Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Μόλις μία εβδομάδα μετά το Eurogroup και των συστάσεων που απηύθυνε ο επικεφαλής των «19» Μάριο Σεντένο προς την ελληνική πλευρά για επιτάχυνση του ρυθμού αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών, τα στοιχεία που δημοσίευσε, χθες, το Γενικό Λογιστήριο έρχονται να επιβεβαιώσουν τις ανησυχίες των ευρωπαίων εταίρων μας. Η κυβέρνηση σταμάτησε να πληρώνει.
Ωστόσο, το αυτί της δεν φαίνεται να ιδρώνει και απελευθερωμένη πλέον από το ενδεχόμενο να μην κλείσει κάποια διαπραγμάτευση και χάσει κάποια δόση, κάνει αυτό που πάντα ήθελε. Διαχειρίζεται όπως ακριβώς θέλει το δημόσιο χρήμα. Μοιράζει μερίσματα και επιδόματα αφήνοντας στην άκρη τις οφειλές της. Προφανώς δεν ενδιαφέρεται για το γεγονός ότι χρωστάει 2,6 δισ. ευρώ στις επιχειρήσεις που προμηθεύουν μεταξύ άλλων και τα νοσοκομεία.
Δεν ενδιαφέρεται για το ότι έχει σταματήσει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και συγκεκριμένα καταγράφεται υποεκτέλεσή του κατά 1,3 δισ. ευρώ. Αυτό που επιθυμεί είναι να μοιράσει χρήμα στις ομάδες εκείνες που ευελπιστεί ότι θα κερδίσει την ψήφο τους.
Και όλα αυτά όταν οι ευρωπαίοι τον περασμένο Αύγουστο έδωσαν το ποσό των 922,6 εκατ. ευρώ προκειμένου να πληρωθούν οι υποχρεώσεις του Δημοσίου. Ωστόσο, oι πληρωμές ήταν μόλις 185,4 εκατ. ευρώ. Δηλαδή δεν καταβλήθηκαν περί τα 737,2 εκατ. ευρώ ποσό το οποίο χρειάζονται οι επιχειρήσεις οι οποίες αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας ιδιαίτερα την περίοδο αυτή που το κλίμα αβεβαιότητας έχει επιστρέψει στην αγορά. Το ποσό αυτό είναι άγνωστο πότε θα διατεθεί αλλά και εάν οι επιχειρήσεις θα πάρουν εντόκως τα ποσά που τους οφείλονται καθώς οι οφειλές και οι επιστροφές φόρου ξεπερνούν τις 90 ημέρες που θέτει ως όριο η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Την ίδια στιγμή αντί να συμψηφίζονται τα ποσά που χρωστάει το ελληνικό δημόσιο με τις οφειλές των φορολογούμενων που έχουν δημιουργηθεί, για παράδειγμα με τον ενιαίο φόρο ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), καλεί τους φορολογούμενους να πληρώσουν κανονικά τις υποχρεώσεις τους και κάποια στιγμή στο μέλλον θα τους πιστώσει την επιστροφή στον λογαριασμό τους. Μάλιστα, εάν η επιχείρηση ή ο φορολογούμενος καθυστερήσουν να πληρώσουν τις οφειλές τους, το χρέος καθίσταται ληξιπρόθεσμο και επιβάλλονται υψηλά επιτόκια αλλά και πρόστιμα όπως προβλέπει η νομοθεσία. Αντίθετα, το ελληνικό δημόσιο καθυστερεί να επιστρέψει τα οφειλόμενα χωρίς να έχει καμία επίπτωση.
Και το χειρότερο είναι ότι έχει εγκαταλείψει οποιαδήποτε προσπάθεια μηδενισμού των ληξιπρόθεσμων οφειλών παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει πάρει περισσότερα από 5,5 δισ. ευρώ για το σκοπό αυτό.
Σύμφωνα, με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου, τον Οκτώβριο του 2018 οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Δημοσίου κατέγραψαν νέα αύξηση φτάνοντας στα 2,621 δισ. ευρώ από 2,612 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο. Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΓΛΚ:
- Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορέων της γενικής κυβέρνησης αυξήθηκαν κατά 81 εκατ. ευρώ στο 1,994 δισ. ευρώ τον Οκτώβριο από 1,913 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο.
- Οι καθυστερούμενες επιστροφές φόρου μειώθηκαν τον Οκτώβριο στα 627 εκατ. ευρώ από 669 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα.
- Τα ληξιπρόθεσμα χρέη των ΟΤΑ μειώθηκαν οριακά στα 263 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο.
- Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ασφαλιστικών ταμείων μειώθηκαν στα 799 εκατ. ευρώ από 833 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα. Τα χρέη του ΕΟΠΥΥ υποχώρησαν κατά 2 εκατ. στα 250 εκατ. ευρώ.
- Στις ΔΕΚΟ οι οφειλές αυξήθηκαν από τα 296 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο στα 341 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο.