Γ. Στουρνάρας: Η Ελλάδα βρίσκεται στον κοινοτικό μέσο όρο στη χρήση ηλεκτρονικών πληρωμών

Γ. Στουρνάρας: Η Ελλάδα βρίσκεται στον κοινοτικό μέσο όρο στη χρήση ηλεκτρονικών πληρωμών

«Η Ελλάδα σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας είναι γνωστά, βρίσκεται πλέον περίπου στον κοινοτικό μέσο όρο (δηλ. στο 50%) σε ό,τι αφορά την έκταση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών σε σχέση με μετρητά, ενώ η χρήση κινητής τηλεφωνίας έχει πλήρη διείσδυση», ανέφερε μεταξύ άλλων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας σήμερα το βράδυ Νομισματικό Μουσείο.

Όπως προσέθεσε το κοινό εξοικειώνεται με γοργούς ρυθμούς με τις άμεσες πληρωμές. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι άμεσες πληρωμές στην Ελλάδα αυξάνονται και έχουν φθάσει να αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα πέμπτο (20%) του συνόλου των διατραπεζικών πληρωμών, ενώ ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες, ακολουθώντας τις διεθνείς τάσεις, αναζητούν όλο και περισσότερο την καινοτομία και την ποικιλία στις μορφές χρήματος που χρησιμοποιούν.

Άρα, τα δεδομένα της Ελληνικής αγοράς δείχνουν μάλλον ότι το ψηφιακό ευρώ, όταν εκδοθεί, δεν έχει κάποιο λόγο ειδικά στην Ελλάδα να μην τύχει αποδοχής ως ένα σύγχρονο και αξιόπιστο μέσο πληρωμών.

Αναφερόμενος στο ψηφιακό ευρώ ο διοικητής της ΤτΕ επεσήμανε ότι εφόσον αυτό υιοθετηθεί, θα εκδοθεί και στην Ελλάδα με τα χαρακτηριστικά και τις προϋποθέσεις που θα ισχύουν στο σύνολο της ζώνης του Ευρώ.

Η Τράπεζα της Ελλάδος θα συμμετάσχει στις σχετικές υποδομές και τεχνικές προετοιμασίες όπως και οι άλλες κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος. Επίσης, θα πραγματοποιήσει όσες ενέργειες και επιμέρους δράσεις απαιτούνται για να ενημερωθεί σωστά η αγορά.

Όπως εξήγησε ο ίδιος το ψηφιακό ευρώ, όταν εκδοθεί, θα αποτελέσει στην ουσία ένα σύστημα πληρωμών λιανικής που θα συνυπάρχει και θα ανταγωνίζεται με άλλα μέσα πληρωμών που έχουν συγκρίσιμα χαρακτηριστικά. Θα συνιστά δηλαδή μια επιπλέον επιλογή των πολιτών μεταξύ διαφόρων μορφών μέσων πληρωμών.

Έχει βέβαια ξεκαθαρίσει ότι θα αποτρέπονται χρήσεις του για περαιτέρω σκοπούς που συναρτώνται με την έννοια του χρήματος, δηλαδή αποταμίευση ή αποθησαύριση, μεγάλες πληρωμές ή πληρωμές σε ξένα νομίσματα. Οι σκοποί αυτοί θα συνεχίσουν να εξυπηρετούνται μέσω του τραπεζικού συστήματος, με αυτό που ονομάζουμε «χρήμα εμπορικής τράπεζας».

Ολόκληρη η ομιλία του Γιάννη Στουρνάρα

Η ιστορία του χρήματος από την αρχαιότητα έως σήμερα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και θα μπορούσαμε να μιλάμε ώρες γι’ αυτήν. Ακολουθεί τις συναλλακτικές ανάγκες και συνήθειες των ανθρώπων και συνδέεται και με την ισχύ της κρατικής εξουσίας. Το σημαντικό είναι να προσέξουμε τα βασικά διδάγματα που αντλούμε από το παρελθόν του χρήματος για να το καθιστούμε αποτελεσματικό εργαλείο στην οικονομική ζωή σήμερα.

