Τους επόμενους μήνες, αν δεν συμβεί κάποια μεγάλη ανατροπή, τα έσοδα του ελληνικού τουρισμού μπορεί να αγγίξουν τα επίπεδα του 2019, και γιατί όχι να τα ξεπεράσουν, προβλέπει στο Liberal ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Ρέτσος, κρίνοντας από τις πληρότητες των ξενοδοχείων και των πτήσεων που κινούνται για το καλοκαίρι σε προ πανδημίας επίπεδα.
Μιλά για τη μεγάλη έκπληξη της φετινής σεζόν, την σημαντική αύξηση αφίξεων από την αγορά των ΗΠΑ, με τη μεγαλύτερη κατά κεφαλή δαπάνη από κάθε άλλη και 50% πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Δεν ανησυχεί ότι φθηνότερες χώρες, όπως η Τουρκία, μπορεί να μας αποσπάσουν μερίδια, αφού, όπως λέει, η φήμη της Ελλάδας υπερέχει έναντι ανταγωνιστών της, όπως Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία, ενώ αναφέρεται στις δύσκολες συνθήκες και τον τετραπλασιασμό του ενεργειακού κόστους, κάτω από τον οποίο λειτουργεί και φέτος η τουριστική βιομηχανία.
Κανονικά, όπως λέει, τα έσοδα της χώρας και τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων θα έπρεπε να είναι αλληλένδετα, ωστόσο όσες επιχειρήσεις είναι δεσμευμένες με συμβόλαια από το 2019, θα δουν φέτος πάρα πολύ αυξημένα έσοδα.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Το 2019, χρονιά ρεκόρ για τον ελληνικό τουρισμό, έκλεισε με εισπράξεις 18,18 δισ. ευρώ και αφίξεις, μαζί με την κρουαζιέρα, στα 34 εκατ. Μπορεί φέτος να ξεπεράσουμε αυτά τα νούμερα; Και αν όχι, που εκτιμάτε ότι θα κινηθούμε;
Τα πράγματα εξελίσσονται πάρα πολύ θετικά για τον ελληνικό τουρισμό τη φετινή χρονιά. Ήταν κάτι που αναμέναμε, μετά από δύο χρόνια πανδημίας, δυσκολιών και πάρα πολύ μεγάλης ύφεσης στον τουρισμό. Η Ελλάδα κατάφερε να ενισχύσει την εικόνα και το brand της, διότι το μεν 2020 ήταν η μοναδική, ουσιαστικά, χώρα της Μεσογείου που άνοιξε τον τουρισμό, έστω και περιορισμένα και το 2021 κεφαλαιοποίησε αυτή την αίσθηση ασφάλειας που δημιουργήθηκε στους λίγους τουρίστες που ήρθαν το καλοκαίρι του 2020 στη χώρα μας. Και αυτή η θετική τάση φαινόταν να κλιμακώνεται προς το τέλος του 2021 και στις αρχές του 2022.
Υπήρξε μία πρώτη ανατροπή με την Όμικρον, η οποία φάνηκε να αλλάζει προσωρινά τα δεδομένα, ενώ στη συνέχεια είχαμε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που δημιούργησε ένα τεράστιο σκηνικό ανασφάλειας και επέτεινε τα προβλήματα τα οποία είχαν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται, όπως ο αυξημένος πληθωρισμός και το ενεργειακό κόστος. Μέσα σε αυτό το σύνθετο και βεβαρυμένο περιβάλλον, ο ελληνικός τουρισμός καλείται για ακόμα μια φορά, να προσαρμοστεί και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Να λειτουργήσει και φέτος κάτω από δύσκολες συνθήκες, να αντιμετωπίσει ακόμα μια περίοδο κρίσεων, για πολλοστή φορά όμως μέσα στην τελευταία δεκαετία. Καλείται και πάλι, να στηρίξει τη μεγάλη εθνική προσπάθεια ανάκαμψης.
Γιατί δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ξεχνάμε, ότι ο ελληνικός τουρισμός και στη μεγάλη οικονομική κρίση της δεκαετίας του ’10, αλλά και στα χρόνια της πανδημίας, στήριξε εισοδήματα, δημιούργησε πολλές θέσεις εργασίας, συνέβαλε καθοριστικά στην κοινωνική συνοχή της περιφέρειας. Αν δεν συμβεί κάποια μεγάλη ανατροπή τους επόμενους μήνες, τα έσοδα του ελληνικού τουρισμού μπορεί να αγγίξουν τα επίπεδα του 2019 και γιατί όχι να τα ξεπεράσουν.
Ποιες αγορές κινούνται καλύτερα με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα;
Οι παραδοσιακές μας αγορές καταγράφουν μία σημαντική ανάπτυξη. Πρόκειται για τις ευρωπαϊκές αγορές, κάποιες σημαντικές αγορές από τη Μέση Ανατολή όπως είναι η αγορά του Ισραήλ, και βέβαια η μεγάλη έκπληξη του 2021, η αμερικανική αγορά, η οποία προέκυψε από σωστούς χειρισμούς της κυβέρνησης σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα και διατηρεί τη δυναμική της και τη φετινή περίοδο. Η Ελλάδα το 2021, ήταν η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που άνοιξε ουσιαστικά για την Αμερική.
Έτσι, προγραμματίστηκαν πολύ περισσότερες πτήσεις από άλλες χρονιές, μιας και η Αθήνα λειτούργησε σαν το hub των αμερικανικών αεροπορικών εταιρειών για την Ευρώπη. Και αυτή η θετική τάση βλέπουμε να ισχυροποιείται ακόμα περισσότερο φέτος. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι Αμερικανοί έχουν τη μεγαλύτερη μέση κατά κεφαλή δαπάνη απ' όλες τις σημαντικές αγορές για τη χώρα μας και περίπου 50% μεγαλύτερη από το μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Στις πιο δημοφιλείς τουριστικές περιοχές, το κοστολόγιο των διακοπών καθιστά απαγορευτικές τις διακοπές για μια μέση ελληνική οικογένεια. Πλέον οι περιοχές αυτές απευθύνονται σε συντριπτικό ποσοστό σε ξένους τουρίστες. Είναι ένα παροδικό φαινόμενο ή μια τάση που θα γενικεύεται όσο θα περνούν τα χρόνια;
Η Ελλάδα έχει πάρα πολλούς προορισμούς και στη θάλασσα αλλά και στη στεριά, οι οποίοι έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια και αρκεί κάποιος να είναι διατεθειμένος να το ψάξει λίγο παραπάνω για να κλείσει τις διακοπές του, με γνώμονα την ικανοποίηση της σχέσης ποιότητας και τιμής. Σε κάθε περίπτωση, η Εθνική Στρατηγική που έχουμε χαράξει για τον Τουρισμό έως το 2030 προτείνει λύσεις που δημιουργούν συνθήκες χωρικής και χρονικής διεύρυνσης της τουριστικής δραστηριότητας διευρύνοντας τις διαθέσιμες επιλογές για διακοπές.
Από την άλλη, σε κάποιους προορισμούς, για παράδειγμα τον Δεκαπενταύγουστο, οι τιμές θα είναι αυξημένες και θα είναι δύσκολο για τη μεγάλη μερίδα των Ελλήνων να τους επισκεφθεί. Όμως το ίδιο ισχύει για τους Ισπανούς την ίδια περίοδο, στη Μαρμπέγια ή στην Ίμπιζα. Είναι τεράστια επιτυχία της ελληνικής τουριστικής αγοράς που κάποιοι προορισμοί έχουν καταφέρει να ξεφύγουν από τα ελληνικά όρια, ουσιαστικά είναι παγκόσμιοι προορισμοί και θα πρέπει να παραμείνουν έτσι. Είναι πολύ καλό για τη χώρα και για τη φήμη της και για το brand, αλλά και για τα έσοδα που έρχονται στην εθνική οικονομία.
Υπάρχει κάποιος σχεδιασμός για να προσελκύσει ο ελληνικός τουρισμός και Έλληνες τουρίστες;
Ειδικά τη φετινή περίοδο, υπάρχει μία σημαντική αύξηση των κονδυλίων για προγράμματα κοινωνικού τουρισμού, τόσο από το υπουργείο Εργασίας, όσο και από το υπουργείο Τουρισμού. Στα χαρακτηριστικά των προγραμμάτων, περιλαμβάνονται οι αυξημένες τιμές επιδότησης για όλες τις κατηγορίες των καταλυμάτων και ειδικότερα για τον Αύγουστο. Επίσης, δίνεται μία ιδιαίτερη μέριμνα για την ενίσχυση της εγχώριας τουριστικής κίνησης σε περιοχές όπως η Βόρεια Εύβοια, η Σάμος, η Λέρος, η Λέσβος, η Χίος, η Κως και ο Έβρος.
Ποια είναι η αχίλλειος πτέρνα του ελληνικού τουρισμού, ειδικά φέτος μια χρονιά πρωτοφανούς ακρίβειας; Μπορεί η ακρίβεια να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα και άλλες χώρες με φθηνότερο προϊόν, όπως η Τουρκία, να μας αποσπάσουν μερίδια;
Όπως έχουν δείξει και σχετικές έρευνες του ΙΝΣΕΤΕ τα προηγούμενα χρόνια, η Τουρκία δεν αποτελεί ευθέως ανταγωνιστικό προορισμό προς τη χώρα μας. Από την άλλη, αυτό που έχουν αποτυπώσει άλλες έρευνες του Ινστιτούτου, για τη φετινή χρονιά η συνολική φήμη της Ελλάδας καταγράφει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, η οποία οφείλεται κατά κύριο λόγο στον συνδυασμό ιδιαίτερα θετικού περιεχομένου για βασικές παραμέτρους της τουριστικής εμπειρίας (πολιτισμός, γαστρονομία, φιλοξενία) και σταδιακής συρρίκνωσης της δημοσιότητας σε σχέση με την πανδημία. Η ανάλυση των στοιχείων για τους πρώτους μήνες του έτους, έδειξαν ότι η φήμη της Ελλάδας στις διαδικτυακές συνομιλίες, υπερείχε έναντι των ανταγωνιστών όπως είναι η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιταλία.
Στο ξεκίνημα της φετινής σεζόν γίνονται προσπάθειες, παρά τις μεγάλες αυξήσεις στα κόστη λειτουργίας, τα κόστη στα ξενοδοχεία να παραμείνουν στα επίπεδα του 2019. Έχουν όμως διαπιστωθεί αυξήσεις που υπερβαίνουν πολλές φορές και το 25%, κυρίως σε νησιά, τόσο στις τιμές των ξενοδοχείων, όσο και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Ποια είναι η εικόνα που έχετε εσείς για τις φετινές τιμές στα ξενοδοχεία;
Οι τιμές, όπως έχουμε κατ΄ επανάληψη αναφέρει, πρέπει να ανταποκρίνονται στις παρεχόμενες υπηρεσίες. Από την άλλη, όπως αναφέρετε, τα κόστη των ξενοδοχείων αλλά και γενικότερα των τουριστικών επιχειρήσεων, είναι ιδιαίτερα αυξημένα τη φετινή περίοδο. Γι΄ αυτό άλλωστε έχουμε επισημάνει για τη φετινή περίοδο ότι θα πρέπει να διαχωριστούν τα τουριστικά έσοδα της χώρας, από τα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα έπρεπε τα έσοδα της χώρας και τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων να είναι αλληλένδετα. Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα φέτος.
Συμβαίνουν μία σειρά από γεγονότα στο εξωτερικό, τα οποία έχουν δημιουργήσει μία πρωτοφανή συνθήκη. Ο πληθωρισμός είναι στα υψηλά των τελευταίων 30-40 ετών, το ενεργειακό κόστος, μέσα σε ένα χρόνο, έχει τετραπλασιαστεί και δεν προβλέπεται στο άμεσο μέλλον να αποκλιμακωθεί, ενώ υπάρχει ένας πόλεμος σε εξέλιξη, ο οποίος επηρεάζει τους πάντες. Άρα έχουμε μία δύσκολη συνθήκη και σε αυτή τη συνθήκη έχουμε την Ελλάδα, η οποία προσπαθεί μετά από τουλάχιστον 10 χρόνια κρίσης, για πρώτη φορά να ανακτήσει την επενδυτική της βαθμίδα και να μείνει συνεπής σε δημοσιονομικούς στόχους, που είναι απόλυτα δεσμευτικοί και πρέπει να ικανοποιηθούν.
Είναι, λοιπόν, πάρα πολύ σημαντικό να πιάσουμε τα υψηλά έσοδα, γιατί αυτό θα βοηθήσει τη χώρα στην κατάκτηση των στόχων της. Από την άλλη, οι επιχειρήσεις προφανώς θα δουν στο τέλος χρονιάς τα αποτελέσματά τους να συρρικνώνονται, διότι εκείνες οι οποίες είναι δεσμευμένες με συμβόλαια από το 2019 και δεν έχουν τη δυνατότητα να διαφοροποιήσουν τα έσοδα τους, θα δουν πάρα πολύ αυξημένα έξοδα. Εκείνες οι οποίες προσανατολίζονταν περισσότερο σε μεμονωμένους πελάτες και έχουν ενδεχομένως και την τελευταία στιγμή τη δυνατότητα να προσαρμόσουν τις τιμές, θα είναι επίσης αντιμέτωπες με έξοδα τα οποία δεν τα είχαν προϋπολογίσει.
Είναι μία συνθήκη η οποία είναι επακόλουθο αυτού που συμβαίνει και θα πρέπει επιχειρηματικά να την αντιμετωπίσουμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο. Ας αισθανόμαστε και τυχεροί που μέσα σε όλη αυτή την αρνητική συγκυρία, η Ελλάδα είναι από τις κορυφαίες τουριστικές χώρες του κόσμου.
