Το πακέτο Μπάιντεν ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων για τη στήριξη της αμερικανικής οικονομίας αποτελεί «σημαντική κινητήρια δύναμη για την παγκόσμια οικονομία» δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ Φίλιπ Λέιν τονίζοντας πως αναμένεται να επωφεληθεί από αυτό και η Ευρωζώνη.
Μιλώντας στο CNBC, ο κ. Λέιν εκτίμησε πως «θα υπάρξουν θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις από τις ΗΠΑ», σημειώνοντας πως η τόνωση της αμερικανικής οικονομίας θα ενισχύσει το παγκόσμιο ΑΕΠ και θα αυξήσεις τις εξαγωγές από τις χώρες της Ευρωζώνης.
Μεγάλο μέρος της οικονομικής παραγωγής της ευρωζώνης προέρχεται από τις εξαγωγές, οι οποίες έχουν δεχθεί ισχυρό πλήγμα από την πανδημία. Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν τον Ιανουάριο έδειξαν ότι οι εξαγωγές της ευρωζώνης μειώθηκαν κατά 11,4% σε διάστημα 12 μηνών.
«Φυσικά, ο αρχικός αντίκτυπος ήταν περισσότερο εμφανής στη χρηματοπιστωτική αγορά, αλλά με την πάροδο του χρόνου, θα αποτελέσει σημαντική κινητήρια δύναμη για την παγκόσμια οικονομία», πρόσθεσε ο Λέιν.
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δέχονται συχνά κριτική επειδή δεν παρέχουν παρόμοια δημοσιονομική στήριξη όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οι «27» συμφώνησαν τον Ιούλιο να δοθούν στα κράτη-μέλη 750 δισ. ευρώ μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, ωστόσο τα κεφάλαια αυτά δεν έχουν διανεμηθεί ακόμα.
«Στις ΗΠΑ, πολύ μεγάλα δημοσιονομικά πακέτα μπορούν να ενσωματωθούν σε μια ενιαία νομοθεσία. Στο ευρωπαϊκό μπλοκ έχουμε ένα μείγμα, έχουμε 19 δημοσιονομικές πολιτικές και στη συνέχεια την κοινή δημοσιονομική δράση», υπογράμμισε ο οικονομολόγος της ΕΚΤ.
Ο Φ. Λέιν υπογράμμισε ότι σε πρόσφατη συνάντηση των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών υπήρξαν δεσμεύσεις για «μια ευέλικτη δημοσιονομική αντίδραση», ενώ επισημάνθηκε ότι είναι πιθανό οι αυστηρότεροι δημοσιονομικοί στόχοι να παραμείνουν σε αναμονή το 2022, ώστε τα κράτη-μέλη να έχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές προκλήσεις της πανδημίας.
«Οι παράμετροι της δημοσιονομικής συζήτησης έχουν σαφώς μετακινηθεί με την απόφαση των ΗΠΑ», τόνισε ο κ. Λέιν προσθέτοντας πως είναι ζωτικής σημασίας για τους Ευρωπαίους αξιωματούχους που χαράσσουν πολιτική να εξετάσουν πώς θα βαθμονομηθεί η ευρωπαϊκή δημοσιονομική αντίδραση «ώστε να διασφαλιστεί ότι είναι επαρκής για να ξεπεράσουμε τις συνέπειες της πανδημίας».
Η ευρωζώνη έχει πληγεί σημαντικά από την υγειονομική κρίση, με την οικονομία της να έχει συρρικνωθεί σχεδόν κατά 7% το 2020. Αν και η ΕΚΤ έχει προβλέψει ρυθμό ανάπτυξης 4% για την ευρωζώνη φέτος, η εκτίμηση αυτή συνοδεύεται από μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας.
Οι οικονομικές επιδόσεις θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένων των νέων μεταλλάξεων του ιού, καθώς και από την επιτυχή υλοποίηση του προγράμματος των εμβολιασμών.
Επιπλέον, ορισμένα κράτη της ΕΕ πλήττονται από το τρίτο κύμα της πανδημίας και έχουν επιβάλει αυστηρότερους περιορισμούς στις μετακινήσεις, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την οικονομική δραστηριότητα.