Η αντιστροφή του brain drain, δηλαδή της εξόδου περίπου 300 χιλιάδων νεαρών, μορφωμένων Ελλήνων τα τελευταία 13 χρόνια από τη χώρα, είναι απαραίτητος όρος για την αναβάθμιση της Ελληνικής οικονομίας και την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας σε οικονομία υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Η τάση αυτή θα σήμαινε, πρακτικά, ότι αυτοί οι φιλόδοξοι νέοι Έλληνες θα επιστρέψουν στην Ελλάδα για να εργαστούν και να επιχειρήσουν εδώ. Με τον τρόπο αυτό, θα συμβάλουν στην πρόοδο της χώρας, στη μεγέθυνση της οικονομίας και στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου του Ελληνικού λαού.
Σκεφτείτε λίγο τι προϋποθέτει αυτό. Κατ’ αρχήν, οι δυνητικά επαναπατριζόμενοι μπορεί να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες:
- Στους επιστήμονες, οι οποίοι θα γυρίσουν για να απασχοληθούν σε ΑΕΙ, σε ερευνητικά ινστιτούτα ή σε εταιρίες που καινοτομούν και χρειάζονται επιστημονικό προσωπικό για έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων.
- Στα στελέχη, που θα επιστρέψουν για να απασχοληθούν στον ιδιωτικό τομέα με μεγάλες αποδοχές και, εξίσου σημαντικό, προοπτικές επαγγελματικής ανέλιξης και αναρρίχησης στην κορυφή της εταιρικής ιεραρχίας.
- Σε όσους έχουν επιχειρηματικό πνεύμα και ανησυχίες και επιθυμούν να ιδρύσουν νεοφυείς εταιρίες στην Ελλάδα με προοπτική τη διεθνή επέκταση και τη συσσώρευση πλούτου.
Και οι 3 παραπάνω κατηγορίες, σήμερα, προσφέρουν μηδενικές προοπτικές για νέους Έλληνες που θα θέλαμε να προσελκύσουμε πίσω στην Ελληνική αγορά εργασίας. Για δύο σημαντικούς λόγους: πρώτον, η Ελλάδα, δυστυχώς, δεν προσφέρει ακόμη επαγγελματικό περιβάλλον και προοπτικές για την προσέλκυση τέτοιων ανθρώπων. Και δεύτερον, όποιος έχει ζήσει και εργαστεί για 10 χρόνια σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Γαλλία, η Ελβετία ή η Βρετανία είναι σχεδόν αδύνατον να γυρίσει στην Ελλάδα για επαγγελματικούς λόγους. Λόγω νοσταλγίας ή οικογενειακών λόγων, ναι. Για επαγγελματικούς λόγους, όμως, από εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο.
Οι άνθρωποι αυτοί στα χρόνια που είναι στο εξωτερικό έριξαν ρίζες. Συνήθισαν έναν τρόπο ζωής πολύ πιο προηγμένο, ορθολογικό και ήρεμο από της Ελλάδος. Τα παιδιά τους τελείωσαν σχολεία, έκαναν φίλους, απέκτησαν δεύτερη πατρίδα, φοιτούν ή θα φοιτήσουν στα τοπικά πανεπιστήμια, που είναι ασύγκριτα καλύτερα από ό,τι έχει να προσφέρει η Ελλάδα.
Για να πεισθούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, οι προοπτικές εδώ θα πρέπει να πλησιάζουν τις προοπτικές που έχουν μένοντας στο εξωτερικό. Για τους περισσότερους από αυτούς, δεν είναι αρκετό οι συνθήκες στην Ελλάδα να είναι καλύτερες από ό,τι ήταν το καταστροφικό 2015. Πρέπει να είναι συγκρίσιμες με αυτές των χωρών που κατοικούν.
Αλλά, δυστυχώς, δεν είναι. Και να γιατί.
