Έναν χρόνο μετά την πρωτοφανή ενεργειακή κρίση που συγκλόνισε την Ευρωπαϊκή Ένωση και μετά από μήνες διαβουλεύσεων στις 14 Μαρτίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τη μεταρρύθμιση του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ, ώστε να προστατευθούν καλύτερα οι καταναλωτές από μελλοντικές αυξήσεις των τιμών και πιθανή χειραγώγηση της αγοράς και να καταστεί η βιομηχανία της ΕΕ πιο ανταγωνιστική.
Εν ολίγοις, το σχέδιο μεταρρύθμισης αποσκοπεί στο να μη ξαναζήσουμε στην Ευρώπη την ενεργειακή κρίση του περασμένου καλοκαιριού.
Δεδομένου ότι οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου έχουν υποχωρήσει ικανοποιητικά σε σχέση με τα περσινά επίπεδα ρεκόρ, η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρχε ιδιαίτερη πολιτική πίεση για μια άμεση και βαθιά παρέμβαση.
Όμως με ένα καλοκαίρι μπροστά μας με αυξημένη την πιθανότητα υψηλών θερμοκρασιών και χαμηλών βροχοπτώσεων, την επαναφορά της Κίνας σε πλήρη οικονομική δραστηριότητα και με πενιχρές προμήθειες από τη Ρωσία από την αρχή της χρονιάς, η μεταρρύθμιση της αγοράς είναι και αναγκαία και επείγουσα, προκειμένου η Ευρώπη να καταστεί ανθεκτική ενεργειακά και μετά τη λήξη των εργαλείων έκτακτης ανάγκης.
Άλλωστε το διακύβευμα είναι τεράστιο, δεδομένου του κινδύνου πολλές βιομηχανίες να μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ και την Κίνα, λόγω της φθηνότερης ενέργειας. (σ.σ: Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνή Οργανισμού Ενέργειας, οι τιμές αναφοράς για το φυσικό αέριο ήταν τον Φεβρουάριο επτά φορές υψηλότερες στην Ευρώπη από ό,τι στις ΗΠΑ, ενώ οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας τρεις φορές υψηλότερες από ό,τι στην Κίνα).
Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής λοιπόν στοχεύει στη θωράκιση των καταναλωτών από μελλοντική εκτίναξη τιμών, αποδυνάμωση της σύνδεσης μεταξύ ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και ευρεία πρόσβαση στους καταναλωτές ενέργειας- νοικοκυριά, επιχειρήσεις, βιομηχανίες-σε οικονομικά προσιτή ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες και μη ορυκτές πηγές.
Αυτό θα μειώσει τον αντίκτυπο των ορυκτών καυσίμων στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας των καταναλωτών και θα διασφαλίσει ότι το χαμηλότερο κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα αντικατοπτρίζεται σε αυτούς.
Η παρούσα πρόταση προσφέρει στους καταναλωτές ευρεία επιλογή συμβάσεων και σαφέστερες πληροφορίες πριν από την υπογραφή σύμβασης, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να κατοχυρώνουν ασφαλείς, μακροπρόθεσμες τιμές και να αποφεύγουν τον υπερβολικό κίνδυνο και την υπερβολική αστάθεια. Ταυτόχρονα, θα εξακολουθούν να μπορούν να επιλέγουν συμβάσεις δυναμικής τιμολόγησης για να επωφελούνται από τη μεταβλητότητα των τιμών για να χρησιμοποιούν ηλεκτρική ενέργεια όταν αυτή είναι φθηνότερη (π.χ. για τη φόρτιση ηλεκτρικών αυτοκινήτων ή τη χρήση αντλιών θερμότητας).
