιο. Ωστόσο, για να στηρίξουμε ένα νέο διακανονισμό της Ελλάδας με το ΔΝΤ είναι απαραίτητο τα δημοσιονομικά μέτρα και η ελάφρυνση του χρέους που προτείνουν οι ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας, να βασίζονται σε ρεαλιστικούς δημοσιονομικούς στόχους καθώς θα προκύπτουν από αξιόπιστα μέτρα που μπορούν να οδηγήσουν σε αυτούς. Επιμένουμε σε τέτοιες ασφαλιστικές δικλείδες σε όλα μας τα προγράμματα και δεν μπορούμε να παρεκκλίνουμε από βασικές μας αρχές στην περίπτωση της Ελλάδας. Το ΔΝΤ πρέπει να εφαρμόσει τα ίδια στάνταρ και στην Ελλάδα όπως και σε άλλα μέλη του Ταμείου μας.

Christine Lagarde"