Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Το έτος που διανύουμε ολοκληρώνεται με ικανοποιητικές αποδόσεις για τα διεθνή χρηματιστήρια, παρά τα σημαντικά γεγονότα που επιφύλασσε στους επενδυτές. Το 2016 παρά του ότι δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς χρηματιστηριακά, καθώς στις 11 Φεβρουαρίου οι περισσότεροι χρηματιστηριακοί δείκτες βρέθηκαν σε χαμηλά έτους, στη συνέχεια κατάφεραν να σταθεροποιηθούν ενισχύοντας τις αποδόσεις τους, με τους αμερικανικούς δείκτες στη συνέχεια να καταγράφουν νέα ιστορικά υψηλά.
Το έτος που μας αποχαιρετά, μπορεί να χαρακτηριστεί και ως το έτος που δικαίωσε τους contrarians των αγορών, καθώς τόσο στο βρετανικό δημοψήφισμα, όσο και στις αμερικανικές εκλογές, οι δημοσκοπήσεις απέτυχαν παταγωδώς επιφυλάσσοντας σημαντικά κέρδη σε όσους κινήθηκαν επενδυτικά αντίθετα από αυτές. Το 2017 έρχεται με αρκετές προσδοκίες, καθώς αυτές καλλιεργήθηκαν από την εκλογή του νέου προέδρου των ΗΠΑ, έπειτα και από την ανακοίνωση του οικονομικού του προγράμματος, σύμφωνα με το οποίο θα μειώσει τη φορολογία, και θα αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις σε έργα υποδομής, ωθώντας ακόμη υψηλότερα μετοχές και εμπορεύματα.
Πως όμως εκτιμούν επενδυτικά γνωστοί οίκοι τη νέα χρονιά, και πού αναμένεται να μετακινηθούν τα επενδυτικά κεφάλαια; Οι μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες έχουν ήδη ανακοινώσει τις εκτιμήσεις τους για το επόμενο έτος, προϊδεάζοντας μας για το τι θα ακολουθήσει. Φυσικά σε ένα ρευστό οικονομικό διεθνές περιβάλλον, η κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη, καθώς οι μεταβλητές αλλάζουν συνέχεια.
Ποιος όμως μπορεί να μην μπει στο πειρασμό και να διαβάσει τις προβλέψεις πχ της Goldman Sachs ή της Deutsche Bank; Από την αρχαιότητα (βλ. Πυθία) έως και σήμερα (βλ. αστρολόγους) οι άνθρωποι υπέκυπταν μπροστά στην γνώση για τα μελλούμενα, στην προσπάθεια τους να αποφύγουν τα δυσάρεστα. Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον όμως, καθώς η φύση του ανθρώπου είναι γεμάτη πάθη, λάθη, και αδυναμίες. Ας δούμε όμως παρακάτω, τις εκτιμήσεις μερικών εκ των μεγαλύτερων και γνωστότερων οίκων για το έτος που πρόκειται να υποδεχθούμε σε λίγες μέρες.
Bank of America-Merrill Lynch
Η επενδυτική τράπεζα προβλέπει για το επόμενο έτος, υψηλότερα από τα συνηθισμένα ρίσκα, με το δείκτη S&P 500 να ολοκληρώνει στα τέλη του επόμενου έτους, στο καλό σενάριο, στις 2.700 μονάδες, ενώ στο αρνητικό σενάριο στις 1.600 μονάδες.
Credit Suisse
Η τράπεζα θεωρεί overweight τα προϊόντα αντιστάθμισης αποπληθωρισμού (πχ ομόλογα), σε σχέση με αυτά της αντιστάθμισης έναντι πληθωρισμού (πχ μετοχές), προβλέποντας πτώση της αγοράς στο δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους, με τον δείκτη S&P 500 να βρίσκεται στα τέλη αυτού στις 2.300 μονάδες, δείχνοντας την προτίμηση της στις μετοχές από ότι σε ομόλογα και χρυσό.
Η τράπεζα εκτιμά ότι η αύξηση των επιτοκίων θα οδηγήσει το αμερικανικό δεκαετές πάνω από 3%, ενώ όσο αφορά την τιμή του χρυσού, αυτή θα επηρεαστεί κυρίως λόγο της προσφοράς και ζήτησης, με τις πωλήσεις των δύο μεγαλύτερων ETFs του πολύτιμου μετάλλου (GLD και IAU) να έχουν μειωθεί κατά 7%, με τους αναλυτές της τράπεζας να προβλέπουν για το πρώτο τρίμηνο του έτους, την τιμή του πολύτιμου μετάλλου στα $1.275/ουγγιά, ενώ στο τέταρτο τρίμηνο στα $1.400/ουγγιά.
