Του Γιώργου Φιντικάκη
Μπλόκο στην πρόθεση της κυβέρνησης να επαναφέρει το καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων βάζει το ΔΝΤ, λέγοντας ότι κάτι τέτοιο θα πλήξει την ανταγωνιστικότητα, ενώ ζητά συνετή πολιτική προς τις αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς.
Σε μια έκθεση που βρίθει από προειδοποιήσεις, το ΔΝΤ καλεί στην ουσία την κυβέρνηση να εγκαταλείψει την παροχολογία, και να μην κάνει πίσω στις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις, αλλά και να προχωρήσει σε μείωση φόρων προκειμένου να ενισχύσει την ανάπτυξη, σε αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων, όπως και σε βελτίωση του Δημοσίου τομέα.
Στο καυτό θέμα του ελληνικού χρέους (DSA) από το ΔΝΤ, η περίφημη έκθεση του άρθρου 4, το κρίνει βιώσιμο μεσοπρόθεσμα μόνο μέχρι το 2038, μετά το οποίο θα χρειασθούν νέα μέτρα ελάφρυνσης.
Στην πράξη το Ταμείο εκτιμά ότι η δέσμη μέτρων του Eurogroup για την ελάφρυνση του χρέους, δεν επαρκεί. Εκφράζει τις επιφυλάξεις του για τη μακροπρόθεσμη πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές, ενώ θεωρεί ότι το χρέος θα αρχίσει να αυξάνεται μετά το 2038, οπότε οι ανάγκες για την εξυπηρέτησή του θα ξεπεράσουν το 20% του ΑΕΠ, επομένως θα χρειαστεί επιπλέον ανακούφιση.
«Ένα κεντρικό ζήτημα είναι ότι η μέχρι σήμερα εντυπωσιακή δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας έχει επιτευχθεί μέσω ενός ανεπιθύμητου συνδυασμού πολιτικών και ότι απαιτείται μια σημαντική αλλαγή σε αυτό το μείγμα προκειμένου η Ελλάδα να επιτύχει σταθερή και ισχυρή οικονομική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα», επισημαίνει η έκθεση, που διαφωνεί με τις φιλόδοξες υποθέσεις αύξησης του ΑΕΠ και της ικανότητας της Ελλάδας να επιτυγχάνει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα.
Μάλιστα, προσθέτει ότι η αλλαγή στο μείγμα πολιτικής θα απαιτήσει από την Ελλάδα να περιορίσει σημαντικά τις υψηλές συνταξιοδοτικές δαπάνες και να διευρύνει σημαντικά την πολύ στενή φορολογική βάση της.
«Ακριβώς λόγω της πολύ μεγάλης διαρθρωτικής ανεργίας της Ελλάδας και των αδύναμων θεσμών χάραξης πολιτικής, το προσωπικό του Ταμείου πιστεύει ότι θα είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν τέτοιες πολιτικά δύσκολες αλλαγές, διατηρώντας ταυτόχρονα εξαιρετικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Μεγάλες αποκλίσεις από Ευρωζώνη
Σε αυτό το σημείο το ΔΝΤ υπενθυμίζει τις πάγιες θέσεις του, το μακροπρόθεσμο πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας να μην υπερβαίνει το 1,5% του ΑΕΠ, αλλά και την εκτίμησή του ότι η ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι περίπου 1%. Ακόμη και η επίτευξη αυτών των αποτελεσμάτων θα απαιτήσει από την Ελλάδα να προβεί σε βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως τονίζει με νόημα το Ταμείο, που αποκλίνει σημαντικά στις προβλέψεις του με την Ευρωζώνη.
Βλέπει για παράδειγμα ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας κατά περίπου 1% που οδηγεί σε ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8% μακροπρόθεσμα, έναντι πρόβλεψης για 3% ανάπτυξη από την Κομισιόν. Όπως επίσης, εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί μακροπρόθεσμα στο 1,8% του ΑΕΠ, όταν η ανάλυση βιωσιμότητας της Ευρωζώνης, προέβλεπε 2,4% του ΑΕΠ.
Εκτός από την ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, το ΔΝΤ με την έκθεσή του στέλνει ηχηρά μηνύματα. Επισημαίνει ότι η αγορά εργασίας δεν αντέχει επιστροφή στο παρελθόν, βγάζει «κόκκινη» κάρτα στην επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενώ εκφράζει αντιρρήσεις στην αύξηση του κατώτατου μισθού, καθώς οι μετρήσεις του δείχνουν ότι η παραγωγικότητα δεν μπορεί να υποστηρίξει αυτή τη στιγμή μια αναπροσαρμογή των μισθών.
