Η Ελλάδα είναι πλέον παντού.
- Στις top επιλογές για το 2024 των μεγαλύτερων χρηματοοικονομικών οίκων, από την UBS και τη Morgan Stanley, έως τη Wood & Company και τη Citigroup.
Οι αναλυτές αναγνωρίζουν την Ελλάδα ως «πρωταθλήτρια» ανάπτυξης για την επόμενη 2ετία, με ρυθμούς καλύτερους από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, με συνεχιζόμενη υποχώρηση του χρέους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ και βελτίωση εν γένει των δημοσιονομικών μεγεθών.
- Στις χώρες-υπόδειγμα της Ευρωζώνης σύμφωνα το Eurogroup της 7ης Δεκεμβρίου, τον Γ.Γ. του ΟΟΣΑ Ματίας Κόρμανη, ακόμα και σύμφωνα με το ΔΝΤ που σε πρόσφατη έκθεση εξήρε τον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας και την αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα της,
- Στα «σαλόνια» των μεγαλύτερων ΜΜΕ όπως εκείνο του Εconomist με αφιέρωμα στην καλύτερη πορεία της ελληνικής οικονομίας σε μια σειρά δεικτών για δεύτερη διαδοχική χρονιά ανάμεσα σε 35 χώρες, αλλά και στο Χρηματιστήριο Αθηνών το οποίο βρίσκεται και πάλι στην κορυφή των αποδόσεων.
Η αλήθεια είναι ότι λίγοι φαντάζονταν την περίοδο των μνημονίων την εξέλιξη αυτή, καθώς όπως πολύ εύστοχα σχολιάζει ο Economist, είναι ένα αξιοσημείωτο αποτέλεσμα για μια οικονομία που μέχρι πρότινος αποτελούσε συνώνυμο της κακοδιαχείρισης.
Το έχουμε ξαναπεί. Οι θεοί αγαπούν την Ελλάδα. Η συγκυρία τα έφερε έτσι ώστε τρεις μεγάλες αντιξοότητες, η πανδημία, ο ρωσοουκρανικός πόλεμος και η αύξηση των επιτοκίων -άρα και του χρηματοδοτικού κόστους- να λειτουργήσουν υπέρ της χώρας μας.
Καταρχάς, αν δεν υπήρχε η Covid-19 δεν θα υπήρχαν και οι πόροι του Ταμείου Ανάπτυξης, η αξιοποίηση των οποίων μαζί με τα ιδιωτικά κεφάλαια που έχει κινητοποιήσει το «Ελλάδα 2.0», και τους πόρους του ΕΣΠΑ, έχουν βοηθήσει ήδη αισθητά τη χώρα μας να κλείσει το «επενδυτικό κενό» και να προσεγγίσει επιτέλους τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, μέσα από ένα πλήθος έργων ενεργειακής και ψηφιακής αναβάθμισης.
Εν συνεχεία, ο επανασχεδιασμός των ενεργειακών εφοδιαστικών αλυσίδων μετά τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, έδωσε στη χώρα μας νέα βαρύτητα στον ενεργειακό χάρτη.
Τέλος, μια περίοδο κάθετης αύξησης των επιτοκίων, εμείς βρεθήκαμε σε εξαιρετικά πλεονεκτική θέση έναντι των Ευρωπαίων εταίρων μας αλλά και πολλών άλλων οικονομιών, χάρη στη «γυάλα» του δημόσιου χρέους, το οποίο βρίσκεται κυρίως στα χέρια του επίσημου τομέα και εξυπηρετείται με μεσοσταθμικά επιτόκια πέριξ του 1,5%.
Ακόμα και ο πληθωρισμός είχε «διπλή ανάγνωση» για τη χώρα μας, καθώς έβαλε το λιθαράκι του στο turnaround story της ελληνικής οικονομίας, συνεπικουρώντας στη βελτίωση της μακροοικονομικής εικόνας μας και συμβάλλοντας ενεργά στη σμίλευση του κλάσματος Χρέος/ΑΕΠ.
Το στοίχημα του 2032 και μιας νέας Ελλάδας για τις επόμενες γενιές
Το 2032 λήγει το μορατόριουμ των δανείων που λάβαμε κατά την περίοδο της χρεοκοπίας και των μνημονίων.
Μέχρι τότε λοιπόν, η χώρα είναι σημαντικό να έχει επιτύχει την παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία θα υπερκαλύπτουν τα τοκοχρεοωλύσια των 250 δισ. από το 2032 και μετά, που αυτή τη στιγμή λόγω περιόδου χάριτος είναι παγωμένα.
Αυτό συνεπάγεται ότι η Ελλάδα θα πρέπει να στοχεύσει να μειώσει το δημόσιο χρέος και σε απόλυτο αριθμό, όχι μόνο ως ποσοστό του ΑΕΠ, έτσι ώστε όταν προστεθούν τα τοκοχρεολύσια αυτών των 250 δισ., οι ανάγκες να είναι περίπου όσες είναι σήμερα και όχι πολύ μεγαλύτερες.
