«Αντέχουμε» λιγότερη μαύρη οικονομία;

«Αντέχουμε» λιγότερη μαύρη οικονομία;

Στα λόγια, όλοι καταδικάζουν τη φοροδιαφυγή και αντιλαμβάνονται τις επιπτώσεις αυτής στο κοινωνικό σύνολο. Το θέμα είναι στην πράξη ποιος μπορεί να σηκώσει τις συνέπειες του περιορισμού της. Τα στοιχεία που δημοσίευσε η ΑΑΔΕ για το περιεχόμενο των περυσινών φορολογικών δηλώσεων αποτυπώνουν τις συνέπειες της εφαρμογής του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος.

Το συνολικό δηλωθέν εισόδημα διπλασιάστηκε και από τα 5,2 δισ. ευρώ ετησίως έφτασε στα 11 δσ. ευρώ. Εκεί που περίπου οι δύο στους τρεις αυτοαπασχολούμενοι (περίπου το 64% του συνόλου) φορολογούνταν για οι καθαρό εισόδημα κάτω των 10.000 ευρώ, τώρα το ποσοστό αυτό έχει υποχωρήσει στο 32% και φέτος θα είναι ακόμη μικρότερο.

Στην πράξη αυτό σημαίνει διπλασιασμό του φορολογικού συντελεστή. Διότι μέχρι 10.000 ευρώ εφαρμόζεται συντελεστής 9% και πάνω από 10.000 ευρώ συντελεστής 22%. Φέτος, οι εξοργισμένοι από πέρυσι αυτοαπασχολούμενοι θα καταβάλλουν ακόμη περισσότερο φόρο καθώς το εισόδημά τους είναι συνδεδεμένο με τη μεταβολή του κατώτατου μισθού.

Κάτι που σημαίνει ότι το φορολογητέο εισόδημα θα αυξηθεί κατά τουλάχιστον 5%. Και το ίδιο θα γίνει και του χρόνου αλλά και το εκλογικό 2027 καθώς η τήρηση της κυβερνητικής δέσμευσης για ελάχιστο μισθό στα 950 ευρώ, θα φέρνει και περισσότερο φόρο στους αυτοαπασχολούμενους. Οι οποίοι μπορεί να αποδέχονται ότι δεν υπακούει σε καμία λογική τα κομμωτήρια και τα καφέ να εμφανίζουν κέρδη της τάξεως των 200-300 ευρώ τον μήνα ή ακόμη και ζημιές όμως από την άλλη, σε προσωπικό επίπεδο, είναι πεπεισμένοι ότι οι ίδιοι είναι άδικο να βάλουν το χέρι στην τσέπη.

Τώρα, ανοίγει η συζήτηση για τη φοροδιαφυγή στις τάξεις των ιδιοκτητών ακινήτων. Αποτυπώθηκε και εκεί το… παράλογο: μέσο ενοίκιο κύριας κατοικίας 255 ευρώ για τα 1,2 εκατομμύρια νοικοκυριά που ζουν στο ενοίκιο. Το διαβάζει ο ενοικιαστής στο Χαλάνδρι που πληρώνει 1200 ευρώ για 120 τετραγωνικά σπίτι και δεν εκπλήσσεται. Γιατί γνωρίζει και ο ίδιος ότι το μισθωτήριό του αναγράφει ένα πολύ χαμηλότερο ποσό από τα 1200 ευρώ.

Γεννάται λοιπόν εδώ το ερώτημα: θέλει η κοινωνία να περιοριστεί η φοροδιαφυγή στον χώρο των ακινήτων; Να μην έχουμε καμία αμφιβολία: το γεγονός ότι ο δείκτης τιμών των υπηρεσιών καταγράφει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο προκαλώντας ένα δευτερογενές κύμα ανατιμήσεων στην αγορά, δεν είναι ασύνδετο με τη φορολογική μεταρρύθμιση.

Λέτε οι επαγγελματίες να μην μετακύλησαν ένα κομμάτι του πρόσθετου φορολογικού βάρους στους πελάτες τους; Λέτε ότι δεν θα γίνει το ίδιο αν πιεστούν οι ιδιοκτήτες ακινήτων να εμφανίσουν τα πραγματικά μισθώματα στα μισθωτήρια συμβόλαια; Ποιος θα επιβαρυνθεί τον πρόσθετο φόρο σε μια περίοδο που η ζήτηση για ενοίκια είναι μεγαλύτερη από την προσφορά προκαλώντας «ράλι» ανατιμήσεων; Ο ιδιοκτήτης ή ο ενοικιαστής;

Η αγορά έχει «δομηθεί» πάνω στο «μαύρο» και ο περαιτέρω περιορισμός του δεν θα είναι εύκολος. Πάντοτε θα προκύπτει ένας λογαριασμός, πάντοτε η όποια προσπάθεια καταπολέμησης θα δημιουργεί δυσαρέσκεια και πάντοτε αυτή η δυσαρέσκεια θα εκφράζεται, ακόμη και στην κάλπη.

Το πραγματικό ζητούμενο είναι αν σταδιακά μπορεί να προκύψει αλλαγή νοοτροπίας ώστε η αγορά να ισορροπήσει με βάση καινούργια δεδομένα: περισσότερο «άσπρο» χρήμα και ακόμη χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές.