Ζούμε στην εποχή που οι κεντρικές τράπεζες… υπόσχονται ότι θα διατηρήσουν «υψηλότερα για περισσότερο» τα επιτόκια για να δαμάσουν τον πληθωρισμό. Για να ρίξουν τις τιμές προσπαθούν να σκοτώσουν τη ζήτηση, αποστραγγίζοντας ρευστότητα από το σύστημα και πολλοί προειδοποιούν ότι η οικονομία οδεύει σε ύφεση και ότι οι εξελίξεις στις αγορές στα επόμενα τρίμηνα θα μας ξαφνιάσουν αρνητικά. Μπορεί να μην κινδυνεύουμε από κραχ, ούτε να πλησιάζει το τέλος του κόσμου, όμως δύσκολα θα πει κάποιος ότι τα καλύτερα έρχονται.
Είναι τόσο ρευστό περιβάλλον, που ακόμα και οι «γκουρού» των αγορών αλλάζουν συχνά γνώμη και δεν επιμένουν σε θεωρίες που ίσχυαν πριν την πανδημία. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι ο Ρέι Ντάλιο, ένας από τους πιο επιτυχημένους επενδυτές όλων των εποχών, ο οποίος χαρακτήριζε «σκουπίδια» (ή άχρηστα) τα μετρητά στις αρχές του 2020, αλλά σήμερα αναγνωρίζει τη χρησιμότητά τους. Διότι τα επιτόκια της Fed ήταν χαμηλότερα του 1% το 2020 και σήμερα βρίσκονται στο 5,5%.
Να ξεκαθαρίσουμε εδώ πως όταν μιλάμε για «μετρητά» τα αντιμετωπίζουμε ως επενδυτική κατηγορία, ενώ η κεντρική ιδέα πίσω από το ρητό «cash is king» είναι ότι τα μετρητά έχουν μεγαλύτερη αξία από άλλα είδη κεφαλαίου.
Τα μετρητά πάντα προκαλούσαν τα πλήθη και τα πάθη. Είτε ως απόδειξη πλούτου όταν το χρήμα ήταν μόνο χάρτινο, είτε ως «μαξιλάρι» σε περιόδους αναταράξεων. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι κατά τη διάρκεια κρίσεων τα μετρητά αποτελούν ένα πολύ καλό καταφύγιο για τους επενδυτές. Ενδεικτικό παράδειγμα η πανδημία. Ήταν τέτοια η αβεβαιότητα μετά το ξέσπασμα του covid-19 που πάνω από το 75% των νομισμάτων σημείωσαν διψήφια ανάπτυξη σε κυκλοφορία το 2020. Μετά όμως ήρθε η κρίση της ακρίβειας και είναι λογικό τα νοικοκυριά να χρησιμοποιούν τις οικονομίες τους σε μετρητά για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Από επενδυτικής σκοπιάς, σήμερα που το οικονομικό περιβάλλον είναι γεμάτο αβεβαιότητες, πολλοί προτιμούν να είναι ασφαλείς και να μην απολαύσουν υψηλές αποδόσεις, παρά να κυνηγήσουν το χρήμα και να μετανιώσουν για τις κινήσεις τους.
Κάτι παρόμοιο υποστηρίζει και ο Ντάλιο, ο οποίος εδώ και λίγες εβδομάδες παραδέχεται ότι άλλαξε γνώμη και ότι πλέον τα μετρητά - δηλαδή προϊόντα με διάρκεια μίας ημέρας έως και τα διετή κρατικά ομόλογα όπως ο ίδιος ορίζει την επενδυτική κατηγορία - είναι επενδυτικά «κάτι καλό». Ο ιδρυτής του μεγαλύτερου hedge fund στον κόσμο, του Bridgewater Associates, δεν συντάσσεται πλήρως με το ρητό «τα μετρητά είναι ο βασιλιάς», αλλά εκτιμά ότι σήμερα αποτελούν μία ελκυστική επιλογή.
Το πόσο ρευστό παραμένει το κλίμα φαίνεται και από το γεγονός ότι αναλυτές και παράγοντες της αγοράς δύσκολα μπορούν να κάνουν προβλέψεις ακόμη και για τις πιο απλές και βραχυπρόθεσμες εξελίξεις όπως το αν η παγκόσμια οικονομία θα πέσει σε ύφεση.
Όπως σημειώνει σε πρόσφατο άρθρο του, ο ίδιος επενδύει σε μετρητά όταν τα επιτόκια αυξάνονται και το risk-free rate (ήτοι η απόδοση αμερικανικού κρατικού ομολόγου) είναι 1% πάνω από τον πληθωρισμό. Όσο υψηλότερο είναι το risk-free rate από τον πληθωρισμό, τόσο περισσότερο επενδύσει σε μετρητά. Ένας δεύτερος λόγος για να επενδύσει σε μετρητά είναι όταν το πραγματικό επιτόκιο (επιτόκιο μείον τον πληθωρισμό) είναι ίσο ή μεγαλύτερο από τον πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Ή με πιο απλά λόγια, όταν τα επιτόκια είναι υψηλότερα από την ανάπτυξη. Όσο υψηλότερα τα επιτόκια από την ανάπτυξη, τόσο ελκυστικότερη είναι η επένδυση σε μετρητά.
Όταν κάποιος έχει στην κατοχή του πολλά μετρητά, εκτός από προστασία από οικονομικές ζημιές, κερδίζει και κάτι ακόμη. Τη δυνατότητα να αγοράσει assets σε πολύ χαμηλές τιμές σε περιόδους που οι αγορές πέφτουν. Αναλυτές επίσης τονίζουν ότι τα μετρητά δεν ταιριάζουν σε αυτούς που θέλουν να γίνουν πλούσιοι από την απόδοση της επένδυσης, αλλά το να έχεις μετρητά την κατάλληλη στιγμή μπορεί να σου δώσει ξεκάθαρο πλεονέκτημα και κυρίως σε δύσκολους καιρούς.
Ο Ντάλιο, τέλος, σημειώνει ότι για να αξιολογήσει την ελκυστικότητα των μετρητών – και σε μεγάλο βαθμό των ομολόγων – εξετάζει τα ακόλουθα:
- τα επίπεδα των επιτοκίων σε σύγκριση με το ύψος του πληθωρισμού (ήτοι τα πραγματικά επιτόκια)
- το κατά πόσο οι κεντρικές τράπεζες σκοπεύουν να αυξήσουν ή να μειώσουν τα επιτόκια με βάση το αν ο πληθωρισμός και η ανάπτυξη είναι σε υψηλότερα από τα επιθυμητά επίπεδα
- την ελκυστικότητα των εκτιμώμενων αποδόσεων των μετρητών σε σύγκριση με την ελκυστικότητα άλλων επενδύσεων
- τη γενικότερη εικόνα της σχέσης προσφοράς και ζήτησης για μετρητά και ομόλογα.