Τι περιθώρια ανάπτυξης έχει ο ελληνικός τουρισμός και σε ποια νέα πεδία;
Ο ιδιωτικός τομέας, έχει πλέον ολοκληρωμένη πρόταση για τις δυνατότητες ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού τα επόμενα χρόνια, που αποτυπώνεται στο στρατηγικό σχέδιο του ΣΕΤΕ, Τουρισμός 2030 Σχέδια Δράσης, το οποίο εκπονήθηκε την τελευταία διετία από το Ινστιτούτο του Συνδέσμου, σε συνεργασία με τις εταιρείες Deloitte και Remaco. Πρόκειται, για το πιο ολοκληρωμένο έργο που έχει γίνει ποτέ στον χώρο του τουρισμού. Μια πλήρης χαρτογράφηση του, τόσο από πλευράς προϊόντος, όσο και από πλευράς αγορών και συνόλου των υποδομών που επηρεάζουν την τουριστική δραστηριότητα.
Η πορεία του ελληνικού τουρισμού προς το 2030, προϋποθέτει τη μετάβαση από την αυθόρμητη στη στοχευμένη ανάπτυξη. Προϋποθέτει ένα μεθοδικό, ουσιαστικό και ολοκληρωμένο σχεδιασμό, σε ένα σαφές πλαίσιο βιωσιμότητας, λαμβάνοντας υπόψη διαθέσιμους πόρους, στόχους και αναδυόμενες τάσεις. Με βάση αυτό το σχέδιο, τα έσοδα το 2030, μπορούν να φθάσουν σε 27 δισ. Ευρώ. παρουσιάζοντας αύξηση κατά 52% σε σχέση με το 2019 που ήταν 18 δισ. ευρώ.
Οι επισκέψεις στις Περιφέρειες μπορούν να φθάσουν σε 50 εκατ., καταγράφοντας αύξηση κατά 27% σε σχέση με το 2019 που ήταν 39 εκατ. Οι διανυκτερεύσεις μπορούν να φθάσουν σε 307 εκατ., εμφανίζοντας αύξηση κατά 32% σε σχέση με το 2019 που ήταν 233 εκατ. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να επιτευχθεί με εφικτούς μέσους ετήσιους ρυθμούς μεταβολής την περίοδο μεταξύ 2023 και 2030, της τάξης του 6,2% για τα έσοδα, 3,5% για τις επισκέψεις, και 4% για τις διανυκτερεύσεις.
Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να επιτευχθεί, αν προσαρμοστούμε στις νέες παγκόσμιες τάσεις που ήδη διαμορφώνουν τις εξελίξεις στον παγκόσμιο και κατά συνέπεια στον ελληνικό τουρισμό. Τέτοιες παγκόσμιες τάσεις είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η βιώσιμη ανάπτυξη και η αειφορία, ο υπερτουρισμός, η οικονομία διαμοιρασμού, οι κοινωνικές και δημογραφικές αλλαγές, οι αναδυόμενοι προορισμοί, η ασφάλεια και η διαχείριση κρίσεων.
Στόχος μας είναι να ενεργοποιήσουμε τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή, τη στήριξη των κοινωνικών και παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. Πιστεύουμε ακράδαντα, ότι και με την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της μελέτης, μπορούμε να δούμε την Ελλάδα να κατακτά υψηλότερες θέσεις στην κατάταξη μεταξύ των δημοφιλών προορισμών του παγκόσμιου τουρισμού.
Άλλωστε, τα επόμενα χρόνια, θα κληθούμε όλοι μας, να προσαρμοστούμε στις σύγχρονες ανάγκες, στις νέες προτεραιότητες. Κυβέρνηση, τοπική αυτοδιοίκηση, επιχειρηματίες, εργαζόμενοι, θα είμαστε κρίκοι της ίδιας αλυσίδας αλλαγών και προσαρμογών. Η ανταγωνιστικότητα και η ανθεκτικότητα, βασικοί πυλώνες της βιωσιμότητας του ελληνικού τουρισμού, θα είναι οι δύο κεντρικές έννοιες που θα μας απασχολήσουν το επόμενο διάστημα. Σε αυτή την πορεία, θα πρέπει να είμαστε όλοι και όλες μαζί. Σε μια οργανική σχέση ανάπτυξης και προόδου που αφορά ολόκληρη της Ελλάδα. Μόνο έτσι, θα συνεχίσει ο τουρισμός να είναι ένας αξιόπιστος εγγυητής σταθερότητας και κοινωνικής συνοχής για όλους.
* Ο Γιάννης Ρέτσος είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ)