Του Βασίλη Γεώργα
Με το μετέωρο βήμα του Αλέξη Τσίπρα να ζητήσει έκτακτη σύγκληση Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Donald Tusk, η κυβέρνηση μοιάζει να κάνει βουτιά στην απόγνωση.
Μια εβδομάδα μετά τη σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον και μετά από έξι μήνες διαπραγματεύσεων για μια αξιολόγηση που έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί τον περασμένο Νοέμβριο, βρίσκεται μπροστά στο απόλυτο δίλημμα: Να θεσμοθετήσει εδώ και τώρα οδυνηρά μέτρα 9 δισ. ευρώ για να ικανοποιήσει την απαίτηση παραμονής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα διάσωσης με τους όρους που το ίδιο έθεσε, ή να αποφασίσει να βάλει φωτιά στο φυτίλι της πυριτιδαποθήκης στην οικονομία και να απειλήσει με ανάφλεξη την υπόλοιπη Ευρώπη λίγο πριν το δημοψήφισμα του Brexit. Δεν δέχθηκε το πρώτο και φαίνεται να πιστεύει ότι μπορεί να αποφύγει το δεύτερο, κρατώντας όμως ήδη το σπίρτο αναμμένο.
Δικαιώνονται έτσι όσοι έβλεπαν σαν εφιάλτη να αναβιώνουν μέρες από την «ηρωική διαπραγμάτευση» του καλοκαιριού 2015 που εν μέσω ταμειακής ασφυξίας και κινδύνου χρεοκοπίας, οδήγησε στο τρίτο μνημόνιο και στην αναστολή οποιασδήποτε προόδου είχε γίνει μέχρι τότε, και απογοητεύονται όλοι όσοι (πολίτες, επιχειρήσεις, επαγγελματίες) για δεύτερο συνεχόμενο χρόνο ζουν με την αγωνία για το τι ξημερώνει αύριο.
Η προσφυγή στην τακτική των αδιεξόδων και η πρόκληση πολιτικής διαπραγμάτευσης σε επίπεδο κορυφής παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση ως αναπόφευκτη από τη στιγμή που μέχρι την τελευταία στιγμή χθες οι οικονομικοί υπουργοί και το Μέγαρο Μαξίμου επεδίωκαν να πετύχουν έναν πολιτικό συμβιβασμό ανάμεσα στην απαίτηση του ΔΝΤ και των «σκληρών» υποστηρικτών του για προληπτικές περικοπές σε συντάξεις, μισθούς και εκ των προτέρων αποφασισμένα νέα φορολογικά μέτρα, και στην κυβερνητική αντιπρόταση για τη δημιουργία ενός αόριστου «αυτόματου μηχανισμού» που θα διορθώνει με εξίσου αόριστα πρόσθετα μέτρα τις αποκλίσεις προς τον στόχο των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Η χθεσινοβραδινή ανακοίνωση του επικεφαλής του Eurogroup, Jeroen Dijsselbloem ότι δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί η έκτακτη σύνοδος των υπουργών Οικονομικών τη Μεγάλη Πέμπτη, ήταν απλώς ο επιταχυντής των αποφάσεων στον απόηχο της εμπλοκής των διαπραγματεύσεων στην Αθήνα, σε επίπεδο τεχνοκρατών και της ανάγκης της κυβέρνησης να διαχειριστεί πολιτικά στο εσωτερικό τη νέα αναβολή της …Ανάστασης στην οποία ήλπιζε.
Πλέον το παρακινδυνευμένο στοίχημα της κυβέρνησης είναι ότι θα επιτύχει να αποφύγει τον σκόπελο της εκ των προτέρων θεσμοθέτησης μέτρων και περικοπών, με την κινητοποίηση των «φίλιων» δυνάμεων της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας κ.α οι οποίες είχαν υποστηρίξει τις ελληνικές θέσεις στην πρόσφατη Σύνοδο του ΔΝΤ στην Washington. Το τετράπτυχο των επιχειρημάτων που θα χρησιμοποιηθούν είναι εκ των προτέρων προσδιορισμένο:
1. Το ΔΝΤ μπλοκάρει την αξιολόγηση σηκώνοντας τον πήχη τόσο ψηλά που δεν μπορεί να τον περάσει ούτε πολιτικά η κυβέρνηση, ούτε οικονομικά η ελληνική κοινωνία,
2. η Ευρωπαϊκή στατιστική αρχή αμφισβητείται έντονα από το Ταμείο και εμμέσως από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών,
3. το ελληνικό Σύνταγμα και το διεθνές νομικό σύστημα δεν προβλέπει τη δυνατότητα να νομοθετηθούν «προληπτικά μέτρα».
4. η κυβέρνηση τηρεί τη συμφωνία του περασμένου Αυγούστου συνεπώς κανείς δεν έχει λόγο να επιδιώκει ην ανατροπή της. Όπως λέει, εχει ήδη λάβει μέτρα 3% του ΑΕΠ εκ των οποίων υλοποίησε ήδη μέτρα 2,8 δισ. ευρώ και συμφώνησε να προωθήσει τα υπόλοιπα 2,6 δισ. ευρώ μέχρι το 2018 για να πετύχει πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Παρότι δεν μπορεί κανείς να προδικάσει ποιο θα είναι το αποτέλεσμα μιας νέας Συνόδου Κορυφής των ηγετών της Ε.Ε, η Ιστορία έχει δείξει πως στο τέλος της ημέρας οι δανειστές συναινούν πάντα σε αναλυτικά και ποσοτικοποιημένα μέτρα. Συνεπώς η επισημοποίηση του «4ου μνημονίου» μοιάζει αυτή τη στιγμή πιο πιθανό σενάριο από την «εκδίωξη» του ΔΝΤ από τα ευρωπαϊκά πράγματα, ακόμη και αν προσωρινά χρειαστεί να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση που θα διευκολύνει όλες τις πλευρές μέχρι να περάσουν οι δύσκολοι καλοκαιρινοί μήνες. Προς το παρόν απέχουμε σημαντικά από αυτό το σημείο.
Η διαπραγμάτευση εξελίσσεται κυριολεκτικά στο νήμα του διαθέσιμου χρόνου, και αυτό έχει παγώσει τους πάντες καθώς αντιλαμβάνονται πως αν δεν υπάρξει πολύ γρήγορα, μια συμφωνία, θα δημιουργηθεί σύντομα σοβαρό πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα στη χώρα. Έξω η ατμόσφαιρα θυμίζει έντονα καλοκαίρι του 2015 και κάθε μέρα που περνά χωρίς λύση, λειτουργεί διαλυτικά. Έχουν δυστυχώς πάλι αρχίσει να διοχετεύονται σενάρια περί προσφυγής σε πρόωρες εκλογές για το καλοκαίρι, παραιτήσεις υπουργών αλλά και προβλέψεις ότι οι διαπραγματεύσεις δεν θα ολοκληρωθούν σύντομα και η Ελλάδα θα χρειαστεί στην καλύτερη περίπτωση ένα ακόμη δάνειο γέφυρα για να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της τον Ιούλιο. Από τη δύσπνοια της ρευστότητας στην οικονομική ασφυξία ο δρόμος είναι μικρός και η ταχύτητα με την οποία τρέχουν οι εξελίξεις, μεγάλη.
Παρόλα αυτά η διαπραγμάτευση συνεχίζεται στους ρυθμούς που επιβάλει η διαχείριση του πολιτικού κόστους και η δυσκολία εξεύρεσης των λιγοστών εναλλακτικών που σχεδόν εκβιαστικά επιβάλλονται από τους εκπροσώπους των δανειστών στην Αθήνα.