Του Γιώργου Φιντικάκη
Τις πληγές της μετρά η αγορά έπειτα από 66 ημέρες αποκλεισμένης σιδηροδρομικής γραμμής από πρόσφυγες και μετανάστες στην Ειδομένη, που την κατέλαβαν με αίτημα να ανοίξουν τα Σκόπια τα σύνορα, προκειμένου να φύγουν προς την Ευρώπη.
Δίχως ο επιχειρηματικός κόσμος να ανεβάζει ψηλά τον πήχη των προσδοκιών για άμεση εκκένωση του άτυπου καταυλισμού, εντούτοις δεν κρύβει την ικανοποίησή του για την απόφαση που φαίνεται ότι έλαβε η κυβέρνηση να ξεκινήσει σήμερα ή αύριο η μεταφορά των 8.000 ατόμων της Ειδομένης σε οργανωμένες δομές φιλοξενίας στη Βόρεια Ελλάδα.
Αλλά κρατά μικρό καλάθι και περιμένει πρώτα να το δει για να το πιστέψει, καθώς επί δύο μήνες, και παρά τις αλλεπάλληλες επιστολές και εκκλήσεις προς τους αρμόδιους υπουργούς, η κυβέρνηση μετρούσε το πολιτικό κόστος μιας αστυνομικής επιχείρησης και επέλεγε να κρατά αποστάσεις από το καυτό θέμα, να το μην αγγίζει.
Ο λογαριασμός είναι ήδη βαρύς και ας μην έχει γίνει αισθητός στα μεγάλα αστικά κέντρα : Βραχυκύκλωμα σε όλη την αλυσίδα των εισαγωγών- εξαγωγών, ζημιές κοντά στα 6 εκατ. ευρώ, ακυρώσεις συμβολαίων, παρενέργειες στις χερσαίες και λιμενικές μεταφορές, στην υπό ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, αλλά κυρίως πλήγμα στο δεύτερο μεγαλύτερο στρατηγικό πλεονέκτημα που έχει η χώρα, μετά τον τουρισμό: Τη γεωγραφική της θέση ως πύλης εισόδου για τη μεταφορά των ασιατικών προϊόντων προς την Ευρώπη.
Εδώ και δύο μήνες οι εμπορικές αμαξοστοιχίες αναγκάζονται να ακολουθούν από και προς Ευρώπη εναλλακτική διαδρομή, μέσω της Βουλγαρίας, ανεβάζοντας κατά 5.000-6.000 ευρώ ανά συρμό το επιπλέον κόστος μεταφοράς, το οποίο μετακυλίεται στην τιμή των προϊόντων. Βάσει συμφωνιών με σιδηροδρόμους άλλων κρατών, ο ΟΣΕ, καλείται να πληρώσει καθημερινά χιλιάδες ευρώ ως αποζημίωση για τα 300 περίπου βαγόνια ευρωπαϊκών εταιρειών που παραμένουν επί εβδομάδες ακινητοποιημένα στους σταθμούς της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας. Πρόκειται για συρμούς που μπήκαν στη χώρα φορτωμένοι με εμπορεύματα ωστόσο δεν μπορούν πλέον να εξέλθουν, καθώς έχουν εγκλωβιστεί μετά το κλείσιμο της γραμμής. Το κυριότερο ωστόσο είναι ότι απαξιώνεται ο ελληνικός σιδηρόδρομος, πλήττεται η αξιοπιστία του ως μέσο μεταφοράς, ευτελίζεται σε μια περίοδο που στην Ευρώπη συμβαίνει το ανάποδο, αλλά και σε μια συγκυρία όπου βρίσκεται σε εξέλιξη η αποκρατικοποίησή του.
Αυτό είναι και το σοβαρότερο πρόβλημα, με επιπτώσεις που διαχέονται σε όλη την αλυσίδα του ελληνικού διαμετακομιστικού εμπορίου, επομένως και στο λιμάνι του Πειραιά. Τα ανταγωνιστικά λιμάνια της Μεσογείου (Σμύρνη στη Τουρκία, Δυρράχιο στην Αλβανία, Κόπερ στη Σλοβενία) περιμένουν πώς και πώς την ευκαιρία για να αρπάξουν πελατεία από τον ΟΛΠ. Το αυτό ισχύει και για τον επίσης υπό αποκρατικοποίηση ΟΛΘ.
Πληρώνουμε με άλλα λόγια ακριβά αυτόν τον αποκλεισμό, και ας μη φαίνεται, ας μην έχουν περάσει οι επιπτώσεις στην καθημερινότητα των κατοίκων των πόλεων της Βορείου Ελλάδος. Είναι όμως έτσι; Διότι τα δρομολόγια των επιβατικών τρένων που μέχρι και πριν από δύο μήνες μετέφεραν επιβάτες από τα Σκόπια και τη Σερβία στην αγορά της Θεσσαλονίκης, και τόνωναν την τοπική αγορά, πλέον δεν έρχονται.
Για καιρό η κυβέρνηση ανεχόταν τη κατάσταση, επέμενε να μη χρησιμοποιεί τους μηχανισμούς επιβολής της τάξης, φοβούμενη τυχόν απρόοπτα που δεν θα μπορούσε να ελέγξει. Υπό μια έννοια ο φόβος αυτός είναι λογικός -θα πει κάποιος- το πρόβλημα είναι τεράστιο, δεν τα βάζεις εύκολα με χιλιάδες ανθρώπους που έχουν στήσει τις σκηνές τους πάνω στις ράγες, διεκδικώντας μια τρίτη χώρα να ανοίξει τα σύνορά της για να περάσουν μέσω αυτής προς την Ευρώπη.
Περισσότερο ωστόσο από την ουσία, εκείνο που είχε προκαλέσει στον επιχειρηματικό κόσμο τη μεγαλύτερη ενόχληση, αλγεινές εντυπώσεις ήταν η στάση του καθ' ύλην αρμόδιου υπουργού, του Υποδομών και Μεταφορών Χρήστου Σπίρτζη. Επί εβδομάδες οι επιχειρηματικοί φορείς τον καλούσαν μέσω επιστολών και εκκλήσεων να κάνει κάτι για να ανοίξει η σιδηροδρομική γραμμή.
"Δεν είναι δικό μου θέμα, παρά των αναπληρωτών υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννη Μουζάλα και Προστασίας του Πολίτη Νίκου Τόσκα", ήταν η μόνιμη επωδός του υπουργού, που περιοριζόταν να βλέπει τα τρένα να... μην περνούν.