Στην ουσία το μήνυμα του Ταμείου είναι ότι παρ' ότι η ανάκαμψη στην Ελλάδα επιστρέφει, κινήσεις με προεκλογικό πρόσημο, μπορούν ανά πάσα στιγμή να διακυβεύσουν την όποια πρόοδο, πολλώ δε μάλλον όταν «επιμένουν πολλά ζητήματα που αποτελούν κληρονομιά της κρίσης».
Μήνυμα για συντάξεις, αφορολόγητο
Αν και το ΔΝΤ «βλέπει» ότι φέτος η ανάπτυξη θα κινηθεί στο 2% και του χρόνου στο 2,4%, εντούτοις εκφράζει την ανησυχία ότι οι επερχόμενες εκλογές θα χαλαρώσουν τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, που ήδη παρουσιάζει σημάδια κόπωσης. Σε αυτά προσθέτει τις χαμένες ευκαιρίες όπως το τέλος του φθηνού χρήματος και την αύξηση των επιτοκίων διεθνώς, αλλά και εγχώριους παράγοντες όπως η γήρανση του πληθυσμού που λειτουργούν ανασταλτικά ως προς την ανάπτυξη. Και κάνει επίσης λόγο για τους φόρους και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που κοστίζουν στην ανάπτυξη, πολλώ δε μάλλον όταν η ανεργία παραμένει υψηλή.
Στην ουσία τα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ στέλνουν το μήνυμα στην κυβέρνηση να μην πάρει πίσω τη μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου, λέγοντας ότι «καλωσορίζουν τη δέσμευση της να μην αποκλίνει από την εφαρμογή των προνομοθετημένων μέτρων για το 2019 και το 2020».
Κατώτατος μισθός, συμβάσεις
Και παίρνουν θέση σε θέματα που κυριαρχούν στη μεταμνημονιακή ατζέντα της κυβέρνησης, όπως οι μισθοί και η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, κρούοντας το καμπανάκι του κινδύνου. Κάνουν συγκεκριμένα ειδική μνεία σε «διατήρηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, μέσω μιας συνετής πολιτικής για τους κατώτατους μισθούς, όπως και στη διατήρηση των μεταρρυθμίσεων στις συλλογικές συμβάσεις». Οι μεταρρυθμίσεις, αυτές, όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, θα βοηθήσουν στην εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και θα διατηρήσουν τη δυναμική της ανάκαμψης της απασχόλησης.
Να μη χαλαρώσουν οι μεταρρυθμίσεις
Το μήνυμα της έκθεσης δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Το Ταμείο ζητά επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που, όπως λέει, δεν πρέπει να χαλαρώσουν, αφού η Ελλάδα παρά την όποια πρόοδο, εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας συγκριτικά με άλλες χώρες, όπως και στον τομέα απελευθέρωσης των περισσότερων επαγγελμάτων στον τομέα της παροχής υπηρεσιών. Κάνει επίσης λόγο για ανάγκη βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, προκειμένου να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στις αγορές προϊόντων, διατήρηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας
Μείωση φόρων
Στην έκθεσή του, το ΔΝΤ ζητά μείωση των άμεσων φόρων, αύξηση των στοχευμένων δαπανών, στήριξη της ανάπτυξης και περιορισμό της ακόμη υψηλής φτώχειας. Συστήνει στη κυβέρνηση να λάβει περαιτέρω μέτρα αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων (NPL's), για την ταχύτερη αποκατάσταση της δυνατότητας των τραπεζών να χορηγούν δάνεια. Τάσσεται ακόμη υπέρ της σταδιακής χαλάρωσης των capital controls, λαμβάνοντας υπόψιν τη ρευστότητα των τραπεζών.
Δημόσιο
Ειδική μνεία γίνεται στο σκέλος των στατιστικών στοιχείων. Δηλαδή στην ανάγκη να προστατευθούν η στατιστική υπηρεσία από κάθε προσπάθεια υπονόμευσης της αξιοπιστίας της, και να διασφαλισθεί η επαγγελματική της ανεξαρτησία. Εκτενή αναφορά γίνεται επίσης στο Δημόσιο. Το Ταμείο υπογραμμίζει τη σημασία της περαιτέρω βελτίωσης της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, επισημαίνοντας ειδικότερα τις επιδώσεις του φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Εκτός από τις προσπάθειες στη διοίκηση των δημόσιων εσόδων, το ΔΝΤ καλεί τις αρχές να εφαρμόσουν το «Σχέδιο Δράσης κατά της Διαφθοράς», με έμφαση στη βελτίωση της συλλογής δεδομένων και της διαφάνειας και να λάβουν μέτρα για τον εκσυγχρονισμό της δικαστικής εξουσίας.
AP Photo/Gustavo Garello