1. Επιστήμονες
Η συντριπτική πλειοψηφία των διδασκόντων σε Ελληνικά ΑΕΙ σήμερα έχουν κάνει διδακτορικό σε Ελληνικό ΑΕΙ. Δεδομένου ότι τα Ελληνικά ΑΕΙ κατατάσσονται από τη θέση 300 και κάτω στην εγκυρότερη παγκόσμια επιστημονική κατάταξη πανεπιστημίων (Shanghai Ranking), η πρόσληψη καθηγητών που έχουν διδακτορικά από πανεπιστήμια που κατατάσσονται από τη θέση 300 και κάτω στην κατάταξη Shanghai Ranking συνεπάγεται ότι τα Ελληνικά ΑΕΙ πλέουν στην επιστημονική και διδακτική μετριότητα.
Αυτό, πρακτικά, σημαίνει δύο πράγματα:
- Η πρόσληψη από Ελληνικό ΑΕΙ είναι προοπτική αποτυχίας για τους νέους Έλληνες επιστήμονες που πήραν διδακτορικά από πανεπιστήμια που βρίσκονται στα πρώτα 50 ή 100 του κόσμου. Δηλαδή, ακόμη και εάν ήθελαν, τα Ελληνικά ΑΕΙ είναι αμφίβολο εάν μπορούν να προσλάβουν άριστους Έλληνες καθηγητές, οι οποίοι έχουν προτάσεις από πολύ καλύτερα ΑΕΙ εκτός Ελλάδος, που, επιπλέον, είναι σε θέση να προσφέρουν πολλαπλάσιες αποδοχές και ένα διδακτικό περιβάλλον χωρίς καταλήψεις και βία.
- Όμως, οι πιθανότητες Ελληνικά ΑΕΙ να θέλουν να προσλάβουν άριστους απόφοιτους κορυφαίων ξένων πανεπιστημίων είναι σχεδόν μηδενικές. Γιατί, ποιος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ή του Πανεπιστημίου Αιγαίου θα ψήφιζε υπέρ της πρόσληψης διδάκτορα του Stanford ή του Imperial και θα έβαζε τον εαυτό του στη θέση να συγκρίνεται το επιστημονικό του έργο με αυτών; Θυμηθείτε ότι προ ετών, το διδακτικό προσωπικό του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών απέρριψε την πρόσληψη του αστροφυσικού Δημήτρη Νανόπουλου για .... επιστημονικούς λόγους...
Το πλέον αποκαρδιωτικό είναι ότι το πρόβλημα αυτό δε λύνεται. Δε γίνεται να απολυθούν μαζικά καθηγητές ΑΕΙ για να αντικατασταθούν με επιστήμονες υψηλότερων προδιαγραφών, και δε γίνεται οι προσλήψεις αυτές να γίνουν με υπουργική απόφαση.
Θα πάρει μια γενιά για να λυθεί αυτό το πρόβλημα – εάν ήθελε, φυσικά, κάποιος να το λύσει. Όμως, σε καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που ο πολιτικός ορίζοντας αρχίζει από τα 4 χρόνια και καθημερινά μειώνεται, μέχρι την ημέρα των εκλογών, η επίλυση ενός προβλήματος μετά μια γενιά είναι τελείως εκτός του πεδίου ορισμού του ενδιαφέροντος του πολιτικού προσωπικού.
Εξάλλου, η μετριότητα των Ελληνικών ΑΕΙ όχι μόνο δεν ενοχλεί αλλά εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολιτικών, των ολιγαρχών και των παρατρεχάμενων τους. Θυμάστε την τελευταία φορά που είδατε αρχηγό κόμματος, υπουργό, βουλευτή, «επιχειρηματία», μεγαλοδημοσιογράφο, κλπ, να παρευρίσκεται στην αποφοίτηση του παιδιού του από δημόσιο λύκειο ή Ελληνικό πανεπιστήμιο; Όχι, βέβαια. Μόνο σε ιδιωτικά σχολεία και, απευθείας, σε ξένα πανεπιστήμια φοιτούν τα παιδιά αυτής της κατηγορίας συμπολιτών μας από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 μέχρι και σήμερα. Και όσο επιδεινώνεται η ποιότητα της δημόσιας παιδείας, τόσο εδραιώνεται η κυριαρχία τους στην Ελληνική κοινωνία.