Είναι επίσης σημαντικό ότι η μεταρρύθμιση αποσκοπεί περαιτέρω στην ενίσχυση της σταθερότητας των τιμών μέσω της μείωσης του κινδύνου χρεωκοπίας των προμηθευτών ενώ είναι σημαντικό ότι υποχρεώνει τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν προμηθευτές έσχατης ανάγκης ώστε κανένας καταναλωτής να μην μένει χωρίς ηλεκτρική ενέργεια. (σ.σ:Περισσότερα για την πρόταση της ΕΕ για τη μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι οι «κοινές» αγορές φυσικού αερίου οι οποίες εγκαινιάζονται στις αρχές Απριλίου, είναι άλλο ένα σημαντικό όπλο για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών. Και από ότι φαίνεται, αυτό το καλοκαίρι η Ευρώπη θα χρειαστεί όλα τα όπλα που έχει στα φαρέτρα της προκειμένου να αποφύγει μια νέα υπερβολική εκτόξευση των ενεργειακών τιμών.
Γιατί αναμένεται να ανεβούν ξανά οι τιμές ενέργειας
Από τις αρχές του 2023 το φυσικό αέριο στην Ευρώπη έχει διορθώσει κατά 47% με τη συνολική του πτώση από τα υψηλά του περσινού Αυγούστου να είναι 86%.
Το Brent έχει διορθώσει κατά 10% από την αρχή της χρονιάς, με συνολική πτώση από τα υψηλά του περσινού καλοκαιριού πέριξ του 42%. (σ.σ: H πτώση αυτή ήταν ακόμα μεγαλύτερη πριν τις πρόσφατες αναταραχές στα σύνορα Τουρκίας – Ιράκ που είχαν ως αποτέλεσμα τη μη ομαλή ροή πετρελαίου μέχρι και 400.000 βαρελιών ανά ημέρα).
Ο ήπιος χειμώνας στην Ευρώπη, η πιο ορθολογική κατανάλωση και η αντικατάσταση του φυσικού αερίου από τη βιομηχανία με εναλλακτικά καύσιμα όπως το πετρέλαιο, είχαν σαν αποτέλεσμα όχι μόνο την πτώση των τιμών, αλλά και την πληρότητα των ευρωπαϊκών αποθηκών αερίου τον φετινό Μάρτιο πέριξ του 50%. (σ.σ: Συνήθως στα τέλη Μαρτίου η πληρότητα ήταν πέριξ του 33%).
Η Ευρώπη ξεκινάει λοιπόν αυτή την άνοιξη τον μακρύ αγώνα του γεμίσματος των δεξαμενών της από μια καλή εκκίνηση, μέσω όμως μιας εξαιρετικά δύσβατης διαδρομής .
Χαρτογραφώντας τις δυσκολίες αυτής της διαδρομής, παραθέτουμε τα εξής:
-O Nord Stream 1 που μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022 αποτελούσε την κύρια γραμμή τροφοδοσίας της Ευρώπης με ρωσικό αέριο, «πλέον αποτελεί μια άμορφη μάζα σιδερικών στον βυθό της Βαλτικής» όπως πολύ γλαφυρά έγραψε πρόσφατα το Βloomberg περιγράφοντας την επιχείρηση δολιοφθοράς των αγωγών Νord Stream που κατέστρεψε τη βασική γραμμή τροφοδοσίας της Ευρώπης με ρωσικό αέριο.
Η Ρωσία λοιπόν είναι σχεδόν «off» από την αρχή του φετινού ανεφοδιασμού με τη πενιχρή ροή αερίου μέσω άλλων αγωγών όπως ο TurkStream και ο Υamal να μπορεί να διαταραχτεί ανά πάσα στιγμή από νέες κυρώσεις.
Επιπλέον είναι σημαντική η παρατήρηση του Βloomberg όσον αφορά τις εισαγωγές LNG από τη Ρωσία, οι οποίες ανέρχονται στο 14% των συνολικών ευρωπαϊκών εισαγωγών. Μια ενδεχόμενη απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να περιορίσει ή να απαγορεύσει αυτές τις εισαγωγές θα προκαλέσει έλλειψη αερίου και φυσικά άνοδο των τιμών.