Ένα κεντρικό και πάντα επίκαιρο δίδαγμα προκύπτει από την πρώτη ιστορικά καθιέρωση του έγχαρτου χρήματος, που προσδιορίζεται στην εποχή της αυτοκρατορίας του Κουμπλάι Χάν (13ος αι.), όταν η έγχαρτη μορφή εφευρέθηκε για να εξυπηρετήσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ απομακρυσμένων τοποθεσιών σε μια αχανή εδαφική επικράτεια.

Τότε η καθολική αποδοχή του έγχαρτου χρήματος (προγόνου των τραπεζογραμματίων) και η εμπιστοσύνη σε αυτό διασφαλίστηκε με πολύ αυστηρά μέτρα: αφενός υποχρεωτική αποδοχή επί ποινή θανάτου (!) αλλά επίσης και περιορισμός στην έκδοσή του από την κρατική εξουσία της αυτοκρατορίας ώστε να εξασφαλιστεί η αξιοπιστία του.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η χαλάρωση των εκδοτικών περιορισμών στη συνέχεια από τις κυβερνήσεις των διαδόχων του Κουμπλάι Χαν οδήγησε στην απαξίωση της πρώιμης εκείνης μορφής έγχαρτου χρήματος λόγω υπερπληθωρισμού και τελικώς στην εγκατάλειψή του.

Το κεντρικό, επομένως, δίδαγμα που οδηγεί στην επιτυχή καθιέρωση οποιασδήποτε μορφής χρήματος είναι, πέρα από την όποια ελκυστικότητα των χρηστικών και τεχνικών του χαρακτηριστικών, η αξιοπιστία και η δημιουργία εμπιστοσύνης. Άρα κάθε συζήτησή μας σχετικά με το χρήμα ξεκινά πάντα από εκεί.

Τα τραπεζογραμμάτια και οι έγχαρτες αξίες εν γένει δημιουργήθηκαν με έναυσμα μια κάποτε νέα τεχνολογία, την τυπογραφία. Ομοίως στις ημέρες μας εμβληματικές νέες τεχνολογίες, όπως το chip και φυσικά η κινητή τηλεφωνία, το διαδίκτυο, το smartphone, καθώς φυσικά και η τεχνολογία blockchain, κατευθύνουν σε νέες διαδρομές τη μορφή του χρήματος.

Το ψηφιακό χρήμα αντικαθιστά πλέον ραγδαία το έγχαρτο. Η εξέλιξη αυτή έχει ήδη λάβει χώρα προ πολλού στο πεδίο των μεγάλων συναλλαγών, όπου η καταχώρηση και διακίνηση χρηματικών ποσών και αξιών, όπως όλοι γνωρίζουμε, έχει καθιερωθεί καθολικά με ηλεκτρονικά μέσα.

Σε αυτό έπαιξε καταλυτικό ρόλο η τεχνολογία που επέτρεψε τη δημιουργία των συστημάτων μεγάλων πληρωμών σε συνεχή χρόνο (Real Time Gross Settlement - “RTGS”) πριν 30 χρόνια περίπου και έτσι έφερε μια μεγάλη επανάσταση στον τρόπο που μεταβιβάζεται το χρήμα στις διατραπεζικές πληρωμές, που πλέον σήμερα διακανονίζεται σε κλάσματα δευτερολέπτου.

Τα συστήματα RTGS σηματοδότησαν την καθολική καθιέρωση της ψηφιακής μορφής του χρήματος κεντρικής τράπεζας στο διατραπεζικό επίπεδο. Στην Ευρώπη το ενιαίο νόμισμα και ορισμένες κρίσιμης σημασίας ενιαίες υποδομές διευκόλυναν σημαντικά την εξέλιξη αυτή.

Πλέον όμως η χρήση ηλεκτρονικών μέσων συναλλαγών προχωρεί πολύ δυναμικά και στο πεδίο των λιανικών πληρωμών, όπου η χρήση κάρτας, υπολογιστή και smartphone κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος έναντι των μετρητών. 