Γιατί, σε μια οικονομία τεχνολογίας και γνώσης, οι σπουδές και οι δεξιότητες είναι ο μοναδικός παράγοντας για την επιτυχία. Και τα παιδιά τους έχουν καλύτερες σπουδές από όλους τους υπόλοιπους. Άρα, γιατί να αλλάξουν τα πράγματα; Για να συγκρουσθούν με τους καθηγητές με διδακτορικά από το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής; Ή με το ΚΚΕ, που θεωρεί τα Ελληνικά ΑΕΙ το τελευταίο κάστρο των ιδεολογικών του ονειρώξεων;
Όσον αφορά στην απασχόληση επιστημόνων σε εταιρίες που απασχολούν επιστημονικό προσωπικό, ποιες άραγε είναι αυτές; Μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Η Ελληνική οικονομία παράγει ελάχιστη βασική έρευνα και δημιουργεί ελάχιστη παραγωγή πρωτότυπων τεχνολογιών. Ως αποτέλεσμα, η ζήτηση των επιχειρήσεων περιορίζεται σε καταρτισμένους χειριστές τεχνολογιών που παράγονται στο εξωτερικό και όχι σε επιστήμονες αιχμής που θα επινοήσουν τεχνολογίες και προϊόντα/υπηρεσίες που θα ανταγωνιστούν στις διεθνείς αγορές τις πιο τεχνολογικά εξελιγμένες εταιρίες. Έτσι, οι Έλληνες επιχειρηματίες, που θα μπορούσαν να απαιτήσουν από την πολιτική τάξη τη βελτίωση της ποιότητας των ΑΕΙ για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους σε υψηλής ποιότητας επιστήμονες, δεν έχουν τέτοια ανάγκη και δεν εκφράζουν τέτοιες απαιτήσεις.
Ακούσατε κανέναν επιχειρηματία τα τελευταία χρόνια να παραπονιέται ότι είναι δύσκολο να εξασφαλίσει υψηλής ποιότητας επιστημονικό προσωπικό για την επιχείρηση του; Όχι βέβαια. Όλα τα παράπονα για ελλείψεις εργαζομένων αφορούν σε εργάτες οικοδομής και σε εργαζόμενους για τη συγκομιδή φράουλας και ντομάτας.
Συμπέρασμα: όσοι πιστεύουν ότι υπάρχει περίπτωση επαναπατρισμού άριστων Ελλήνων επιστημόνων απλώς ονειρεύονται.
2. Στελέχη
Το ίδιο αντίξοες είναι οι συνθήκες και για τον επαναπατρισμό όσων έχουν φιλοδοξία την καριέρα στελέχους ιδιωτικής επιχείρησης.
Καταρχήν, στα επόμενα χρόνια, με την διάχυση της τεχνολογίας και την εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, η ανάγκη των πολυεθνικών για διατήρηση τοπικών εταιριών πωλήσεων θα μειωθεί δραματικά. Πανευρωπαϊκά δίκτυα πωλήσεων θα μπορούν να εξυπηρετηθούν καλύτερα από κεντρικές εταιρικές μονάδες ελέγχου πωλήσεων, μάρκετινγκ, χρηματοδότησης, κλπ, όπως γίνεται στις ΗΠΑ. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι η προοπτική καριέρας ως στέλεχος πολυεθνικής στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα είναι άσκηση για πολύ λίγους.
Τι μένει; Οι Ελληνικές επιχειρήσεις. Και εδώ προκύπτει το μεγάλο πρόβλημα. Γιατί, για να μπορείς να προσελκύσεις αξιόλογα ή άριστα στελέχη από το εξωτερικό πρέπει να πληρούνται δύο προϋποθέσεις:
- Πρέπει να είσαι σε θέση να προσφέρεις αποδοχές ανταγωνιστικές με εταιρίες του εξωτερικού. Οι οποίες, όμως, προσφέρουν τριπλάσιες, πενταπλάσιες και δεκαπλάσιες αποδοχές από τις Ελληνικές εταιρίες λόγω όγκου: άλλους μισθούς πληρώνει μια εταιρία που έχει ετήσιες πωλήσεις ύψους €2 δις στα 80 στελέχη της και άλλες μια εταιρία που έχει πωλήσεις €25 εκ. στα 12 στελέχη της. Για να μεγαλώσουν τόσο όσο οι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές τους, οι Ελληνικές εταιρίες χρειάζονται αξιόλογο προσωπικό. Για να προσελκύσουν, όμως, αξιόλογο προσωπικό πρέπει να πληρώσουν μισθούς που μόνο οι πολύ μεγαλύτεροι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές τους μπορούν να πληρώσουν. Catch 22.
