Αποπροσανατολισμός με απειλή ρήξης για λάθος πλεονάσματα

Αποπροσανατολισμός με απειλή ρήξης για λάθος πλεονάσματα

Του Βασίλη Γεώργα

Με την αιφνίδια κρίση που ξέσπασε μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών από τις εξαγγελίες Τσίπρα για τα 617 εκατ. ευρώ της «13ης σύνταξης», παρ' ολίγον να ξεχάσουμε ότι η 2η αξιολόγηση χάσκει ορθάνοιχτη και όλα τα μεγάλα ανοιχτά θέματα βρίσκονται και θα βρίσκονται για καιρό ακόμη στον αέρα.

Σύμφωνα με πληροφορίες η συγκεκριμένη εμπλοκή για τις παροχές και την απειλή παγώματος ενεργοποίησης των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, θα επιχειρηθεί να αντιμετωπιστεί σε έκτακτο Euro Working Group το επόμενο διάστημα. 

Ωστόσο αυτό δεν αλλάζει ότι την τελευταία εβδομάδα παρακολουθούμε μια παράλογη παράσταση που έχει οδηγήσει σε πλήρη αποπροσανατολισμό από τα αιχμηρά αγκάθια μιας πολύ σοβαρότερης διαπραγμάτευσης η οποία θα έπρεπε να έχει ήδη κλείσει από τις …5 Δεκεμβρίου.

Ενώ η μεγάλη διακύβευση για τη χώρα παραμένει ο κίνδυνος να φορτωθεί προκαταβολικά η οικονομία με νέα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα 4,5 δισ. ευρώ για το 2019-2020 και με πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% για μια δεκαετία, όλη η συζήτηση περιστρέφεται τα τελευταία 24ωρα στο αν η ελληνική κυβέρνηση είχε ή δεν είχε το δικαίωμα να μοιράσει στους συνταξιούχους το υπερβάλλον ποσό του πρωτογενούς πλεονάσματος που θα εμφανίσει το 2016.

Η κυβέρνηση κατάφερε με μια κίνηση πολύ υψηλού ρίσκου να αλλάξει προσωρινά την ατζέντα και να δώσει την εικόνα ότι δημιουργεί συνθήκες ρήξης με τους δανειστές και αποσταθεροποίησης στην ευρωζώνη. Το έκανε αφενός για να κερδίσει επικοινωνιακούς πόντους στο εσωτερικό και να κινητοποιήσει τους ευρωπαίους συμμάχους της (Γάλλους και σοσιαλιστές) εναντίον του ΔΝΤ και της πολιτικής του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά παράλληλα και για να στηρίξει τις ελπίδες της ενόψει της σημερινής συνάντησής του με την Άνγκελα Μέρκελ, στην ανάδειξη των μεγάλων διαφορών πολιτικής που υπάρχουν αυτή τη στιγμή μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας σε μια περίοδο που θεωρεί ότι μπορεί να εκμεταλλευτεί την προεκλογική όξυνση που επικρατεί στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ.

Το σόου, όμως, που στήθηκε μέσα και έξω αυτές τις μέρες, δεν είναι τυχαίο ότι ξεκίνησε ταυτόχρονα με την απόφαση του προηγούμενου Eurogroup, όταν  η Ελλάδα υποχρεώθηκε να λάβει «σοβαρά διαρθρωτικά μέτρα» για να επιτύχει τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018.

Η διαπραγμάτευση έκτοτε πάγωσε, ωστόσο η πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει καθόλου ως προς την υποχρέωση της κυβέρνησης να λάβει μέτρα και να ολοκληρώσει τη δεύτερη αξιολόγηση.

Όλες αυτές οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών με τις παροχές που χαρακτηρίστηκαν μονομερείς ενέργειες συνέβαλαν στο να ξεφουσκώσει η διαπραγμάτευση στη Αθήνα από τη στιγμή τα μεγάλα και καυτά θέματα, όπως το εργασιακό, το δημοσιονομικό «κενό» της τριετίας 2018 – 2020, ο διευρυμένος «κόφτης», τα μέτρα των 5 δισ. ευρώ που ζητάει το ΔΝΤ ακόμη και η συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα έμειναν πίσω, μετά την πολιτική λύση που αναζητείται.

Αν θέλουμε να βλέπουμε καθαρά τα πράγματα, οι υποστηρικτές της Ελλάδας αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη δύση τους, ενώ αντίθετα το άστρο του αρχιμάστορα της ευρωπαϊκής λιτότητας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συνεχίζει να λάμπει.

Ο Φρανσουά Ολάντ δεν θα είναι υποψήφιος στις επόμενες προεδρικές εκλογές της Γαλλίας όπου φαβορί για την ώρα δείχνει ο «θατσερικός» Φιγιόν, ο Πιέρ Μοσκοβισί είναι σημαντικός παράγοντας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά η Κομισιόν δεν λαμβάνει δημοσιονομικές αποφάσεις, ενώ ο πρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς εγκαταλείπει τη θέση του από την 1η Ιανουαρίου.

Συνεπώς όταν κατακάτσει η σκόνη της από την «ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση» για την οποία μίλησε χθες ο πρωθυπουργός, οι απαιτήσεις των δανειστών θα εξακολουθούν να υπάρχουν στο τραπέζι του Eurogroup και να δημιουργούν δυσκολίες στην κυβέρνηση και σοβαρές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία.

Οι πληροφορίες που διοχετεύονται από διαφορετικές πλευρές των δανειστών κάνουν λόγο για πρόθεση όλων των πλευρών να φτάσουν στο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου σε μια συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση.

Στο «καλό σενάριο» η κυβέρνηση δεν θα δυσκολευτεί ιδιαίτερα να αποδεχθεί την λύση του «ενισχυμένου κόφτη» δαπανών που θα λειτουργήσει ως εγγύηση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και θα ανοίγει δρόμο  για να  γίνουν περικοπές στο δημόσιο και τις συντάξεις την περίοδο 20190-2020, υπό την αίρεση ότι δεν θα επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι.

Στο χειρότερο σενάριο, αν το ΔΝΤ επιμείνει στην νομοθέτηση πολύ συγκεκριμένων μέτρων,  η αξιολόγηση θα μπορούσε να συρθεί μέχρι τον Μάρτιο-Απρίλιο ή και να ναυαγήσει οριστικά, εφόσον η κυβέρνηση υλοποιήσει τη στρατηγική της ρήξης και της προσφυγής σε εκλογές. Την προειδοποίηση των εκλογών επανάλαβε χθες ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος από το Βερολίνο λέγοντας ότι η κυβέρνηση δεν θέλει εκλογές, «αρκεί να μην διεκδικήσει το ΔΝΤ περισσότερες περικοπές από αυτές που έχουν ήδη συμφωνηθεί».