Του Γιώργου Δακαλόπουλου
Μια επιχείρηση με εξειδίκευση στις αεροπορικές μπίζνες μπαίνει αυτές τις ημέρες στον «διάδρομο» για την επενδυτική απογείωση που εξήγγειλε από τη ΔΕΘ ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Και δεν είναι άλλη από τον ΔΑΑ «Ελ. Βενιζέλος» του οποίου το ΤΑΙΠΕΔ προωθεί την πώληση του 30% της κρατικής συμμετοχής. Για την κυβέρνηση η διαδικασία συγκαταλέγεται στους πυλώνες του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και με τις συνθήκες που έχουν προκύψει, εκτιμάται ότι θα αποφέρει 1,2 δισ. ευρώ (ενδεχομένως και περισσότερα) στα κρατικά ταμεία, ενώ θα συνοδευθεί και από ένα εκτεταμένο επενδυτικό πρόγραμμα τα επόμενα χρόνια.
Από την πλευρά του Ταμείου τρέχει ήδη η διαδικασία εκδήλωσης ενδιαφέροντος και προεπιλογής υποψηφίων που θα διαρκέσει μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, ενώ θα ακολουθήσει η φάση υποβολής δεσμευτικών προσφορών. To project αναμένεται να συγκεντρώσει ισχυρές υποψηφιότητες, ενώ η σαφής βελτίωση του επενδυτικού κλίματος εκτιμάται ότι θα «τονώσει» ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον.
Η κίνηση και τα έσοδα του ΔΑΑ τα τελευταία χρόνια, έχουν καταστήσει το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος» σε μία χρυσοτόκο όρνιθα τόσο για το δημόσιο, όσο και για τους λοιπούς μετόχους του, που βλέπουν την απόδοση της επένδυσής τους να αποδίδει πέρα από κάθε προσδοκία. Το 2017, το αεροδρόμιο της Αθήνας παρουσίασε καθαρά κέρδη 140 εκατ. ευρώ, από 132 εκατ. το 2016. Μόνον ο άμεσος φόρος εισοδήματος που εισέπραξε το Δημόσιο από την εταιρεία του αεροδρομίου για το 2017, ανήλθε στα 59,7 εκατ. ευρώ. Το 2018 τα καθαρά κέρδη σημείωσαν νέο άλμα 22% στα 171 εκατ. ευρώ, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα κέρδη ΕΒΙTDA του ΔΑΑ για την περασμένη χρήση ανήλθαν σε 325,5 εκατ. ευρώ, αντιστοιχώντας έτσι σε περιθώριο κέρδους EBITDA 68%.
Οι προοπτικές του αεροδρομίου υπήρξαν κινητήριος μοχλός στις διαδικασίες που οδήγησαν τον μεγαλομέτοχο του αεροδρομίου, το καναδικό fund PSP Investments (που ελέγχει το 40% του αερολιμένα μέσω της AviAlliance) να υπογράψει την αναθεωρημένη σύμβαση παραχώρησης για 20 χρόνια, που απέφερε στο δημόσιο 1,4 δισ. ευρώ (μαζί με τον ΦΠΑ). Τα ίδια δεδομένα φέρνουν στο ΔΑΑ ισχυρούς «μνηστήρες» για την πώληση του 30% του δημοσίου.
Καλά ενημερωμένες πηγές αναφέρουν ότι η Avi Alliance θα κινηθεί και για την απόκτηση του επιπλέον ποσοστού, ώστε να «κλειδώσει» τον πλήρη έλεγχο του αθηναϊκού αερολιμένα. Το καναδικό fund με το 40% στον έλεγχό του και τη νέα σύμβαση παραχώρησης «ανά χείρας» δεν θα είχε πρόβλημα να διατηρήσει τον έλεγχο, ακόμη και απέναντι σε έναν ισχυρό μέτοχο, κάτοχο του 30%. Όμως οι προοπτικές του αεροδρομίου, της ελληνικής οικονομίας, αλλά και του πλήρους μετοχικού ελέγχου του ΔΑΑ, εκτιμάται ότι αποτελούν ισχυρό κίνητρο για τους Καναδούς ώστε να βάλουν ξανά «το χέρι στην τσέπη».