- Οι εταιρίες πρέπει να προσφέρουν αξιοκρατικό περιβάλλον και προοπτική ανέλιξης. Αυτό σημαίνει ότι οι ανώτατες θέσεις της εταιρικής ιεραρχίας είναι διεκδικήσιμες από όλους όσους πληρούν τα κριτήρια και όχι μόνο στα μέλη της οικογένειας που ελέγχει την εταιρία. Σας διαβεβαιώ ότι, τον 21ο αιώνα, ύστερα από 45 χρόνια συμμετοχής της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μόνο δεύτερης και τρίτης κατηγορίας στελέχη δέχονται να κάνουν καριέρα σε εταιρίες που ο ιδρυτής ετοιμάζει τα παιδιά του να αναλάβουν τα ηνία και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας έχουν το ίδιο επίθετο, με εξαίρεση αυτό του οικογενειακού δικηγόρου. Σκεφτείτε τώρα πόσες τέτοιες ιδιωτικές εταιρίες υπάρχουν στην Ελλάδα.
Συμπέρασμα: οι καλύτεροι από όσους θέλουν να ακολουθήσουν καριέρα στελέχους επιχείρησης εξαιρετικά δύσκολα θα αποφασίσουν να γυρίσουν στην Ελλάδα.
3. Επιχειρηματίες
Αυτή είναι ίσως η πιο κρίσιμη κατηγορία νεαρών Ελλήνων που θα έπρεπε να προσελκύσουμε πίσω στη χώρα γιατί χωρίς νέες, καινοτόμες επιχειρήσεις, η οικονομία μας δεν έχει σοβαρό μέλλον και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου θα είναι πάντα περιορισμένη και θα υπολείπεται των Ευρωπαίων εταίρων μας.
Όμως, γιατί να έλθει στην Ελλάδα να ξεκινήσει μια νεοφυή επιχείρηση ένας φιλόδοξος νεαρός Έλληνας; Δηλαδή, κάποιος που έχει μόλις τελειώσει κάποιο καλό πανεπιστήμιο του εξωτερικού και έχει μια καλή ιδέα; Εάν τελείωσε κάποιο καλό πανεπιστήμιο του εξωτερικού και έχει μια καλή ιδέα, ο επίδοξος επιχειρηματίας ζει σε μια χώρα που παρέχει πολύ περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης νεοφυών εταιριών. Γιατί να επιστρέψει και να αναλίσκει το χρόνο του με το χάος που αντιμετωπίζουν οι Ελληνικές επιχειρήσεις;
Πόσο εύκολα θα μπορέσει η ανώνυμη εταιρία που θα ιδρύσει στην Ελλάδα να εκδώσει μετατρέψιμες προνομιούχες μετοχές (cumulative convertible preferred shares) ή κοινές μετοχές διαφορετικών κλάσεων με διαφορετικά δικαιώματα ψήφου – κάτι συνηθισμένο και απαραίτητο στον κόσμο των νεοφυών εταιριών.
Πόσο βατή θα είναι από πολιτιστική, θεσμική και φορολογική άποψη η αποζημίωση των κρίσιμων εργαζομένων με μετοχές και δικαιώματα προαίρεσης στα πρώτα χρόνια ανάπτυξης της νεοφυούς εταιρίας;
Πόσο ελκυστικό για μια νεοφυή εταιρία είναι το φορολογικό καθεστώς μιας χώρας που επιβάλλει φόρο υπεραξίας στις μετοχές των ιδρυτών νεοφυών εταιριών, σε αντίθεση με, π.χ., τις ΗΠΑ, όπου οι πρώτες μετοχές που εκδίδει μια νεοφυής εταιρία δεν υπόκεινται σε φόρο υπεραξίας και οι ιδρυτές της εταιρίας απολαμβάνουν αφορολόγητη όλη την υπεραξία που δημιουργούν;
Ποιο τραπεζικό σύστημα θα υποστηρίξει τη νεοφυή επιχείρηση; Αυτό που κάνει μήνες να εγκρίνει ένα δάνειο, «βουλιάζει» τους εταιρικούς πελάτες του στη γραφειοκρατία, κάνει 48 ώρες να στείλει ή να παραλάβει εμβάσματα από άλλες τράπεζες ή από το εξωτερικό (ενώ οι Ευρωπαϊκές τράπεζες μεταφέρουν χρήματα σε δευτερόλεπτα) και από ετών έχει πάψει να ασχολείται με την προσέλκυση κεφαλαίων μέσω χρηματιστηρίου για τους εταιρικούς πελάτες του;
Για να μη μιλήσουμε για τις Ελληνικές εταιρίες venture capital και το Χρηματιστήριο Αθηνών – για αμφότερα τα οποία ο υπογράφων έχει προσωπική άποψη δεκαετιών.
Ποιο είναι το πρόβλημα; Όσον αφορά στα Ελληνικά VC funds, το πρόβλημα είναι ότι οι πολιτικές και γραφειοκρατικές διάνοιες που νομοθέτησαν το Ταμείο Νέας Οικονομίας (ΤΑΝΕΟ), προ περίπου 20 ετών, και όλες τις επόμενες εκδοχές του, φαίνεται να είχαν σαν κύρια φροντίδα όχι τη χρηματοδότηση Ελληνικών επιχειρήσεων με ίδια κεφάλαια αλλά την επαγγελματική αποκατάσταση ημετέρων και τον αποκλεισμό κεφαλαίων VC από το εξωτερικό.
Πως προκύπτει αυτό; Για να συγχρηματοδοτήσει ένα νέο fund το ΤΑΝΕΟ και η νεότερη εκδοχή του, η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΑΤΕ), οι διαχειριστές του fund πρέπει να είναι κάτοχοι του 100% των μετοχών της εταιρίας διαχείρισης. Με τον τρόπο αυτό, αποκλείονται από την αγορά αυτή μεγάλες εταιρίες διαχείρισης VC funds, όπως, π.χ., η Apax, η 3i, η Index Ventures, κλπ, που θα μπορούσαν να μπουν στην Ελληνική αγορά, να φέρουν τεχνογνωσία, να εντάξουν τις Ελληνικές νεοφυείς επιχειρήσεις στο διεθνές δίκτυο τους και, το σημαντικότερο ίσως, να εκπαιδεύσουν νέους Έλληνες στη διαχείριση VC funds, όπως κάνουν εδώ και δεκαετίες για στελέχη στην Ελλάδα οι ξένες πολυεθνικές εταιρίες που δρουν στη χώρα μας.
Αποτέλεσμα; Όπως σε τόσα άλλα στην Ελλάδα, η μετριότητα. Ποιά Ελληνική εταιρία που χρηματοδοτήθηκε από fund του ΤΑΝΕΟ ή της ΕΑΤΕ μπήκε σε χρηματιστήριο – Αθηνών ή του εξωτερικού; Καμμία. Και το ΤΑΝΕΟ δρα από εικοσαετίας...
Όλες οι αποεπενδύσεις αφορούν σε πωλήσεις των εταιριών χαρτοφυλακίου των funds αυτών σε ξένες εταιρίες. Που, επί της ουσίας, αγοράζουν την τεχνολογία που έχει αναπτυχθεί με κεφάλαια του Ελληνικού δημοσίου. Και, μοιραία, κάποια στιγμή, μειώνουν την παρουσία τους στην Ελλάδα και το παραμύθι της «ανάπτυξης» και της απασχόλησης Ελλήνων λαμβάνει τέλος.
Όμως, η ιδέα της ανάπτυξης νεοφυών επιχειρήσεων δεν είναι η «ανάπτυξη τεχνολογίας» ή η καταγραφή στατιστικών για να δείχνουν οι πολιτικοί και οι γραφειοκράτες το «πόσο ενδιαφέρονται για την οικονομία και την καινοτομία». Οι νεοφυείς επιχειρήσεις είναι απαραίτητες για την αναβάθμιση της προστιθέμενης αξίας της οικονομίας, δηλαδή την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, και την ενίσχυση της απασχόλησης.