Στο επίπεδο των λιανικών συναλλαγών μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν υπήρχε η δυνατότητα άμεσου διακανονισμού χρήματος παρά μόνο με μετρητά. Η εξέλιξη της τεχνολογίας, όμως, επέτρεψε πλέον τη διενέργεια και λιανικών πληρωμών σε πραγματικό χρόνο, φέρνοντας μια νέα επανάσταση που αφορά όχι μόνο τα μεγάλα ιδρύματα που συμβάλλονται με την κεντρική τράπεζα αλλά και τον οποιονδήποτε ιδιώτη που κάνει συναλλαγές χρησιμοποιώντας το τραπεζικό σύστημα.

Πλέον υπάρχει η δυνατότητα δισεκατομμύρια επιμέρους λιανικών συναλλαγών να διεκπεραιώνονται άμεσα σε μια κεντρική πλατφόρμα χρηματικού διακανονισμού αξιοποιώντας τις ταχύτητες των συστημάτων RTGS. Έτσι σήμερα είμαστε σε θέση να μιλάμε για «Άμεσες Πληρωμές» που είναι διαθέσιμες στον απλό πολίτη (δηλαδή πλέον όχι μόνο σε μια τράπεζα) και για κάθε χρηματική αξία, ακόμα και πολύ χαμηλή, καθιστώντας αυτό το προϊόν μέρος της καθημερινότητάς του.

Στη ζώνη του Ευρώ, ειδικότερα, η δυνατότητα άμεσων πληρωμών για ιδιώτες είναι διαθέσιμη και για διασυνοριακές πληρωμές μέσω της πλατφόρμας TIPS που λειτουργεί στο πανευρωπαϊκό σύστημα πληρωμών TARGET και φυσικά υποστηρίζεται τεχνικά και επιχειρησιακά και από την Τράπεζα της Ελλάδος και τη ΔΙΑΣ. Μάλιστα να αναφέρω με την ευκαιρία ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει αξιοποιήσει τη συγκεκριμένη υποδομή για να παράσχει τη δυνατότητα άμεσων πληρωμών και στις συναλλαγές των πολιτών με το Δημόσιο.

Και υπάρχει και κάτι ακόμα περισσότερο: το σύστημα άμεσων πληρωμών σε ευρώ ξεκίνησε να συνδέεται σταδιακά και με αντίστοιχα σε άλλα νομίσματα, παρέχοντας τη δυνατότητα στους πολίτες της ζώνης του Ευρώ να πραγματοποιούν άμεσες πληρωμές διασυνοριακά και από άλλες χώρες, εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και με σημαντικές χώρες εκτός αυτής -- μάλιστα  σχετικές ανακοινώσεις έγιναν πολύ πρόσφατα (21/10) από το Ευρωσύστημα.

Στο εύλογο ερώτημα αν έχει μέλλον το έγχαρτο χρήμα: δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να απαντήσει με βεβαιότητα. Διάφορες μελέτες δείχνουν σταδιακή μείωση της χρήσης του --  που, ωστόσο, διαφέρει από χώρα σε χώρα – αλλά και διατήρησή του ως μέσου πληρωμής σε ορισμένους τύπους συναλλαγών και πληθυσμιακές ομάδες. Και όσο παραμένει χρήσιμο, οι κεντρικές τράπεζες, τουλάχιστον στην Ευρωζώνη, θα εξακολουθούν να μεριμνούν για την εκτύπωση και διανομή του.

Εντούτοις, ας σκεφτόμαστε πάντα την αναμφισβήτητη ιστορική σύνδεση του χρήματος με τις συνήθειες των ανθρώπων: Σήμερα παρατηρείται παγκοσμίως ψηφιοποίηση όλο και περισσότερων συναλλαγών της καθημερινότητας, η χρήση υπολογιστών και smartphones αλλά και άλλες πτυχές της εξέλιξης του τρόπου ζωής, όπως η τάση προς ένα όλο και πιο εξωστρεφές μοντέλο διαβίωσης, με καθημερινά πολλαπλές μικρο-αγορές καταναλωτικών προϊόντων και ποικίλων υπηρεσιών, με στόχο τη συνεχή εναλλαγή εμπειριών και την επιδίωξη της ατομικής ανεξαρτησίας σε όλο και μεγαλύτερο εύρος ηλικιών. 

