Η πανδημία του κορονοϊού διασάλευσε τις εφοδιαστικές αλυσίδες και δημιούργησε προβλήματα στην παραγωγική διαδικασία. Ωστόσο, η FAGE International φαίνεται πως δεν επηρεάστηκε από την πανδημία και σε μία δύσκολη χρονιά, φαίνεται πως ωφελήθηκε από την αύξηση της κατανάλωσης στο σπίτι, την τάση για υγιεινή διατροφή και τη βελτίωση των πωλήσεων στο λιανεμπόριο, απόρροια της πανδημικής κρίσης.
Η εταιρεία που ελέγχεται από την οικογένεια Φιλίππου κατέγραψε πωλήσεις πάνω από μισό δισ. δολάρια το 2020, συγκεκριμένα 521,3 εκατ. δολάρια καταγράφοντας αύξηση 5,5% συγκριτικά με τα 494,3 εκατ. δολάρια του 2019. Η ενίσχυση των πωλήσεων οφείλεται στην αύξηση του όγκου πωλήσεων κατά 7,5%, στη μείωση της μέσης καθαρής τιμής κατά 2,9% και στην ενίσχυση του δολαρίου έναντι της βρετανικής λίρας.
Η κερδοφορία της πολυεθνικής εμφανίζεται και αυτή βελτιωμένη, παρουσιάζοντας κέρδη 43,4 εκατ. δολάρια έναντι 21,4 εκατ. δολαρίων το 2019, με EBITDA 115,5 εκατ. δολάρια από 81,3 εκατ. δολάρια το 2019. Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας οι πωλήσεις της εταιρείας αυξήθηκαν σε όλες τι χώρες, ενώ στην Ελλάδα η αύξηση αυτή τοποθετείται στο 4,3%. Το 2020 οι πωλήσεις σε αξία εκτός Ελλάδας παρέμειναν σταθερές συγκριτικά με το 2019, καθώς αντιπροσώπευσαν το 84,8% το 2020, ενώ το 2019 το 84,7%.
Όπως αναφέρουν οι οικονομικές καταστάσεις, η δραστηριότητα και τα λειτουργικά αποτελέσματα στη χώρα μας επηρεάζονται από την οικονομική κατάσταση στη χώρα. Ειδικότερα υπάρχει μείωση της ιδιωτικής δαπάνης και του διαθέσιμου εισοδήματος των Ελλήνων, ενώ η πολυεθνικής στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει στρατηγικούς κακοπληρωτές (προμηθευτές), οδηγήθηκε στη μείωση ή στην παύση πωλήσεων. Έτσι λοιπόν η εταιρεία ανέμενε το τρέχον έτος οι πωλήσεις της στη χώρα μας να επηρεαστούν από την οικονομική κατάσταση και την αύξηση των «αναξιόπιστων» προμηθευτών που αγοράζουν τα προϊόντα της.
Την ίδια στιγμή η πολυεθνική σχεδιάζει νέα επένδυση 170 εκατ.δολαρίων για την κατασκευή εργοστασίου στη Δυτική Ευρώπη, με απώτερο στόχο να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση σε αγορές της Ευρώπης και ειδικότερα της Βρετανίας και της Ιταλίας. Όταν λειτουργήσει το εργοστάσιο αναμένεται να παράγει περίπου 40.000 τόνους γιαουρτιού ετησίως, ενώ μέχρι να ολοκληρωθεί το project αναμένεται να ενισχυθεί η παραγωγή σε άλλες χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα για να καλυφθεί η ζήτηση των προϊόντων της εταιρείας στη Γηραιά Ήπειρο.