Οι ίδιες πληροφορίες, φέρουν ως εν δυνάμει «αντιπάλους» της AviAlliance, τη γαλλική Vinci Airports. Ο αεροπορικός «βραχίονας» της κατασκευαστικής που έχει πρωταγωνιστήσει στα ελληνικά «μεγάλα έργα», εφόσον η συμμετοχή του επιβεβαιωθεί πιθανόν να εμφανιστεί με Έλληνα συνεργάτη. Σημειώνεται ότι η Vinci είχε ενδιαφερθεί και για το πρόγραμμα παραχώρησης των 14 περιφερειακών αερολιμένων στο οποίο επικράτησε η γερμανική Fraport.
Ενδιαφέρον, κατά τις ίδιες πληροφορίες, εκφράζει και ο όμιλος Κοπελούζου (σήμερα κάτοχος του 5% του ΔΑΑ, μείον 8 μετοχές) σε συνεργασία με ξένο «παίκτη». Στην αγορά δεν αποκλείεται το ενδιαφέρον της οικογένειας να συνδυαστεί με αυτό που εκφράζουν κινεζικά κεφάλαια για τον ΔΑΑ. Άλλωστε ο όμιλος Κοπελούζου συνεργάζεται με Κινέζους «παίκτες» και σε άλλα επιχειρηματικά μέτωπα.
Κατά τις ίδιες πάντοτε πληροφορίες, μένει να καταγραφεί και το ενδιαφέρον του αυστραλιανού επενδυτικού ομίλου Macquarie, ο οποίος εμφανίστηκε στο προσκήνιο αμέσως μετά τις ευρωεκλογές. Οι Αυστραλοί κατέχουν κυρίαρχη θέση παγκοσμίως σε επενδύσεις στον τομέα των υποδομών, ενώ είχαν δώσει το παρών και στον διαγωνισμό για την παραχώρηση της Εγνατίας Οδού.
Ως προς τα διαδικαστικά, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι με την ολοκλήρωση των διαδικασιών υπογραφής του συμφώνου συγκατάθεσης των υφιστάμενων μετόχων του ΔΑΑ για την πώληση, ο δρόμος θα είναι ανοικτός για τη διαγωνιστική διαδικασία. Οι ίδιες πληροφορίες δεν αποκλείουν μικρή παράταση στο ορόσημο της 30ης Σεπτεμβρίου, σημειώνοντας όμως ότι εάν προκύψει θα είναι ολιγοήμερη.
Την ίδια στιγμή, η επιβατική κίνηση ανοίγει το δρόμο για την υλοποίηση μεγάλων επενδύσεων στα Σπάτα. Το 2017, το αεροδρόμιο της Αθήνας διακίνησε περίπου 22 εκατ. επιβάτες, ενώ το 2018 διακινήθηκαν 24,14 εκατ. επιβάτες, ξεπερνώντας κατά 11% (και κατά 2,4 εκατ. επιβάτες) την κίνηση του 2017. Με αυτά τα δεδομένα η διοίκηση του ΔΑΑ θεωρεί ότι το «ορόσημο» των 26 εκατ. επιβατών (που έχει τεθεί για την έναρξη του επενδυτικού προγράμματος) έχει πρακτικά «καλυφθεί» και κατά συνέπεια θα προχωρήσει στα έργα για την αύξηση της χωρητικότητας του αερολιμένα.
Η πρώτη φάση βέβαια έχει ήδη ξεκινήσει. Πρόκειται για τη λεγόμενη «μικρή επέκταση» του Αεροσταθμού, προϋπολογισμού 31 εκατ. ευρώ, που ήδη βρίσκεται σε φάση υλοποίησης, από τα μέσα του 2018. Ακολουθεί το επενδυτικό πρόγραμμα ύψους έως 350-400 εκατ. ευρώ για την επέκταση του Terminal 1 και των χώρων εξυπηρέτησης, ενώ οι σχετικές μελέτης αναφέρουν ότι η προοπτική επέκτασης του δυναμικού του ΔΑΑ στους 50 εκατ. Επιβάτες μπορεί να «ξεκλειδώσει» επενδύσεις που μαζί με την επέκταση του οδικού δικτύου πρόσβασης στο «Ελ. Βενιζέλος» θα ξεπεράσουν τα 2,5 δισ. ευρώ.