Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Έντονος προβληματισμός συνεχίζει να επικρατεί στο ελληνικό χρηματιστήριο, κυρίως λόγω της διατήρησης του χαμηλού τζίρου ο οποίος δημιουργεί σημαντικά προβλήματα βιωσιμότητας σε χρηματιστηριακές εταιρείες αλλά και επαγγελματίες του κλάδου. Είναι γνωστό πως χωρίς σημαντική αύξηση του τζίρου, είναι δύσκολο ο γενικός δείκτης να πραγματοποιήσει σημαντική άνοδο ίσως και πάνω από το επίπεδο των 600 μονάδων, και να διατηρηθεί πάνω από αυτό.
Τον έντονο προβληματισμό ενισχύει και η συσσώρευση που πραγματοποιεί ο γενικός δείκτης τους τελευταίους μήνες, περιορίζοντας σημαντικά το επενδυτικό ενδιαφέρον. Είναι γνωστό πως το ενδιαφέρον των ξένων θεσμικών επενδυτών για το ελληνικό χρηματιστήριο συνεχίζει να παραμένει στο ναδίρ, κάτι το οποίο διαπιστώθηκε και στο πρόσφατο roadshow της ΕΧΑΕ στο Λονδίνο, ενώ σύμφωνα με το AXIA Numbers για τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε, το ποσοστό των ξένων επενδυτών στην κεφαλαιοποίηση του ελληνικού χρηματιστηρίου ανέρχεται στο 59,49%.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα όμως ο γενικός δείκτης παρουσιάζει μια αξιοπρόσεκτη δυναμική, όπου παρά την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας, κι εν μέσω δημοσιευμάτων περί μη συζήτησης του ελληνικού χρέους, αλλά και αποχώρησης του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα, η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά δείχνει να κωφεύει και να ακολουθεί τον δικό της μοναχικό δρόμο.
Λένε πως το «έξυπνο» χρήμα τοποθετείται νωρίς, ενώ αποχωρεί και νωρίς, και μια τέτοια προσέγγιση δείχνει να είναι περισσότερο λογική όσο αφορά τη συμπεριφορά του ελληνικού χρηματιστηρίου το τελευταίο χρονικό διάστημα. Κι αυτό γιατί, τα αποτελέσματα εξαμήνου των ελληνικών εισηγμένων ήταν σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη, ενώ και η αποτίμηση των ελληνικών μετοχών παραμένει σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα σε σχέση με αυτές των ευρωπαϊκών, με το προσδοκώμενο P/E να διαμορφώνεται στο 11,6 έναντι 14,8 των μετοχών του δείκτη Eurostoxx 600 (βλ. γράφημα παρακάτω), δημιουργώντας νέες προοπτικές για την ελληνική αναδυόμενη χρηματιστηριακή αγορά, έναντι των ευρωπαϊκών.
Πηγή γραφήματος:Bloomberg
Φυσικά θα μπορούσε να πει κανείς, πως και τα προηγούμενα έτη το ελληνικό χρηματιστήριο παρέμενε υποτιμημένο έναντι των ευρωπαϊκών, και δεν θα είχε άδικο. Ας μην ξεχνάμε όμως πως οι αγορές αποτελούν προεξοφλητικούς παράγοντες, και πως το «έξυπνο» χρήμα τοποθετείται νωρίς, οσμίζοντας τις ευκαιρίες κέρδους, με την πλειοψηφία των ελληνικών εταιρειών που συνεχίζουν να παράγουν κέρδη, να αποδεικνύουν πως αντέχουν στα δύσκολα, ενώ ένα σημαντικό μέρος των κερδών τους προέρχεται από το εξωτερικό.
Εάν παρατηρήσει κανείς το μακροχρόνιο γράφημα του γενικού δείκτη (βλ. γράφημα παρακάτω), θα διαπιστώσει πως η συσσώρευση που πραγματοποιείται από τα τέλη του περασμένου Ιουνίου έως και σήμερα (δεξιό κόκκινο τετράγωνο), ίσως οδηγήσει σε ένα πολυετή ανοδικό κύκλο, καθώς κάτι αντίστοιχο είχε πραγματοποιηθεί και από τον Μάιο του 1994 έως και το Δεκέμβριο του ίδιου έτους (αριστερό κόκκινο τετράγωνο), με τον νέο ανοδικό κύκλο να οδηγεί πέντε έτη μετά σε νέα ιστορικά υψηλά τον γενικό δείκτη, στις 6.484,38 μονάδες.
Κάτι αντίστοιχο όμως δε συνέβη κατά την περίοδο του Σεπτεμβρίου του 2010 έως και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους (μεσαίο τετράγωνο), όπου η συσσώρευση του γενικού δείκτη οδήγησε στο χαμηλό των 471,35 μονάδων δυόμιση χρόνια μετά, καθώς η ελληνική οικονομία βρέθηκε αντιμέτωπη με το πρώτο μνημόνιο και την συνέχιση της ύφεσης, και της αύξησης της ανεργίας.
Μπορεί ο γενικός δείκτης να καταγράφει απώλειες 7,15% από τις αρχές του έτους (κλείσιμο 12/10), η εικόνα όμως για τις μετοχές του FTSE 25 είναι διαφορετική. Κι αυτό γιατί, δώδεκα εκ των εικοσιπέντε μετοχών του δείκτη καταγράφουν ικανοποιητικές αποδόσεις από τις αρχές του έτους, με τα μεγαλύτερα από αυτά να σημειώνει η μετοχή της Γεκ Τέρνα με 35,53%, ενώ οι μεγαλύτερες απώλειες σημειώνονται στις μετοχές του τραπεζικού κλάδου, εκ των οποίων τις μεγαλύτερες πραγματοποιεί η μετοχή της Eurobank με 48,56%.
Σε κάθε περίπτωση η συσσώρευση η οποία πραγματοποιείται στο ελληνικό χρηματιστήριο, θα δώσει αργά ή γρήγορα τάση καθορίζοντας και τη μακροπρόθεσμη πορεία του. Η συνέχιση των καλών αποτελεσμάτων των εισηγμένων εταιρειών και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, σε συνδυασμό με την αύξηση του ημερήσιου τζίρου, είναι ικανές να οδηγήσουν σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα το ελληνικό χρηματιστήριο, ενώ τροχοπέδη στην ανάκαμψη της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς συνεχίζει να παραμένει η πολιτική αβεβαιότητα, καθώς και το αφιλόξενο επενδυτικό περιβάλλον. Ας ελπίσουμε πως το ελληνικό χρηματιστήριο βρίσκεται προ των πυλών ενός νέου μακροχρόνιου ανοδικού κύκλου, κι όχι προς νέα ιστορικά χαμηλά, τα οποία θα έχουν προεξοφλήσει ήδη τα χείριστα για την ελληνική οικονομία.