Οι τάσεις αυτές ευνοούν την προτίμηση για γρήγορα και εύχρηστα μέσα πληρωμής και δημιουργούν απαιτήσεις για ποικίλες επιλογές μορφών χρήματος, που σε μεγάλο βαθμό αποτελούν και μέρος ενός προσωπικού lifestyle. Γι’ αυτό βλέπουμε σήμερα ότι στη συζήτηση για  τις μορφές χρήματος εμπλέκονται, εκτός της τεχνολογίας, όλο και περισσότερο κοινωνικές έννοιες και αξίες, όπως η συμπεριληπτικότητα, η προσβασιμότητα ή ο χρηματοοικονομικός αλφαβητισμός ενώ το θέμα βρίσκεται και στο προσκήνιο πολιτικών συζητήσεων.

Με την ευκαιρία δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο παράδειγμα της Ινδίας, όπου έγιναν εντυπωσιακά βήματα κοινωνικής ένταξης εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων μέσα από την πρόσβασή τους σε μια ενιαία πλατφόρμα άμεσων πληρωμών. Μάλλον είμαστε στην εποχή όπου οι πολίτες θα μπορούν να επιλέγουν τη μορφή ή το συνδυασμό μορφών χρήματος που τους ταιριάζει και τους αντιπροσωπεύει.

Η αγορά αφενός και οι κεντρικές τράπεζες αφετέρου ακολουθούν τις απαιτήσεις αυτές, προσφέροντας όλο και περισσότερες και καινοτόμες επιλογές. Για κάθε μία από αυτές, όμως, το σημαντικό είναι να παραμένουμε στη βασική αρχή της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης που, όπως είπα και πριν, είναι κάτι που δεν αλλάζει στη διάρκεια των αιώνων. Σε ένα ψηφιακό οικοσύστημα η εμπιστοσύνη βασίζεται σε μια αξιόπιστη κεντρική τράπεζα και στη λειτουργία έμπιστων ενδιάμεσων φορέων (τραπεζών) και υποδομών μέσα σε στιβαρό θεσμικό πλαίσιο.

Πολλοί επίσης αναρωτιούνται αν θα κυριαρχήσουν τα κρυπτονομίσματα. Η μέχρι σήμερα πορεία της αγοράς κρυπτο-νομισμάτων, ή, σωστότερα, κρυπτο-στοιχείων, και παραγώγων τους ή επενδυτικών προϊόντων που σχετίζονται με αυτά, είναι αμφιλεγόμενη. Οι νέες τεχνολογικές δυνατότητες κρυπτογράφησης και αυτο-περιορισμού της έκδοσης («εξόρυξης») των κρυπτονομισμάτων τροφοδότησε ευφάνταστα σενάρια ιδιωτικοποίησης του χρήματος και διεθνούς χρήσης του χωρίς συνοριακούς ή άλλους κρατικούς περιορισμούς.

Όμως στη συνέχεια διάφορα επεισόδια υπέρμετρης διακύμανσης των σχετικών αξιών, κερδοσκοπικών κινήσεων και περιστατικά απάτης, σε συνδυασμό με την έλλειψη θεσμικού πλαισίου και αξιόπιστης υποδομής της αγοράς κατέληξαν να αποτρέπουν την αποδοχή και χρήση των κρυπτοστοιχείων ως χρήματος. Νομίζω δεν χρειάζεται να αναφερθώ σε επιμέρους περιπτώσεις.

Είναι γνωστή για παράδειγμα η κατάρρευση του FTX με ό,τι αυτή αποκάλυψε όχι μόνο για την κατάχρηση χρημάτων πελατών πολλών δισεκατομμυρίων με απουσία στοιχειωδών κανόνων διακυβέρνησης αλλά ακόμα και για την ανυπαρξία έδρας λειτουργίας ή αρμόδιας εποπτικής αρχής. Πλέον έχει γενικευθεί η αντίληψη ότι τα κρυπτο-στοιχεία χρησιμοποιούνται περισσότερο ως μέσα κερδοσκοπίας παρά ως χρήμα, δεδομένου ότι, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, δεν πληρούσαν τη βασική προϋπόθεση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης.