UBS
Η τράπεζα δεν προβλέπει για το επόμενο έτος σημάδια ύφεσης, με τους «ταύρους» να γιορτάζουν τον Μάρτιο τα όγδοα γενέθλια τους, ενώ παράλληλα τονίζει, πως το δολάριο είναι υπερτιμημένο έναντι των νομισμάτων των G10, με την ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου στα τέλη του επόμενου έτους να διαμορφώνεται στο 1,20, λόγο του tapering της ΕΚΤ, ενώ για την ισοτιμία της στερλίνας έναντι του δολαρίου, να διαμορφώνεται πάνω από τα επίπεδα του Brexit.
Goldman Sachs
Από τις επενδυτικές τράπεζες, όπου η κάθε εκτίμηση της μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αναταράξεις τα διεθνή χρηματιστήρια, προβλέπει για το επόμενο έτος, αύξηση των κερδών ανά μετοχή για τις αμερικανικές εταιρείες του S&P 500, επαναπατρισμό κεφαλαίων στις ΗΠΑ, και δημοσιονομική προσαρμογή.
Στα ρίσκα η τράπεζα σημειώνει το έλλειμμα του προϋπολογισμού, την αύξηση του πληθωρισμού, και τη συνέχιση ανόδου των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων. Παρά του ότι όμως η τράπεζα παραδέχεται την υποχώρηση των αναδυόμενων οικονομιών, λόγο την ενίσχυσης του δολαρίου, αλλά και την αύξηση των αποδόσεων των αμερικανικών κρατικών ομολόγων, συστήνει για το επόμενο έτος long στο βραζιλιάνικο real, στο ρωσικό ρούβλι, στην ινδονησιακή rupiah, και το νοτιοαφρικανικό rand, ενώ είναι short στο νοτιοκορεατικό won, και στο δολάριο της Σιγκαπούρης.
Citigroup
Η τράπεζα παραμένει ουδέτερη για το επόμενο έτος, όσο αφορά τους απρόβλεπτους παράγοντες, την εταιρική κερδοφορία, την κατάσταση, και τη ρευστότητα, ενώ θετική είναι για τις αποτιμήσεις το επόμενο έτος, προβλέποντας για τον S&P 500 στα μέσα του 2017 τις 2.250 μονάδες, ενώ στα τέλη του έτους τις 2.325 μονάδες.
Επίσης, παραμένει bull για τα εμπορεύματα, λόγο της ενίσχυσης της ανάπτυξης, συστήνοντας αγορά για πετρέλαιο, χαλκό, ψευδάργυρο, και σιτάρι για τους επόμενους 6-12 μήνες, ενώ bearish είναι για το κάρβουνο, το σιδηρομετάλλευμα, το χρυσό, και τη σόγια, λόγο της υπέρ-απόδοσης τους το 2016. Τέλος, προβλέπει την ενίσχυση των διεθνών μετοχών κατά 10%, για το επόμενο έτος, με την άνοδο να οδηγούν οι μετοχές των ανεπτυγμένων οικονομιών, ενώ μια αύξηση κατά 10% του δολαρίου σε συνδυασμό με τη μείωση της φορολογίας στο 20% στις ΗΠΑ, μπορεί να προσθέσει ένα επιπλέον 6% στα κέρδη ανά μετοχή διεθνώς.
Jefferies
Σε μια περισσότερο γενική εικόνα κινούνται οι εκτιμήσεις της επενδυτικής εταιρείας, καθώς σύμφωνα με αυτές προβλέπει την ολοκλήρωση της πολιτικής Trump, όταν θα αρχίσουν να ενισχύονται οι μισθοί, ενώ τέλος το ισχυρό δολάριο θα επιδράσει ως «ταβάνι» στην κερδοφορία των εταιρειών.
Deutsche Bank
Στο $1 τρισ. υπολογίζει των επαναπατρισμό κεφαλαίων στις ΗΠΑ, η γερμανική τράπεζα, σύμφωνα με την οποία μπορεί να ωθήσει σε νέα ιστορικά υψηλά τους αμερικανικούς δείκτες, με τον δείκτη S&P 500 να διαμορφώνεται στις 2.250 μονάδες πριν τη μείωση της φορολογίας, και στις 2.300 μονάδες μετά τη μείωση αυτής.
JP Morgan
Υψηλότερο ρίσκο θεμελιακά προβλέπει η επενδυτική τράπεζα για τις μετοχές το επόμενο έτος, σε σχέση με το 2016. Το ισχυρό δολάριο και η αύξηση των επιτοκίων αποτελούν τις βασικές πηγές μείωσης του ρίσκου στα εταιρικά κέρδη, κυρίως εάν αυτές οι τάσεις δεν στηριχθούν από ισχυρές προσδοκίες για ανάπτυξη.
Morgan Stanley
Bullish βρίσκει για το 2017 όσο αφορά τις κινεζικές μετοχές η γνωστή επενδυτική τράπεζα, εκτιμώντας πως ο δείκτης Shanghai Composite θα ενισχυθεί κατά 36%, στις 4.400 μονάδες, με τα κέρδη ανά μετοχή να ενισχύονται κατά 6%. Οι λόγοι που οδηγούν σε μια τέτοια εκτίμηση, σύμφωνα με την τράπεζα, είναι ότι δεν προβλέπει σημαντική σύγκρουση προστατευτισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με το πρώιμο στάδιο ανάκαμψης της κινεζικής οικονομίας, θα διατηρήσει κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους χαλαρές τις εγχώριες νομισματικές συνθήκες, ενώ το αυστηρότερο πλαίσιο κανόνων για τον τομέα κατοικιών, ήδη έχει αρχίσει να στρέφει προς τις μετοχές τους πλούσιους πολίτες. Επίσης, η τράπεζα παραμένει bullish όσο αφορά την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ.
Τέλος, η τράπεζα εκτιμά στα τέλη του επόμενου έτους, πως η ισοτιμία μεταξύ ευρώ και στερλίνας θα διαμορφωθεί στο 0,77, καθώς παραμένει σε υποτιμημένα επίπεδα, με το πολιτικό ρίσκο να είναι αυξημένο στην ευρωζώνη.
Societe Generale
Στροφή από τα ομόλογα ανεπτυγμένων οικονομιών προς τις μετοχές εκτιμά για το επόμενο έτος η γαλλική τράπεζα, καθώς προβλέπει αύξηση των κερδών ανά μετοχή κατά 8% για τα επόμενα τρία χρόνια, με τον δείκτη S&P 500 να διαμορφώνεται στις 2.400 μονάδες στα τέλη του 2017, και στις 2.500 μονάδες στα τέλη του 2018, ενώ παραμένει bullish για τον δείκτη Eurostoxx 50, με αυτόν να διαμορφώνεται στις 3.300 στα τέλη του 2017.
Οι οικονομολόγοι της γαλλικής τράπεζας, παρουσίασαν επίσης ένα γράφημα με τέσσερις «μαύρους κύκνους», σύμφωνα με το οποίο ίσως επισκιάσουν το επόμενο έτος τις διεθνείς αγορές. Σύμφωνα λοιπόν με το γράφημα, η πολιτική αβεβαιότητα καταλαμβάνει 30% πιθανότητες, οι απότομες αυξήσεις των ομολόγων 25% πιθανότητες, η ανώμαλη προσγείωση της Κίνας 25% πιθανότητες, και ένας εμπορικός πόλεμος 15% πιθανότητες.
Τέλος, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο, για το ποια χρηματιστήρια θα αποδώσουν περισσότερο το επόμενο έτος, τα αποτελέσματα για τα μέσα του 2017 βρήκαν το χρηματιστήριο της Ινδίας, με τον δείκτη Sensex να ενισχύεται κατά 8%, στη δεύτερη θέση να μοιράζονται το χρηματιστήριο της Νοτίου Κορέας με τον δείκτη KOSPI να ενισχύεται κατά 5,5%, καθώς και το χρηματιστήριο της Κίνας, με τον δείκτη Shanghai Composite να ενισχύεται επίσης κατά 5,5%. Οι αναλυτές προβλέπουν μόνο τρία χρηματιστήρια για τα μέσα του επόμενου έτους να ολοκληρώνουν με αρνητική απόδοση, αυτό της Ισπανίας με τον δείκτη IBEX 35 να υποχωρεί κατά 2,1%, το χρηματιστήριο του Μιλάνο με τον δείκτη FTSE MIB να υποχωρεί κατά 3,4%, καθώς και το χρηματιστήριο της Ταϊλάνδης με τον δείκτη TAIEX να καταγράφει απώλειες 3,8%.
Στην ίδια δημοσκόπηση, για τα τέλη του 2017, πρώτο σε απόδοση έρχεται το χρηματιστήριο της Βραζιλίας με τον δείκτη BOVESPA να ενισχύεται κατά 17,9% (έναντι 5,9% στα μέσα του έτους), δεύτερο αυτό της Κίνας με τον δείκτη Shanghai Composite να ενισχύεται κατά 14,1% (έναντι 5,5% στα μέσα του έτους), και τρίτο αυτό της Ινδίας με τον δείκτη Sensex να ενισχύεται κατά 12,2% (έναντι 8% στα μέσα του έτους).
Όπως είναι φυσικό, άλλες από τις παραπάνω προβλέψεις θα επιβεβαιωθούν και άλλες θα διαψευστούν, επιβεβαιώνοντας για ακόμη μία φορά το αβέβαιο μέλλον, και στο χώρο των χρηματιστηρίων. Αυτό το οποίο όμως αποτελεί επιβεβαιωμένη πρόβλεψη, κι έχει αποδειχθεί άπειρες φορές στο χώρο των επενδύσεων, είναι ότι η απληστία και ο πανικός αποτελούν κακό σύμβουλο στη λήψη μιας επενδυτικής απόφασης. Ας ελπίσουμε πως η χρονιά που μας έρχεται θα αποτελέσει μια καλή χρονιά από άποψη αποδόσεων, με τους «μαύρους κύκνους» να αναβάλλουν την επίσκεψη τους.