- Το παραπάνω σενάριο μόνο ευπρόσδεκτο δεν θα είναι από την ευρωπαϊκή βιομηχανία, της οποίας η ζήτηση για φυσικό αέριο έχει αρχίσει να ανακάμπτει, με τα πρώτα σημάδια να αποτυπώνονται ήδη στα διυλιστήρια της Ισπανίας, των Κάτω Χωρών και της Γαλλίας.
Μάλιστα η Goldman Sachs έχει προειδοποιήσει ότι οι τιμές του φυσικού αερίου μπορεί να υπερδιπλασιαστούν από τα σημερινά επίπεδα, εάν η βιομηχανική ζήτηση για φυσικό αέριο συνεχίσει να ανακάμπτει.
- Στα τέλη του καλοκαιριού του 2022 η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη αντιμετωπίστηκε με την εξασφάλιση τεράστιων ποσοτήτων LNG.
Η Ευρώπη όμως πέρσι «κατέβηκε» στη διεθνή ενεργειακή αγορά χωρίς έναν μεγάλο ανταγωνιστή: Την Κίνα.
Φέτος η Κίνα αποφάσισε να αφήσει την πολιτική «Zero Covid» πίσω της και έτσι είναι δεδομένη η αύξηση της ζήτησης αερίου λόγω της επανεκκίνησης της οικονομικής της δραστηριότητας.
Η Ευρώπη λοιπόν αυτό το καλοκαίρι θα έχει έναν δυνατό ανταγωνιστή απέναντι της, τόσο όσον αφορά τις ποσότητες LNG όσο και τις τιμές που θα εξασφαλιστούν αυτές οι ποσότητες.
-Η κλιματική αλλαγή μας πρόσφερε έναν ήπιο χειμώνα, όμως δεν φαίνεται ότι θα μας προσφέρει και ένα ήπιο καλοκαίρι.
Αν και οι μακροπρόθεσμες προβλέψεις για τον καιρό έχουν μεγάλο ποσοστό «σφάλματος», σύμφωνα με τις πρώιμες τάσεις από τα δύο πιο χρησιμοποιούμενα εποχιακά συστήματα πρόβλεψης, το ECMWF από την Ευρώπη και το CFSv2 από την NOAA στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα σημάδια για την ερχόμενη θερινή περίοδο δεν είναι καθόλου ευοίωνα για την Ευρώπη, όπως και για κάποιες περιοχές του Καναδά και των ΗΠΑ.
Δεν είναι όμως μόνο οι υψηλές θερμοκρασίες το πρόβλημα. Η εκτεταμένη λειψυδρία είναι ίσως ο πιο μεγάλος κίνδυνος του φετινού καλοκαιριού.
Η ποσότητα ύδατος που βρίσκεται αποθηκευμένη στους ταμιευτήρες των Άλπεων, καθώς και το επίπεδο χιονόστρωσης βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2017.
Ταυτόχρονα, η Ιταλία βρίσκεται αντιμέτωπη ήδη με εκτεταμένη λειψυδρία, κυρίως στην περιοχή του Πάδου, αναγκάζοντας τη Ρώμη να εκπονήσει έκτακτο σχέδιο αντιμετώπισης της έλλειψης νερού.
Αν η κατάσταση αυτή συνεχιστεί, μεγάλο μέρος της ηλεκτροπαραγωγής μέσω των υδροηλεκτρικών εργοστασίων θα κινδυνεύσει, ενώ και οι πυρηνικοί σταθμοί θα έχουν σοβαρά προβλήματα, καθώς χρειάζονται σταθερή τροφοδοσία με νερό για την ψύξη των αντιδραστήρων.
Συμπερασματικά, καθώς θα προχωράμε στο καλοκαίρι οι ενεργειακές τιμές δύσκολα θα παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα φτάσουν εύκολα στα ύψη του καλοκαιριού του 2022, καθώς αυτή τη φορά η Ευρώπη είναι σαφώς περισσότερο προετοιμασμένη.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.