Οι καταπονημένοι επενδυτές της παγκόσμιας τράπεζας Credit Suisse στην Ελβετία φοβούνται ότι θα πρέπει να περάσει πολύς καιρός προκειμένου η τράπεζα να επιστρέψει δυναμικά στις επενδυτικές συναλλαγές έπειτα από μια σειρά σκανδάλων που εξανέμισαν δισεκατομμύρια δολάρια από την αγοραστική αξία της και κλιμάκωσαν την άσκηση πίεσης προς τη διοίκησή της.
Παρά το γεγονός ότι η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας δηλώνει ότι μπορεί να παράγει κέρδη εξυπηρετώντας τους πλούσιους πελάτες της «με φροντίδα και επιχειρηματικό πνεύμα» η αγορά δεν έχει ακόμη πειστεί και η τιμή της μετοχής της, μειώθηκε κατά περίπου 1/3 μέσα σε ένα χρόνο, μειώνοντας την αγοραστική αξία της κατά 10 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα (11 δισεκατομμύρια δολάρια).
Στο μεταξύ, άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, ενθαρρυμένες από την προοπτική της αύξησης των επιτοκίων, έχουν κερδίσει περίπου 50% της αξίας των μετοχών τους κατά την ίδια χρονική περίοδο, ενώ ο βασικός ανταγωνιστής της Credit Suisse στη Ζυρίχη, η UBS, την έχει ξεπεράσει κατά πολύ. «Η Credit Suisse έχει μία μακρά λίστα από σκάνδαλα και προβλήματα» δήλωσε ο Στέφαν Σαουρσέλ επενδυτής ομολόγων της Union Investment για την αναφερόμενη τράπεζα, η οποία ιδρύθηκε το 1856 και δηλώνει ότι έχει 48.770 υπαλλήλους και 3.510 υπεύθυνους μάνατζερ, για τις σχέσεις με τους πελάτες της σε ολόκληρο τον κόσμο.
«Πάντα σκεφτόμασταν ότι η διαδικασία του μάνατζμεντ θα βελτιωθεί, αλλά μετά η τράπεζα δέχονταν το επόμενο χτύπημα. Αν υπάρξει μία ακόμη απώλεια μεγέθους δισεκατομμυρίου, θα είναι μια καταστροφή» πρόσθεσε ο ίδιος.
Η κατάσταση δεν καλυτέρευσε την προηγούμενη εβδομάδα, όταν η Credit Suisse ανέφερε μία χειρότερη από την αναμενόμενη απώλεια 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων και προειδοποίησε για μία ζοφερή προοπτική για το 2022, όταν ανακοίνωσε ότι τα κέρδη της θα δεχτούν πλήγμα από το κόστος της αναδιοργάνωσης, αλλά και λοιπές καταβολές οικονομικών ποσών.
Η προοπτική αυτή, έπληξε την τιμή των μετοχών της, που ήδη έχει πληγεί, μετά από μία χρονιά, κατά την οποία η ίδια τράπεζα, κατέγραψε απώλειες άνω των 1,6 δισεκατομμυρίων φράγκων, ως συνέπεια από την κατάρρευση χρηματοδοτήσεων της αλυσίδας τροφοδοσίας οικονομικού ύψους 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με την εμπλοκή της χρεοκοπημένης βρετανικής εταιρίας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών Greensill και την εσωτερική κατάρρευση του γραφείου διαχείρισης προσωπικών περιουσιακών στοιχείων Archegos.
Ο εξουσιοδοτημένος σύμβουλος Ethos άσκησε κριτική από την απόφαση της Credit Suisse να μην δημοσιοποιήσει την έρευνά της για την υπόθεση πτώχευσης της Greensill.
1 δολάριο: 0,93 ελβετικά φράγκα