Οφείλουμε να πούμε ότι η κατάσταση τώρα αλλάζει στην Ευρωπαϊκή Ένωση με την εφαρμογή νέου θεσμικού πλαισίου για τα κρυπτο-στοιχεία (Οδηγία «MiCA» - Μarkets in Crypto Assets), το οποίο εισάγει διαφάνεια και σημαντικές υποχρεώσεις για τους εμπλεκόμενους σε αυτά. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με το εν λόγω πλαίσιο, τα κρυπτο-στοιχεία δεν αποτελούν νόμισμα.

Θα φανεί λοιπόν στην πράξη κατά πόσον οι συναφείς δραστηριότητες θα είναι εν προκειμένω ελκυστικές σε περιβάλλον νομιμότητας, κανόνων και διαφάνειας. Σε άλλες χώρες, όπως οι Ην. Πολιτείες, δεν έχει ακολουθηθεί ανάλογη πολιτική, με τα κρυπτο-στοιχεία να παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εκτός ρυθμιστικού πλαισίου. Εκεί είδαμε το θέμα να βρίσκεται ψηλά και στις συζητήσεις της προεκλογικής καμπάνιας.

Η τεχνολογία Blockchain που «γέννησε» τα κρυπτονομίσματα οδηγείται πλέον προς αξιοποίηση σε διάφορες υποδομές και εφαρμογές, κυρίως του χρηματοπιστωτικού τομέα, με ισχυρό ενδιαφέρον και από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών. Η εν λόγω τεχνολογία μπορεί να παράσχει νέες δυνατότητες στα συστήματα μεγάλων πληρωμών RTGS που προανέφερα αλλά μπορεί να αξιοποιηθεί και στην περίπτωση της έκδοσης ψηφιακού νομίσματος κεντρικής τράπεζας. Μπορώ να σας πω εδώ ότι στο Ευρωσύστημα είναι σε εξέλιξη σχετικές εργασίες και στα δύο επίπεδα.

Έχοντας ήδη μιλήσει για τα κρυπτο-στοιχεία, νομίζω είναι αντιληπτό ότι καλόν είναι να αποφεύγουμε να τα εμπλέκουμε στην έννοια του νομίσματος. Είτε με ψηφιακή, έγχαρτη ή άλλη μορφή, η αποδοχή ενός μέσου ως νομίσματος προϋποθέτει αξιοπιστία και εμπιστοσύνη όλων των συναλλασσομένων, πράγμα που δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς μία κεντρική νομισματική αρχή. Είναι το θεμελιώδες δίδαγμα από την ιστορία του χρήματος που ανέφερα στην αρχή.

Από όσα είπα προηγουμένως νομίζω είναι κατανοητό ότι σήμερα πλέον ξεπερνάμε το στάδιο των σεναρίων περί υιοθέτησης ιδιωτικών νομισμάτων με τεχνολογία blockchain χωρίς κεντρική διακυβέρνηση ή υπό τη διαχείριση εταιριών τεχνολογίας ή Fintech. Η τεχνολογία blockchain έχει τεράστια απήχηση αλλά πλέον στρεφόμαστε στην κατεύθυνση αξιοποίησής της αφενός σε μια σειρά συναλλαγών και αφετέρου στο χρήμα κεντρικής τράπεζας.

Όπως είναι γνωστό, πολλές κεντρικές τράπεζες στον κόσμο διερευνούν, αναπτύσσουν ή έχουν ήδη αναπτύξει ψηφιακό νόμισμα (CBDC). Ουσιαστικά πρόκειται για χρήμα κεντρικής τράπεζας για απευθείας χρήση από το ευρύ κοινό, όπως γίνεται και με το τραπεζογραμμάτιο. Σκοπός του CBDC είναι η διενέργεια λιανικών πληρωμών και όχι η αποθησαύριση. Η τεχνολογία επιτρέπει την πραγματοποίηση πληρωμών σε πραγματικό χρόνο χωρίς να παρεμβάλλεται ενδιάμεσος μηχανισμός για την ολοκλήρωσή της μέσα από χρήμα εμπορικής τράπεζας. Αυτή τη δυνατότητα αξιοποιεί ένα CBDC.

