Οι αγορές περιμένουν επενδυτικό σήμα από την έναρξη των έργων του Ταμείου Ανάπτυξης. Οι επενδυτές έχουν εντυπωσιαστεί από το ελληνικό σχέδιο αλλά τώρα περιμένουν την εφαρμογή του. Και ακριβώς επειδή διατηρούν επιφυλάξεις ως προς το κατά πόσο η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει τα επόμενα χρόνια τη δυναμική της, αναμένουν να δουν στην πράξη τα πρώτα projects να τρέχουν, τονίζει μέσω Liberal o αναλυτής της Bank of America Merrill Lynch, Αθανάσιος Βαμβακίδης στον απόηχο των καλών νέων για το δεύτερο τρίμηνο.
Και εξηγεί ότι αν η Ελλάδα δεν «τρέξει» τα έργα του Ταμείου και τις μεταρρυθμίσεις, τότε η ανάπτυξη της οικονομίας θα αποδειχθεί πρόσκαιρη. «Τέτοιες μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν την οικονομία μακροπρόθεσμα σε ανάπτυξη πάνω από 2% ή ακόμη και 3%. Φοβάμαι όμως ότι ακόμη δεν βρισκόμαστε εκεί. Σε κάθε περίπτωση, το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί μεγάλη ευκαιρία ώστε να πετύχει αυτό το στόχο. Ίσως είναι και η τελευταία ευκαιρία», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σχετικά με το πληθωρισμό θεωρεί, όπως και άλλοι αναλυτές, ότι η άνοδος θα είναι παροδική, κρατά ωστόσο επιφυλάξεις για τις ενεργειακές τιμές παραθέτοντας τις εκτιμήσεις της BofA ότι θα παραμείνουν ψηλά για καιρό. Ειδικά για το πετρέλαιο, η τράπεζα «βλέπει» για το 2022 το αργό στα 71 δολάρια και το μπρεντ στα 75.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Στην πλειοψηφία τους οι αναλυτές εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα είναι παροδικό φαινόμενο. Ποιά η γνώμη σας;
Πράγματι, μεγάλο μέρος των ανατιμήσεων είναι παροδικό φαινόμενο. Στην παρούσα συγκυρία ζούμε τις περυσινές επιπτώσεις από την κατάρρευση των τιμών ειδικά στα εμπορεύματα και στο πετρέλαιο. Βλέπουμε επίσης με την επανεκκίνηση της οικονομίας σαφείς ενδείξεις εμποδίων στις παραδόσεις, οι οποίες θεωρητικά τουλάχιστον, είναι προσωρινές.
Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν περιπτώσεις, όπου είναι εμφανείς οι ενδείξεις πιο επίμονων πληθωριστικών πιέσεων. Αν και έως τα τέλη του έτους θα έχουμε αφήσει λογικά πίσω μας τις βασικές επιπτώσεις από την εκτίναξη της ζήτησης, εντούτοις κάποια από τα εμπόδια στον εφοδιασμό φαίνεται πως θα επιμείνουν. Ο υψηλός πληθωρισμός αναμένεται να πλήξει κυρίως τις ΗΠΑ και ενώ τόσο οι δημοσιονομικές, όσο και οι νομισματικές πολιτικές παραμένουν πολύ χαλαρές, παρ' ό,τι το κενό παραγωγής έχει ήδη κλείσει.
Στην παρούσα φάση, δεν μας ανησυχεί μεσοπρόθεσμα η άνοδος του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ όπου ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε κατακόρυφα, στην Ευρωζώνη παραμένει ακόμη αρκετά κάτω από το στόχο. Η βασική μας εκτίμηση είναι ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα μειωθεί από την επόμενη χρονιά ξανά κάτω από τον στόχο του 2%, όταν στις ΗΠΑ θα παραμείνει κοντά στο 3%.
Σε μακροπρόθεσμη βάση αναμένουμε υψηλότερο παγκόσμιο πληθωρισμό τα επόμενα χρόνια, καθώς μια σειρά από παράγοντες που τα προηγούμενα χρόνια τον κρατούσαν καθηλωμένο, παύουν να ασκούν την ίδια επίδραση.
Η παγκοσμιοποίηση μεταλλάσσεται. Οι τιμές στα ενεργειακά προϊόντα αυξάνονται. Οι νομισματικές πολιτικές παραμένουν εδώ και καιρό πολύ χαλαρές και οι κεντρικές τράπεζες καλούνται πλέον να ανεχτούν αυξημένα επίπεδα πληθωρισμού. Βλέπουμε επίσης ενδείξεις ότι η διαπραγματευτική ικανότητα των εργαζομένων έχει ενισχυθεί και μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση μισθών.
Εκτιμάτε ότι οι αυξήσεις στις ενέργεια, σε αντίθεση με άλλα προϊόντα και υπηρεσίες, θα έχουν πιο μόνιμα χαρακτηριστικά; Μήπως δηλαδή έχουμε μπει σε μια περίοδο μόνιμα ακριβότερων ενεργειακών τιμών;
Αυτό είναι πράγματι ανησυχητικό και επηρεάζει άμεσα την οικονομία και τα πραγματικά εισοδήματα. Τα αποθέματα αργού πετρελαίου του ΟΟΣΑ έχουν υποχωρήσει στα χαμηλότερα επίπεδα εδώ και μια 5ετία. Και μπορεί να δούμε κάποια πρόσκαιρη μείωση στις τιμές του πετρελαίου εξαιτίας της μετάλλαξης Δέλτα, ωστόσο τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, που σημαίνει ότι οι προσδοκίες για τις τιμές παραμένουν υψηλά. Στην πραγματικότητα, εκτιμάμε ότι το 2022 οι τιμές του πετρελαίου θα κυμανθούν στα 71 δολάρια το αργό και στα 75 το μπρεντ. Αναμένουμε ότι η αστάθεια θα παραμείνει υψηλή στις τιμές της ενέργειας, δεδομένης της σημαντικής ακόμη αβεβαιότητας για τις παγκόσμιες προοπτικές και των κινδύνων που σχετίζονται με το πετρέλαιο.
