Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Με την κυβέρνηση να βρίσκεται σε αποδρομή και ως εκ τούτου την ελπίδα να μην είναι τόσο βαρύ το κλίμα ο υπουργός Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτος μεταβαίνει στο Λουξεμβούργο, όπου όμως στο περιθώριο της συνάντησης θα βρεθεί στο στόχαστρο των Ευρωπαίων για τα μέτρα που ελήφθησαν για το 2019, για τις υποσχέσεις του 2020 αλλά και για τις πρόσφατες δηλώσεις του.
Όπως όλα δείχνουν, τα νεότερα για την Ελλάδα μετατίθενται για τον Σεπτέμβριο καθώς σήμερα δεν θα ληφθεί καμία απόφαση, ενώ στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 8 Ιουλίου η χώρα μας θα εκπροσωπηθεί από υπηρεσιακό στέλεχος του υπουργείου. Η νέα κυβέρνηση θα κληθεί επί της ουσίας να λογοδοτήσει στο Εurogroup για το πακέτο Τσίπρα.
Πάντως πριν το Φθινόπωρο το νέο οικονομικό επιτελείο θα επιχειρήσει συναντήσεις με τους δανειστές. Σε πολιτικό επίπεδο ο επόμενος πρωθυπουργός θα επιχειρήσει συναντήσεις με ομολόγους τους, σε μία προσπάθεια να πείσουν για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων κάτω του 3,5% του ΑΕΠ σε μία προσπάθεια να ελαφρυνθούν τα νοικοκυριά και γενικότερα η ελληνική οικονομία.
Ο κ. Τσακαλώτος αν και θα βρίσκεται για τελευταία φορά στο Eurogroup ως υπουργός αυτής της κυβέρνησης αναμένεται να δεχθεί κριτική για τις δηλώσεις του, εναντίον του κ. Ρέγκλινγκ αλλά και του αντιπροέδρου της Κομισιόν κ. Ντομπρόβσκις. Για τον πρώτο ο υπουργός Οικονομικών ανέφερε τις προηγούμενες μέρες ότι: «Ούτε καν για τον κάδο των αχρήστων δεν είναι η εκτίμησή του. Εάν ήταν φοιτητής μου, θα τον έκοβα. Είναι απαράδεκτο, με στενοχωρεί ως πανεπιστημιακό ότι άνθρωπος επικεφαλής σε ευρωπαϊκό οργανισμό λέει τέτοιες ανοησίες».
Τον δεύτερο τον κατηγόρησε ότι: «παίζει πολιτικά παιχνίδια» επειδή στις 5 Ιουνίου επικαλέστηκε την Έκθεση Αξιολόγησης των θεσμών για να πει ότι ο απειλείται ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2019 για τη χώρα μας.
Υπενθυμίζεται ότι η Κομισιόν με την έκθεσή της καταλογίζει στην ελληνική κυβέρνηση ότι το δημοσιονομικό κόστος από τις παροχές φτάνει έως και 5,5 δισ. ευρώ στη διετία 2019- 2020. Πιο συγκεκριμένα η δημοσιονομική «τρύπα» για το 2019 πρόκειται να φτάσει από 1,1% έως 1,4% του ΑΕΠ ή από 2,1 έως 2,6 δισ. ευρώ και για το 2020 από 1,2% έως 1,5% του ΑΕΠ ή από 2,3 έως 2,9 δισ. ευρώ. Η ελληνική κυβέρνηση επιμένει ότι το συνολικό κόστος των μέτρων θα είναι μόλις 2,3 δισ. ευρώ. Επίσης οι θεσμοί εκτιμούν ότι υο δημοσιονομικό κόστος από τις ρυθμίσεις θα κυμανθεί μεταξύ 570 εκατ. έως 1,14 δισ. ευρώ φέτος και το 2020.
Τέλος υποστηρίζουν ότι οι μειώσεις ΦΠΑ θα κοστίσουν στον προϋπολογισμό 0,3% του ΑΕΠ (570 εκατ. ευρώ) φέτος και 0,4% του ΑΕΠ (760 εκατ. ευρώ) το 2020. «Οι χαμηλότεροι συντελεστές ΦΠΑ για τρόφιμα, εστίαση, ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο έρχονται σε αντίθεση με ένα σημαντικό μέτρο που υιοθετήθηκε τον Ιούλιο του 2015, ενώ αφήνουν αμετάβλητο τον πολύ υψηλό βασικό συντελεστή 24% και αυξάνουν περαιτέρω το χάσμα στον ΦΠΑ, που είναι ήδη το δεύτερο υψηλότερο στην Ε.Ε.».