Μικραίνει ο λογαριασμός των κόκκινων δανείων της πανδημίας. Τράπεζες και Servicers έχοντας επεξεργαστεί τα πλέον πρόσφατα δεδομένα από τη «συμπεριφορά» νοικοκυριών αλλά και επιχειρήσεων εκτιμούν το σύνολο των δανείων που θα περιέλθει σε οριστική καθυστέρηση εξαιτίας της κρίσης δε θα ξεπεράσει τα 4 δισ. ευρώ. Ποσό που αν επιβεβαιωθεί θα είναι πολύ πιο χαμηλό από τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία ανέβαζε το ύψος των νέων κόκκινων δανείων να φθάνει στα 8 με 10 δισ.ευρώ, αλλά και των τραπεζών οι οποίες έβλεπαν «την μπίλια να κάθεται» στα 6 δισ.ευρώ. Οι πλέον αισιόδοξες προβλέψεις «δημιουργούν» ένα μαξιλάρι ασφαλείας για τις τράπεζες προκειμένου να εφαρμοστούν οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών Χρ.Σταϊκούρα για το ΓΕΦΥΡΑ 2, οι οποίες δίνουν μία επιπλέον «ανάσα» στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Όσον αφορά στο πρόγραμμα Γέφυρα 2 τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι η περίμετρος των δανείων θα κυμανθεί στα 7 εως 8 δισ. ευρώ, τα οποία αντιστοιχούν σε περίπου 40.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Στόχος είναι τα επιλέξιμα δάνεια, λαμβάνοντα υπόψιν και τις αντοχές που θα έχει ο προϋπολογισμός του προγράμματος, να φθάσουν τα 5 δισ. ευρώ. Είναι προφανές ότι όλα αυτά τα δάνεια δεν θα είναι επιλέξιμα για το «ούλτρα ευεργετικό μέτρο» του κουρέματος κεφαλαίου. Άλλωστε όπως προκύπτει και από την ανακοίνωση το Υπουργείο Οικονομικών προσανατολίζεται να θεσπίσει αυστηρά κριτήρια, και «κόφτες» προκειμένου να αποφευχθεί η καταστρατήγηση του ευεργετικού μέτρου.
Σε κάθε περίπτωση όπως τονίζουν από το Υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν ότι σε αντίθεσή με το Γέφυρα Ι που προορίζονταν για φυσικά πρόσωπα, το Γέφυρα ΙΙ αφορά μικρές επιχειρήσεις των οποίων ο ρόλος κρίνεται αποφασιστικός για την επανέναρξη της οικονομίας.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί στις επιχειρήσεις που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία, όπως οι τουριστικές, είναι χθεσινό δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters. To ρεπορτάζ διαπιστώνει ότι αν δε ληφθούν μέτρα στήριξης τα δάνεια που έχουν δοθεί σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και γενικότερα στον τομέα του τουρισμού, συνιστούν «μεγάλη απειλή» για τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι το 25% των δανείων προς τον τουριστικό τομέα, το οποίο με τη σειρά του αντιστοιχεί στο ένα πέμπτο της συνολικής οικονομίας, είναι πλέον μη εξυπηρετούμενο.
Εκτιμάται ότι τα κόκκινα δάνεια που βαρύνουν το κλάδο ανέρχονται σε 3 δισ. ευρώ. Ένα αρκετά μεγάλο μέρος των δανείων αυτών έχει περιέλθει πλέον σε εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (servicers) και κάποια από αυτά έχουν ήδη τιτλοποιηθεί.
Οι τράπεζες από την πλευρά τους εμφανίζονται προσηλωμένες στα χρονοδιαγράμματα μείωσης των κόκκινων δανείων που έχουν επεξεργαστεί. Στην περίπτωση που η κατάσταση εξομαλυνθεί σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, και ξεκινήσουν και πάλι οι πλειστηριασμοί, όλες οι συστημικές τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς, Εurobank και Αlpha Bank) υπολογίζουν σε μονοψήφιο ποσοστό κόκκινων δανείων έως το τέλος της επόμενης χρονιάς.
Σε απόλυτα νούμερα αυτό αντιστοιχεί σε ένα απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων περίπου 16 δισ. ευρώ από 47,4 δισ.ευρω που ήταν στο τέλος του 2020.
Η μείωση αυτή θα προέλθει κυρίως με τη βοήθεια του Ηρακλή ο οποίος μπορεί να «απορροφήσει» περίπου 30 δισ. ευρώ με 12 δισ.ευρώ κρατικές εγγυήσεις. Το υπόλοιπο κομμάτι της μείωσης θα προέλθει από πωλήσεις δανείων, ρευστοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων και διαγραφών.