Ο Δεκέμβριος είναι παραδοσιακά ο μήνας όπου η πολιτική συζήτηση επικεντρώνεται στον προϋπολογισμό, ο οποίος στην ουσία δεν αποτελεί μόνο ένα μοντέλο οικονομικής διαχείρισης, αλλά και μία αντανάκλαση των επιτευγμάτων και των προτεραιοτήτων της κυβερνητικής πολιτικής.
Τις επόμενες ημέρες θα γίνει αρκετή συζήτηση γύρω από τις λεπτομέρειές του προϋπολογισμού του 2025. Αξίζει όμως να δούμε κάποια δεδομένα που σκιαγραφούν την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας.
Η χώρα μας, μετά από μία δεκαετή κρίση που είχε καθηλώσει τα δημόσια οικονομικά, καταγράφει πλέον από τις υψηλότερες αναπτυξιακές επιδόσεις στην ΕΕ. Για την περίοδο 2023-2025, η προβλεπόμενη ανάπτυξη φτάνει το 6,9%, όταν ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι στο 2.5%. Η ανάπτυξη αυτή δεν είναι θεωρητική. Μεταφράζεται σε απτά δεδομένα: σε βελτίωση των εισοδημάτων και ενίσχυση της απασχόλησης.
Πιο συγκεκριμένα, από 1.046 ευρώ που ήταν ο μέσος μισθός το 2019, σήμερα έχει διαμορφωθεί στα 1.305, ενώ ο κατώτατος από τα 650 ευρώ έχει φτάσει στα 850. Η ανεργία, από ο 17,9% το 2019 αναμένεται να μειωθεί στο 9,7% το 2025, με τη δημιουργία σχεδόν μισού εκατομμυρίου νέων θέσεων εργασίας. Παράλληλα με την ανάπτυξη, η Ελλάδα καταγραφεί αξιοσημείωτη πρόοδο στη μείωση του δημόσιου χρέους. Από το 209,4% του ΑΕΠ το 2020, το χρέος έχει μειωθεί στο 147,5% το 2023, παρουσιάζοντας μία από τις ταχύτερες μειώσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τι σημαίνουν πρακτικά όμως αυτά; Ότι η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω της την εποχή της κρίσης και εισέρχεται σε μια νέα εποχή δυναμικής ανάπτυξης. Το μοντέλο που εφαρμόζει η κυβέρνηση βασίζεται σε τρεις κεντρικούς πυλώνες: τη δημοσιονομική υπευθυνότητα, την ενίσχυση της ανάπτυξης και την κοινωνική συνοχή.
Και οι πυλώνες αυτοί λειτουργούν συμπληρωματικά: Η δημοσιονομική υπευθυνότητα διασφαλίζει τη σταθερότητα της οικονομίας και ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας μας στο εξωτερικό, κάτι που είναι καθοριστικό για να προσελκύσουμε επενδύσεις, τόσο εγχώριες όσο και διεθνείς. Και οι επενδύσεις αυτές, με τη σειρά τους, φέρνουν κεφάλαια, τεχνογνωσία και εξωστρέφεια, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις και ενισχύοντας την καινοτομία. Έτσι, δημιουργούνται καλύτερες δουλειές, καλύτερες αμοιβές και ένα παραγωγικό περιβάλλον που στηρίζει την υγιή επιχειρηματικότητα και δίνει ώθηση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τις startups.
Είναι όλα τέλεια; Όχι, κανείς δεν μπορεί αν ισχυριστεί κάτι τέτοιο. Υπάρχουν ακόμα προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η ανάπτυξη δεν αγγίζει όλους με τον ίδιο τρόπο και οι ανισότητες παραμένουν. Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί, ώστε η οικονομία να γίνει πιο δίκαιη και ανθεκτική. Ο στόχος είναι ξεκάθαρος: μια οικονομία που δεν αναπτύσσεται μόνο στα νούμερα, αλλά γίνεται αισθητή στην καθημερινότητα όλων των πολιτών. Είναι μια πορεία που απαιτεί συνέπεια, σχέδιο και προσπάθεια.
* Ο Νίκος Παπουτσής είναι Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Νέας Δημοκρατίας και Οικονομολόγος με Mεταπτυχιακές Σπουδές στο Hλεκτρονικό Επιχειρείν και τη Διαχείριση Στελεχών Οργανισμών & Επιχειρήσεων.