Ρίξτε μια ματιά στον κατάλογο των μεγαλύτερων Αμερικανικών εταιριών με βάση την κεφαλαιοποίηση τους τον Ιούνιο 2024
Οι 6 πρώτες και οι 8 από τις 12 πρώτες είναι εταιρίες τεχνολογίας που δημιουργήθηκαν με κεφάλαια VC και είναι στο χρηματιστήριο από το 1980 (Apple). Η Αμερική αυτή τη στιγμή παράγει το 20% του πετρελαίου που καταναλώνεται σε όλον τον κόσμο: η Exxon Mobil είναι 14η στην κατάταξη των μεγαλύτερων εταιριών και η Chevron No 25. H JP Morgan Chase, η μεγαλύτερη Αμερικανική τράπεζα, με ενεργητικό ύψους $4 ΤΡΙΣεκατομμυρίων, είναι Νο 12. Η μεγαλύτερη εταιρία σουπερμάρκετ του κόσμου (Walmart) είναι Νο 13, η μεγαλύτερη εταιρία καταναλωτικών αγαθών του κόσμου (Procter & Gamble) είναι Νο 17 ενώ η Coca Cola είναι Νο 27.
Οι νεοφυείς εταιρίες υψηλής τεχνολογίας έχουν εκτοπίσει όλους τους παλαιούς πρωταθλητές της Αμερικανικής οικονομίας και είναι οι μοναδικές εταιρίες που έχουν κεφαλαιοποίηση άνω του $1 τρισεκατομμυρίου.
Στην Ελλάδα, αντίθετα, τράπεζες, ΟΠΑΠ, ΔΕΗ, ΟΤΕ, Μυτιληναίος, Motor Oil, κατασκευαστικές και Jumbo. Τα ίδια και τα ίδια και τα ίδια, εδώ και 30 χρόνια.
Εταιρίες τεχνολογίας; Νέες εισαγωγές νεοφυών εταιριών; Χρηματιστηριακά κεφάλαια για νεοφυείς εταιρίες; Ούτε για δείγμα.
Άρα, ποιο είναι το οικοσύστημα και το ανταγωνιστικό περιβάλλον που θα προσελκύσει νέους Έλληνες αποφοίτους καλών ξένων πανεπιστημίων να επιστρέψουν στην Ελλάδα για να επιχειρήσουν; Γιατί να φύγουν από το Λονδίνο ή το Κέιμπριτζ, από το Μόναχο ή το Βερολίνο, από το Άμστερνταμ, τελευταία και το Παρίσι;
Για να ανταγωνισθούμε αυτά τα κορυφαία Ευρωπαϊκά κέντρα νεανικής επιχειρηματικότητας πρέπει όχι να τα φτάσουμε αλλά να τα ξεπεράσουμε, όσον αφορά στο θεσμικό πλαίσιο, στο κόστος λειτουργίας νεοφυών εταιριών, στην ύπαρξη αξιόλογων και καταρτισμένων εργαζομένων, κλπ. Και πρέπει να τα ξεπεράσουμε γιατί ανταγωνιζόμαστε μερικές από τις πιο ελκυστικές πόλεις του κόσμου (Λονδίνο, Βερολίνο, Παρίσι, Άμστερνταμ, κλπ, για να μην αναφέρουμε τη Νέα Υόρκη, τη Βοστώνη και το Silicon Valley…)
Δυστυχώς, όπως είπε ο Στάθης Καλύβας πρόσφατα σε συνέντευξη του σε Ελληνική εφημερίδα, «πρέπει να τρέχουμε με 100 και πάμε μόνο νε 40». Και σε αυτόν τον τομέα. Με αποτέλεσμα, για τους ενήμερους, οι διάφορες αναφορές που ακούγονται από καιρού εις καιρόν από πολιτικούς και ΜΜΕ περί «αναστροφής του brain drain» να προκαλούν θυμηδία.
*Ο Περικλής Φ. Κωνσταντινίδης είναι ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Καναδικής επενδυτικής εταιρίας Syracuse Main, Inc. Έχει σπουδάσει οικονομικά (B.S., George Mason University) και χρηματοοικονομικά (M.S., University of Illinois at Urbana-Champaign, και Ph.D., University of Southern California).