Οι διαπραγματεύσεις για τον επόμενο επταετή προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ξεκινήσουν σύντομα και ενώ η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επηρεάζει το ντημπέητ, οι 27 χώρες-μέλη προετοιμάζονται για μία νέα μάχη, αυτή τη φορά για τα χρηματοοικονομικά της Ένωσης.
Όπως το περιγράφει χαρακτηριστικά ο Johannes Hahn, ο Επίτροπος που είναι υπεύθυνος για τη διαδικασία, «ο προϋπολογισμός είναι η πολιτική ανάγλυφη σε νούμερα».
Σήμερα κυρίαρχο ζήτημα στην πολιτική δεν είναι άλλο από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η εισβολή της Ρωσίας το 2022 στην Ουκρανία, μία χώρα που επιθυμεί την ένταξη της στην ΕΕ και χρειάζεται χρήματα για την άμυνα της άλλαξε τα πάντα.
Ωστόσο, δεν διαφαίνεται consensus στο ερώτημα αν η πρώτη προτεραιότητα για τις δαπάνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να είναι η ασφάλεια.
Οι διαπραγματεύσεις προμηνύονται δύσκολες και πιθανότατα θα χρειαστούν γύρω στα τρία χρόνια τουλάχιστον. Τα ερωτήματα που χρειάζονται απαντήσεις μέχρι το τέλος του 2027 περιλαμβάνουν το πως θα αντληθούν οι απαιτούμενοι πόροι, το ύψος των δαπανών και το ποιος και που θα τα ξοδέψει. Θα μπορούν οι κυβερνήσεις των χωρών-μελών να δαπανήσουν τα κονδύλια χωρίς όρους ή προαπαιτούμενα;
Ο προϋπολογισμός ή το MFF (Multiannual Financial Framework) όπως λέγεται στην αργκό της ΕΕ δεν είναι εύκολη υπόθεση καθώς κάθε κονδύλιο πρέπει να συμφωνηθεί από όλες τις 27 κυβερνήσεις.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή τη φορά δεν υπάρχει μία Angela Merkel που συνήθιζε να μεσολαβεί ώστε να κλείσουν δύσκολες συμφωνίες μεταξύ των ηγετών της ΕΕ στις Βρυξέλλες, επισημαίνουν διπλωμάτες της ΕΕ.
Αυτό που δεν αναφέρουν είναι ότι ο μακροβιότερος ηγέτης στην ΕΕ, ο Viktor Orban, πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, έχει ήδη δυσκολέψει την προσπάθεια της Ευρώπης να καταλήξει σε συμφωνία ώστε να σταλεί χρηματοοικονομική βοήθεια στην Ουκρανία.
Αλλά δεν είναι μόνο ο Orban το προβληματικό παιδί της ΕΕ. Στις πρωτεύουσες της Ένωσης υπάρχει βαθύ χάσμα όσον αφορά στο ποια θα πρέπει να είναι η τοπ προτεραιότητα. Να ενισχυθεί η αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης ενόψει ενός επιθετικού Κρεμλίνου ή να κατευθυνθούν πρόσθετοι πόροι στις πράσινες επενδύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Οι προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας δεν διευκολύνουν την επίτευξη συμφωνίας για την αύξηση των δαπανών. Η ανάπτυξη έχει ατονήσει μετά τις αυξήσεις επιτοκίων για να ελεγχθεί ο πληθωρισμός. Η ευρωπαϊκή οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 0,9% φέτος και με 1,7% το 2025, σύμφωνα με την Κομισιόν.
Χώρες που θεωρούν ότι επηρεάζονται λιγότερο από τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπως η Ισπανία, απωθούν τη συζήτηση για την αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Υπάρχει και το αμείλικτο ερώτημα του πως θα χρηματοδοτηθούν οι αυξημένες δαπάνες.
Χρειάστηκε μία παγκόσμια πανδημία και μεγάλη βουτιά της οικονομίας το 2020 για να πεισθούν η Γερμανία και η Ολλανδία να σπάσουν το ταμπού της κοινής έκδοσης χρέους στην ΕΕ για να δημιουργηθεί ένας κουμπαράς πέρα από τον προϋπολογισμό.
Η κίνηση δικαιολογήθηκε από την Κομισιόν ως ένα έκτακτο μέτρο για να αναχαιτιστεί η μεγαλύτερη ύφεση στη μεταπολεμική εποχή, ωστόσο, μερικές χώρες της Ένωσης θέλουν να επαναλάβουν το μοντέλο αυτό για την αγορά όπλων για την Ουκρανία.
Η Κομισιόν πρέπει επίσης να βρει νέο χρήμα για να πληρώσει τους τόκους στο χρέος που εκδόθηκε μετά την πανδημία και για να προετοιμάσει το έδαφος για τη μεγαλύτερη διεύρυνση της ΕΕ την τελευταία 20ετία.