Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Μπορεί οι ελληνικές τράπεζες να πάρουν μία σημαντική ανάσα στις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, καθώς τα μηνύματα που εκπέμπονται από τη Φρανκφούρτη είναι κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικά για τα stress tests, όμως σε καμία περίπτωση τα προβλήματα δεν τελειώνουν εδώ.
Επιβεβαιώνοντας πλήρως τις πληροφορίες που μετέδιδε από τον περασμένο Δεκέμβριο το liberal.gr και έκαναν λόγο για ειλημμένη πολιτική απόφαση, ο Μάριο Ντράγκι είναι έτοιμος να δώσει «αέρα» σε Alpha Bank, Eurobank, Εθνική και Τρ. Πειραιώς, τουλάχιστον σε ότι αφορά την άμεση άντληση κεφαλαίων.
Σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη είναι κοινή η πεποίθηση ότι το θέμα των ελληνικών τραπεζών πρέπει αυτή τη στιγμή να κλείσει… χωρίς παρατράγουδα. Συνεπώς, δεν θα υπάρξουν πιέσεις για «αναγκαστικές» αυξήσεις κεφαλαίου, ενώ το κατά πόσο θα προχωρήσουν σε επιπλέον κινήσεις κεφαλαιακής θωράκισης θα κριθεί μετά το τέλος του μνημονίου. Η ταχύτητα μείωσης των «κόκκινων» δανείων, η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων από πλευράς κυβέρνησης και η ευρύτερη σχέση με το ΔΝΤ, είναι οι παράγοντες που θα κρίνουν το αν και το πότε θα υπάρξει τέταρτη ανακεφαλαιοποίηση.
Αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες και στις αρχές Μαΐου οι ελληνικές τράπεζες περάσουν αναίμακτα τη διαδικασία θα πρόκειται ξεκάθαρα για επιτυχία, τόσο για τις τράπεζες όσο και για την ΤτΕ, καθώς τους τελευταίους μήνες οι φήμες για αρνητικές εξελίξεις - μέχρι και για συγχωνεύσεις τραπεζών - οργίαζαν.
Έτσι, λοιπόν, οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών πηγαίνουν αυτή την εβδομάδα στη Φρανκφούρτη, όπου θα έχουν συναντήσεις με στελέχη του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) της ΕΚΤ, γνωρίζοντας ότι το αποτέλεσμα είναι θετικό. Ωστόσο, γνωρίζουν επίσης ότι κάθε τράπεζα πρέπει να τρέξει σε συγκεκριμένα ζητήματα για να μην υπάρξει… αλλαγή κλίματος.
Ο Ντράγκι έχει ήδη καθορίσει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων όλα θα… κυλήσουν ομαλά και οι τράπεζες καλούνται να συμμορφωθούν. Άλλη τράπεζα θα πρέπει να ολοκληρώσει επιτυχώς το σχέδιο αναδιάρθρωσης και άλλη να επιταχύνει τις πωλήσεις δανείων.
Το γεγονός πως ούτως ή άλλως οι ελληνικοί πιστωτικοί όμιλοι είναι κεφαλαιακά ισχυροί (αν και παραμένει η διελκυστίνδα με το ΔΝΤ και τα μισά κεφάλαιά τους αντιστοιχούν στον αναβαλλόμενο φόρο), σε συνδυασμό με το τέλος του μνημονίου και τις γενικότερες εστίες αβεβαιότητας (βλ. Ιταλία), «εξασφαλίζουν» ένα θετικό αποτέλεσμα.
Ακόμη και αν για κάποιον από τους τέσσερις πιστωτικούς ομίλους κριθεί ότι προκύπτουν κεφαλαιακές ανάγκες, αυτές θα ενσωματωθούν στην ετήσια διαδικασία ελέγχου και αξιολόγησης SREP, που σημαίνει ότι θα δοθεί χρόνος και μετά το τέλος του μνημονίου, έτσι ώστε να έχει ξεκαθαρίσει και το θέμα της μεταμνημονιακής σχέσης μεταξύ Ελληνικού δημοσίου και δανειστών.
Από κει και πέρα, όσο οι τράπεζες πιάνουν και υπερκαλύπτουν τους στόχους για τα «κόκκινα» δάνεια, τόσο η ΕΚΤ θα διατηρεί την ήπια στάση της και δεν θα πιέζει για τέταρτη ανακεφαλαιοποίηση. Αυτό σημαίνει ότι οι πλειστηριασμοί πρέπει να είναι αποτελεσματικοί, οι πωλήσεις δανείων γρήγορες και οι αναδιαρθρώσεις μεγάλων επιχειρηματικών δανείων τολμηρές.
Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να αποκλείσει νέες αναταράξεις τους επόμενους μήνες. Το ΔΝΤ, για παράδειγμα, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ξανά το… χαρτί των τραπεζών για να προωθήσει τη δεδομένη αξίωσή του για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Η ΕΚΤ, επίσης, μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να «ανακαλέσει» την ήπια στάση της σε μία μεταμνημονιακή εποχή που δεν θα υπάρχουν εγγυήσεις ότι η ελληνική κυβέρνηση εφαρμόζει τα συμφωνηθέντα.
Τα stress tests δεν θα πρέπει να χαρακτηριστούν ως «μη γενόμενα» αλλά η αφετηρία ενός μαραθωνίου πενταετίας, μέσα στον οποίο οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να αξιοποιήσουν την προβλεπόμενη ανάκαμψη της οικονομίας και να καθαρίσουν από όλα τα ανοιχτά ζητήματα. Σημαντικός στόχος μετά τον Ιούνιο είναι – εκτός από τις πωλήσεις μεγάλων πακέτων δανείων – η αντιμετώπιση των επιχειρήσεων «ζόμπι», καθώς η Ελλάδα εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό «παγιδευμένων» κεφαλαίων σε τέτοιες εταιρείες στην Ευρώπη.
Διαβάστε ακόμα: