Της Αντιόπης Σχοινά
Με το ένα μάτι στραμμένο στο εξωτερικό και στην πιθανότητα φυγής από την Ελλάδα βρίσκονται πλέον πολλές επιχειρήσεις που μέχρι πρότινος επέμεναν ελληνικά παρά τις συνεχείς βολές που δέχονται από το όλο και πιο αφιλόξενο περιβάλλον στο ελληνικό επιχειρείν.
Ακόμη και εκείνοι οι επιχειρηματίες που σε πείσμα των καιρών αναπτύσσονται το τελευταίο διάστημα επιμένοντας στην «αφιλόξενη» πατρίδα, δέχονται πλέον ισχυρούς τριγμούς και δείχνουν να σκέφτονται, αποβάλλοντας παντελώς το ενοχικό σύνδρομο, αλλαγή έδρας ή ακόμη και μεταφορά παραγωγής.
Η συνεχώς εντεινόμενη αβεβαιότητα τόσο σε οικονομικό όσο και πολιτικό επίπεδο, η πρωτόγνωρη τόσο σε διάρκεια όσο και σε βάθος ύφεση που πλήττει την χώρα, οι φορολογικές επιβαρύνσεις, που πλέον σε αρκετές περιπτώσεις είτε σε επίπεδο εξαγγελιών είτε με την μορφή νόμου μπορούν να χαρακτηρισθούν ακόμη και εχθρικές για τις επιχειρήσεις, αλλά και ο ακόμη υπαρκτός κίνδυνος, αν και βαίνει προς εκμηδένιση, ενός Grexit, συνθέτουν ένα εκρηκτικό μίγμα και διαμορφώνουν ένα απόλυτα αφιλόξενο περιβάλλον για επιχειρήσεις.
Πέραν των ανωτέρω κάποια ακόμη στοιχεία της ελληνικής καθημερινότητας για της επιχειρήσεις αποτελούν παράγοντες παγώματος επενδύσεων αν όχι πλήρους αποεπένδυσης. Το κλείσιμο της στρόφιγγας των τραπεζών, οι οποίες προσπαθούν να διαχειριστούν τα δικά τους «ανοίγματα», οδηγεί σε πλήρη απουσία χρηματοδοτήσεων. Από την άλλη το τέρας της γραφειοκρατίας αλλά και η καθυστέρηση στα δικαστήρια προστίθενται στα αντικίνητρα τόσο των επενδύσεων όσο και της έλευσης νέων θεσμικών επενδυτών.
Η αύξηση του φορολογικού συντελεστή στο 29%, οι αλλαγές στους επιμέρους συντελεστές ΦΠΑ και η καθολική προκαταβολή του φόρου σε περιβάλλον έντονης ύφεση, δημιουργούν συνθήκες στραγγαλισμού για τις επιχειρήσεις. Όπως επισημαίνουν στο liberal.gr άνθρωποι της αγοράς «είναι απαράδεκτο να αυξάνεται και να διαφοροποιείται με τροπολογίες κάθε τρεις και λίγο το φορολογικό τοπίο με περαιτέρω επιβαρύνσεις για τις εταιρείες την ώρα που ακόμη και η απομείωση παγίων και επενδύσεων γίνεται στην 20ετία».
Ενδεικτικό της τάσης που επικρατεί ήταν τα αποτελέσματα έρευνας που έγινε από την Endeavor Greece σε δείγμα 300 επιλεγμένων επιχειρήσεων κατά το διάστημα 13-17 Ιουλίου, με την επιβολή δηλαδή των capital controls. Η έρευνα έδειξε ότι σε ποσοστό 23%, οι εν Ελλάδι επιχειρήσεις σχεδιάζουν να μεταφέρουν άμεσα την έδρα τους στο εξωτερικό για να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ασφάλεια, ρευστότητα και σταθερότητα, ενώ ένα 13% το είχε ήδη πράξει.
Περιπτώσεις όπως της Viohalco, της Coca-Cola AG, της S&B και άλλων εταιρειών, που άλλαξαν έδρα κατά την τελευταία διετία, δείχνουν ότι αυτές οι εταιρείες πέραν των όσων αρνητικών σχολίων δέχθηκαν στην εσωτερική αγορά, σήμερα εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι μπορεί να χρηματοδοτηθούν σε Βέλγιο και Ελβετία με πολύ ελκυστικά επιτόκια.
Ωστόσο, το κόστος μετεγκατάστασης των επιχειρήσεων στη Δυτική Ευρώπη ανέρχεται σε περίπου 10% επί του συνολικού ετήσιου τζίρου μίας εισηγμένης επιχείρησης, ενώ στην Κεντρική Ευρώπη (Τσεχία, Σλοβακία) μειώνεται σημαντικά. Αντίθετα πιο φθηνές και με παροχή σημαντικών εξυπηρετήσεων θεωρούνται κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Κύπρος, η Βουλγαρία, τα Σκόπια, η Αλβανία, η Σερβία, η Ρουμανία και το Μαυροβούνιο. Επίσης, κράτη της Κεντρικής Ευρώπης θεωρούνται ως διαμετακομιστικοί κόμβοι είτε προς τη Βόρεια Ευρώπη είτε προς τη Ρωσία.
Μεγάλες παραγωγικές επιχειρήσεις αλλά και εμπορικοί όμιλοι που έχουν εξωστρεφή χαρακτήρα και γνώση άλλων αγορών, έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι αν δεν αλλάξει η κατάσταση, η έξοδος από την χώρα αποτελεί σημαντική εναλλακτική για αυτούς. Ειδικότερα, εταιρείες που έχουν παραγωγική δραστηριότητα στη χώρα μας, μελετούν το ενδεχόμενο μεταφοράς της έδρας τους σε χώρες όπως η Κύπρος ή η Βουλγαρία αλλά και κλείσιμο των δραστηριοτήτων τους στην Ελλάδα, υποβαθμίζοντας την παρουσία τους από βιομηχανίες σε απλές εμπορικές αντιπροσωπείες.
Στην ίδια κατηγορία μεγάλες πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται στη χώρα καταρτίζουν σχέδια για την αντιμετώπιση της κατάστασης, ενώ βρίσκονται σε διαρκείς συζητήσεις και επαφές με τα στελέχη των εν Ελλάδι θυγατρικών τους, ζητώντας εκτενή αναφορά της κατάστασης αλλά και λεπτομερή ανάλυση των κινδύνων.
Την παραπάνω εικόνα διαφοροποιούν επενδύσεις που έρχονται στην Ελλάδα, όπως για παράδειγμα, η επένδυση της Fraport στα 14 αεροδρόμια,οι επενδύσεις σε τράπεζες, εισηγμένες και ακίνητα της καναδικής Fairfax Financial Holdings και της York Capital. Η πρόσφατη επιστροφή της Marriot στον ελληνικό τουριστικό κλάδο, αλλά και έλευση της FourSeasons στη χώρα μας.
Επίσης, η πορεία των βιβλίων προσφορών που φαίνεται ότι είναι θετική - σύμφωνα με τα πρώτα μηνύματα από την περίπτωση της Τράπεζας Πειραιώς- και άρα η αναστροφή στο τραπεζικό σύστημα είναι ενθαρρυντικά στοιχεία.
Ωστόσο, όλα θα εξαρτηθούν από την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά τους τελευταίους μήνες του 2015 και τους πρώτους του 2016, οπότε θα καμφθούν ή όχι οι όποιες αντιστάσεις των επιχειρήσεων.