Οι συγκυρίες της υπερδεκαετούς οικονομικής κρίσης, της πανδημίας αλλά και της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης, που την ακολουθεί η διάσπαση της προμηθευτικής αλυσίδας, έχουν δημιουργήσει ένα εξαιρετικά ανησυχητικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι από την επιχειρηματική κοινότητα ανησυχούν
Η ανεξέλεγκτη άνοδος των τιμών της ενέργειας των πρώτων και δεύτερων υλών, το προβληματικό τοπίο στις μεταφορές αλλά και στα ανταλλακτικά στην αγορά δημιουργεί συνθήκες καθυστέρησης των επενδύσεων αλλά και μια μεγάλη αλλαγή ταχυτήτων στις μεγάλες, μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις.
Η δύναμη και το βάθος μιας επιχείρησης πάντα μετρούσε σε όλα τα επίπεδα. Στη δυνατότητα αντιμετώπισης μιας οποιασδήποτε κρίσης είτε σε θεσμικές αλλαγές είτε σε οικονομικές αλλαγές. Σε αυτή τη χρονική στιγμή υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη απόσταση στο πώς αντιμετωπίζουν την κρίση οι επιχειρήσεις
Οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι σε θέση να σταθούν όρθιες, ακόμη και όταν βάλλονται πανταχόθεν. Στις μεσαίες επιχειρήσεις το τοπίο είναι ανάμεικτο, ένα σχετικά μικρό ποσοστό, ανάλογα και με τον κλάδο, είναι σε θέση να αντιμετωπίσει σε βάθος χρόνου παρατεταμένα προβλήματα, το μεγαλύτερο ποσοστό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων αντιμετωπίζει πάρα πολύ μεγάλα προβλήματα που αγγίζουν τα όρια της επιβίωσης. Οι δε μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις είναι εξαιρετικά ευάλωτες και στη χειρότερη θέση όλων.
Εκτός από τα μεγάλα προβλήματα στον οικονομικό τομέα, στον δανεισμό και στη ρευστότητα, έχει προκύψει και το πολύ μεγάλο πρόβλημα έλλειψης προσωπικού. Το πρόβλημα έχει πολλές αιτίες. Η πανδημία και ο κατ’ οίκον περιορισμός έχει αλλάξει συνήθειες δεκαετιών. Η επί μήνες χορήγηση επιδομάτων στο πλαίσιο της πανδημίας έχει κάνει πιο επιλεκτικούς τους εργαζόμενους. Άλλοι πήραν την απόφαση να εγκαταλείψουν την εργασία τους, άλλοι αναζητούν εναλλακτικές πηγές εισοδήματος. Ο συνδυασμός αυτός μαζί με την ελλιπή διασύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας τροφοδοτούν τη διαρθρωτική ανεργία, παρ' ότι η ανάγκη για εξεύρεση εργαζομένων από μόνη της ανεβάζει τις αμοιβές στην αγορά.
Σαφέστατα οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι σε θέση να προσελκύσουν αλλά και να εκπαιδεύσουν εργαζόμενους οι οποίοι είτε θα έχουν είτε θα αποκτήσουν τα προσόντα να ανταπεξέλθουν στις θέσεις εργασίας. Οι μικρότερες επιχειρήσεις, από την άλλη πλευρά, αιμορραγούν από ανθρώπους και δυσκολεύονται εξαιρετικά να προσελκύσουν εργατικό δυναμικό ειδικευμένο αλλά και αμειβόμενο, ανάλογα με τις δυνατότητές τους.
Τα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας μεγεθύνονται και εκδηλώνονται σε όλες τους τις διαστάσεις. Οι απανωτές κρίσεις που έχουν χτυπήσει την οικονομία και την κοινωνία δείχνουν πια την πραγματική διάσταση του προβλήματος.
Μια ρηχή οικονομία χωρίς μεγάλη στήριξη στην παραγωγή της είναι πάντα ευάλωτη και στη δική μας περίπτωση είναι έκδηλο. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ήταν πάντα οι πολυπληθέστερες και η ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας. Για μια ακόμα φορά, γιατί έχει συμβεί και στο παρελθόν, δοκιμάζονται και απειλούνται. Φοβούνται και θυμώνουν.
Περισσότερο από ποτέ είναι απαραίτητο όλοι οι θεσμοί να σκύψουν πάνω στην Παραγωγή αυτού του τόπου να τη σεβαστούν και να τη στηρίξουν με συνέπεια και βάθος.
* Η Ελένη Κολιοπούλου είναι Πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Θεσσαλίας & Στερεάς Ελλάδος