Νέα έκτακτα μέτρα για σταματήσει την διολίσθησης της τουρκικής λίρας λαμβάνει η κυβέρνηση και οι εποπτικές αρχές της χώρας. Σύμφωνα με απόφαση που εκδόθηκε, η Τουρκία δεν θα επιτρέπει στους επενδυτές να δημιουργούν αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης που επενδύουν κυρίως σε περιουσιακά στοιχεία συναλλάγματος, ενώ θα αρχίσουν να φορολογούν τα υπάρχοντα.
Μάλιστα, όπως αναφέρει το Bloomberg, το Συμβούλιο Κεφαλαιαγορών δήλωσε ότι έχει αναστείλει τις εγκρίσεις για κεφάλαια των οποίων οι τίτλοι σε συνάλλαγμα αποτελούν τουλάχιστον το 80% των συνολικών συμμετοχών.
Παράλληλα, η κυβέρνηση θα επιβάλει φόρο 15% στη διαχείριση αυτών των κεφαλαίων, σύμφωνα με προεδρικό διάταγμα.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει ρίξει τις ευθύνες στο εξωτερικό προσπαθώντας να κατευνάσει τις ανησυχίες σχετικά με την νέα κατάρρευση της τουρκικής λίρας, κατηγορώντας «κακούς και ξένους» ως υπεύθυνους για τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα στα οποία βρίσκεται το εθνικό νόμισμα της γειτονικής χώρας.
Σημειώνεται ότι η τράπεζα BNP Paribas ανακοίνωσε ότι θα συρρικνώσει τις δραστηριότητες στην αγορά της τουρκικής λίρας λίγες ημέρες μετά την απόφαση της εποπτικής αρχής του τουρκικού χρηματοπιστωτικού τομέα (BDDK) να απαγορεύσει για ένα διάστημα σε τρεις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες (Citigroup, UBS και BNP Paribas) τη διενέργεια συναλλαγών σε τουρκικές λίρες.
Η πανδημία έχει αποδυναμώσει σαφώς την οικονομία της Τουρκίας και έχει επιδεινώσει τη δημοσιονομική της κατάσταση, όπως άλλωστε και όλων των οικονομιών, με αποτέλεσμα πάνω από 90 χώρες να έχουν ζητήσει τις τελευταίες εβδομάδες την αρωγή του ΔΝΤ. Τη βρήκε, άλλωστε, σε μια περίοδο που είχε συγκεντρώσει μεγάλο εξωτερικό χρέος και με μειωμένα συναλλαγματικά διαθέσιμα. Η Τουρκία πρέπει να αποπληρώσει χρέος ύψους 169 δισ. δολαρίων, που λήγει μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
Στο μεταξύ, έχουν μειωθεί δραματικά τα συναλλαγματικά διαθέσιμά της έπειτα από αλλεπάλληλες παρεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας στην αγορά συναλλάγματος, που στόχευαν να ανακόψουν την πτώση της τουρκικής λίρας. Ετσι, τα διαθέσιμά της, συμπεριλαμβανομένου του χρυσού της χώρας, έχουν περιορισθεί σε μόλις 84 δισ. δολάρια.