Έχετε κάποια εκτίμηση για ποιο λόγο, τα καλά νέα για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και την αύξηση 16,2% του ελληνικού ΑΕΠ στο β’ τρίμηνο, δεν βρίσκουν ανταπόκριση στο ελληνικό Χρηματιστήριο; Είναι μήπως επειδή τα έχει προεξοφλήσει και εστιάζει στο αύριο, στην εκκίνηση των μεγάλων έργων ή άλλες αιτίες;
Πράγματι, πολλές από τις εξελίξεις έχουν ήδη προεξοφληθεί. Το ελληνικό χρηματιστήριο βρίσκεται σε προ πανδημίας επίπεδα και κινείται στην ίδια κατεύθυνση με την οικονομία που επίσης προσεγγίζει προ πανδημίας επίπεδα. Η αγορά διατηρεί επιφυλάξεις ως προς το ενδεχόμενο τα επόμενα χρόνια να αποδυναμωθεί η ανάπτυξη, έπειτα από τις πολύ ισχυρές επιδόσεις του ανοίγματος της οικονομίας.
Επίσης, οι τελευταίες εξελίξεις γύρω από τη μετάλλαξη Δέλτα και η επιδείνωση για την ανάληψη ρίσκου διεθνώς, επηρεάζουν και αυτές τις ελληνικές μετοχές. Επιπλέον, πολλά καλά νέα έχουν ήδη ενσωματωθεί στις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών, σε συνέχεια της ουσιαστικής τους προόδου για μείωση των κόκκινων δανείων.
Και μπορεί οι επενδυτές να εντυπωσιάστηκαν από το ελληνικό σχέδιο για την αξιοποίηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά τώρα περιμένουν την εφαρμογή του. Είναι αυτό που θα μπορούσε να δώσει μια ακόμη ώθηση στην ελληνική οικονομία και τα εγχώρια περιουσιακά στοιχεία.
Ταυτόχρονα, η αγορά αναμένει την απόφαση της ΕΚΤ ως προς το αν τα ελληνικά ομόλογα θα παραμείνουν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης μετά τη λήξη το προσεχή Μάρτιο του QE Πανδημίας (PEPP). Είχαν συμπεριληφθεί σε αυτό ως εξαίρεση, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε επενδυτική βαθμίδα.
Σας ανησυχεί μήπως η εκτίναξη του ελληνικού ελατηρίου είναι παροδική και μετά το 2022 η χώρα επιστρέψει ξανά σε χαμηλούς ρυθμούς; Και πόσο εφικτό είναι για την Ελλάδα να βλέπει ανάπτυξη 5% κάθε χρόνο;
Είναι αλήθεια ότι οι προβλέψεις για την Ελλάδα κάνουν λόγο για ανάπτυξη κάτω του 2% μακροπρόθεσμα, ακόμη και κάτω του 1,5% σε ορισμένες περιπτώσεις. Τέτοιες προβλέψεις στηρίζονται σε μοντέλα τα οποία λαμβάνουν υπόψιν τα δεδομένα και την εμπειρία του πρόσφατου παρελθόντος.
Το δημογραφικό στην Ελλάδα αποτελεί ένα τρομερό πρόβλημα, ενώ η δημοσιονομική πολιτική πιθανότατα θα αυστηροποιηθεί έπειτα από την επαναφορά το 2022 των δημοσιονομικών κανόνων. Επιπλέον, όσο ο πληθωρισμός θα πλησιάζει στον στόχο που έχει τεθεί, τόσο θα μειώνονται τα επόμενα χρόνια οι πιθανότητες για στήριξη μέσω των νομισματικών πολιτικών της ΕΚΤ.
Η θετική πλευρά αφορά τα κεφάλαια που πρόκειται να λάβει η Ελλάδα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και τα οποία θα ενισχύσουν την ανάπτυξη. Το κατά πόσο ωστόσο η επίδραση από τα ευρωπαϊκά κονδύλια θα είναι διατηρήσιμη μακροπρόθεσμα εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο θα αξιοποιηθούν.
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να έχει ανάγκη από μεταρρυθμίσεις που θα την οδηγήσουν σε μεγαλύτερη αναδιάρθρωση, με έμφαση κλάδους δυναμικούς και με εξωστρεφή προσανατολισμό, μακριά από μη βιώσιμες βιομηχανίες. Η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια δημιουργική καταστροφή που δυστυχώς δεν πραγματοποιήθηκε, τουλάχιστον όχι σε ικανοποιητικό βαθμό, κατά την δεκαετή κρίση.
Τέτοιες μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν την οικονομία μακροπρόθεσμα σε ανάπτυξη πάνω από 2% ή ακόμη και 3%. Φοβάμαι όμως ότι ακόμη δεν βρισκόμαστε εκεί. Σε κάθε περίπτωση, το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί μεγάλη ευκαιρία ώστε να πετύχει αυτό τον στόχο. Ίσως είναι και η τελευταία ευκαιρία.