Όπως είπε και ο κύριος Στουρνάρας πρόσφατα, «το οφείλουμε στις επόμενες γενιές αυτό».
Τα επόμενα 4 έως 5 χρόνια θα λάβουμε από την Ευρώπη ακόμα γύρω στα 66 με 70 δισ. ευρώ. Μαζί με την επενδυτική βαθμίδα και τη ρύθμιση του χρέους, έχουμε πραγματικά μια μοναδική ευκαιρία να παραδώσουμε μια αγνώριστη χώρα στα παιδιά μας.
Η ανταπόκριση του Χρηματιστηρίου Αθηνών
Το Χρηματιστήριο Αθηνών από το χαμηλό των 469 μονάδων το 2020 βρίσκεται πλέον κοντά στις 1300 μονάδες, ενώ την ίδια στιγμή είναι σημαντικό ότι οι δείκτες αποτίμησής του παραμένουν ελκυστικοί, με τα μέσα P/E των συστημικών τραπεζών να είναι μονοψήφια και των λοιπών εισηγμένων πέριξ του 10.
Αν και ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού της χώρας δεν έχει επανακτήσει το βιοτικό επίπεδο πριν τη χρεοκοπία της Ελλάδας -για να τα λέμε και αυτά, μιας και πρέπει να είναι το μεγάλο ζητούμενο των επόμενων ετών -εντούτοις από το ΑΕΠ έως τις εξαγωγές και από τις Ξένες Άμεσες Επενδύσεις έως τον Καθαρό Σχηματισμό Πάγιου Κεφαλαίου- δείκτης κλειδί για την ελληνική οικονομία όπως μπορείτε να διαβάσετε εδώ, όλοι οι κρίσιμοι δείκτες της Ελλάδος βελτιώνονται σταθερά,
δημιουργώντας βάσιμες προσδοκίες για μια εντυπωσιακή εξέλιξη μιας χώρας που την προηγούμενη δεκαετία ήταν το μαύρο πρόβατο της Ευρωζώνης.
Το ΑΕΠ σε ονομαστικούς όρους προβλέπεται ότι θα φτάσει στα 235,147 δις ευρώ το 2024, από 224 δις ευρώ το 2023 και 208,03 δις ευρώ το 2022.
Επιβεβαίωση αυτής της πρόβλεψης προϋποθέτει ότι το φετινό β’ εξάμηνο θα κλείσει με πραγματική ανάπτυξη πέριξ του 2,3% ώστε να κλείσει η φετινή χρονιά στα προβλεπόμενα επίπεδα και ότι το 2024 η Ελλάδα θα εμφανίσει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά πραγματικής ανάπτυξης στην Ευρώπη (3%).
Η αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων από το 13,7%, που ήταν το κλείσιμο του 2022, αναμένεται να αυξηθεί στο 14,45% το 2023 και στο 15,7% το 2024.
Ο εθνικός στόχος είναι η αναλογία να φτάσει και πάλι στο 20%, κάτι όμως που θα χρειαστεί χρόνο, περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια και φυσικά σωστή διαχείριση αυτών.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα του προϋπολογισμού αναμένεται να μειωθεί από 2,2% του ΑΕΠ φέτος σε 1,2 % το 2024 και 1% το 2025. Επιπλέον, υπάρχει πρόβλεψη για μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ από 160,5% σε 153%, 147,9%, αντίστοιχα.
Το ποσοστό ανεργίας που είναι άλλος ένα σημαντικός δείκτης με άμεσο αντίκτυπο για τους πολίτες, μειώνεται δυστυχώς αργά, αλλά τουλάχιστον προβλέπεται να κατεβεί στο 9,6% έως το 2025, το χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας.
Αν τώρα προσθέσουμε τις περιορισμένες ανάγκες δημόσιας χρηματοδότησης και το ανταγωνιστικό πλαίσιο ανάπτυξης χάρη στο Ταμείο ανάκαμψης, κατανοούμε γιατί οι περισσότεροι χρηματοοικονομικοί οίκοι έχουν προχωρήσει στην πρόβλεψη ότι οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων θα μειωθούν περαιτέρω, πολύ πέρα από αυτό που θα συνεπαγόταν η τρέχουσα πιστοληπτική αξιολόγηση του δημοσίου, οδεύοντας μάλιστα κοντά στις αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων.
Για όσο χρονικό διάστημα η ελληνική οικονομία θα υπεραποδίδει των οικονομιών της Ευρωζώνης, είναι λογικό τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που διαπραγματεύονται στο ΧΑ, να «κινούνται» και αυτά με υπεραπόδοση.
Τουτέστιν, αν δεν προκύψει μια νέα γεωπολιτική εμπλοκή και δεν εκτροχιαστούν εκ νέου οι τρέχουσες, το Χρηματιστήριο Αθηνών προθερμαίνει τις μηχανές του για μια ακόμη εντυπωσιακή χρονιά.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.