Σε αυτό το πλαίσιο έχει ξεκινήσει σχετική προπαρασκευαστική εργασία και στο Ευρωσύστημα για τη δημιουργία του ψηφιακού ευρώ. Το ψηφιακό ευρώ, όταν εκδοθεί, θα αποτελέσει στην ουσία ένα σύστημα πληρωμών λιανικής που θα συνυπάρχει και θα ανταγωνίζεται με άλλα μέσα πληρωμών που έχουν συγκρίσιμα χαρακτηριστικά. Θα συνιστά δηλαδή μια επιπλέον επιλογή των πολιτών μεταξύ διαφόρων μορφών μέσων πληρωμών.

Έχει βέβαια ξεκαθαρίσει ότι θα αποτρέπονται χρήσεις του για περαιτέρω σκοπούς που συναρτώνται με την έννοια του χρήματος, δηλαδή αποταμίευση ή αποθησαύριση, μεγάλες πληρωμές ή πληρωμές σε ξένα νομίσματα. Οι σκοποί αυτοί θα συνεχίσουν να εξυπηρετούνται μέσω του τραπεζικού συστήματος, με αυτό που ονομάζουμε «χρήμα εμπορικής τράπεζας».

Το θέμα της διακυβέρνησης του όποιου νομίσματος είναι θεμελιώδες. Οι αρχές που διέπουν τη διακυβέρνηση ενός ψηφιακού νομίσματος είναι, όπως καταλαβαίνετε, συνυφασμένες με το θεσμικό και δημοκρατικό (ή μη) υπόβαθρο πάνω στο οποίο λειτουργεί η κεντρική τράπεζα. Για το ψηφιακό ευρώ, ειδικότερα, προβλέπεται ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο με αυστηρούς κανόνες και διαφάνεια καθώς και κατάλληλα αρμόδια όργανα που θα διαρθρώνουν ένα σύγχρονο και αξιόπιστο μοντέλο διακυβέρνησης και λειτουργίας, με συμμετοχή και των φορέων της αγοράς και των χρηστών.

Και εδώ ίσως αξίζει να διευκρινιστούν κάποια κρίσιμα θέματα:

Σε σχέση με το ψηφιακό ευρώ, έχει, εκ προοιμίου, αποκλειστεί το χαρακτηριστικό του προγραμματισμού διότι θα αλλοίωνε τη δυνατότητα ελεύθερης χρήσης του χρήματος από τους πολίτες. Επομένως το ψηφιακό ευρώ δεν σχεδιάζεται ως “programmable money” και η χρήση του θα είναι στον αποκλειστικό έλεγχο του κατόχου του. Ασφαλώς όμως δεν μπορώ να μιλήσω με την ίδια βεβαιότητα για άλλα ψηφιακά νομίσματα κεντρικών τραπεζών ανά τον κόσμο όπου ενδεχομένως σε κάποιες περιπτώσεις οι αρχές διακυβέρνησής τους μπορεί να μην είναι σαφείς ως προς το θέμα αυτό.

Επίσης, ένα θέμα που συζητείται είναι η διασφάλιση της ιδιωτικότητας μέσα από ένα CBDC. Και αυτό είναι ένα κρίσιμο θέμα όπου υπεισέρχεται το θεσμικό πλαίσιο και οι αρχές διακυβέρνησης. Για το ψηφιακό ευρώ, ειδικότερα, το Ευρωσύστημα και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες δεν θα έχουν ούτε τεχνικά τη δυνατότητα πρόσβασης σε στοιχεία επιμέρους συναλλαγών ή ατομικά στοιχεία. Τα εν λόγω στοιχεία, στις περιπτώσεις που θα είναι ορατά, θα παραμένουν στο επίπεδο των ενδιάμεσων ιδρυμάτων (τραπεζών), όπως συμβαίνει σήμερα για τις συναλλαγές με διάφορα μέσα πληρωμών όπου εμπλέκεται χρήμα εμπορικής τράπεζας.

Ο ρόλος των ενδιάμεσων ιδρυμάτων, κυρίως τραπεζών, στο οικοδόμημα του ψηφιακού ευρώ είναι εξαιρετικά σημαντικός δεδομένου ότι προβλέπεται να τηρούν τη συναλλακτική σχέση με τους πελάτες που θα αποκτούν και θα χρησιμοποιούν το ψηφιακό ευρώ. Επιπλέον εκτιμάται ότι θα υπάρξει η δυνατότητα να αναπτυχθούν στο επίπεδο των τραπεζών συνδυαστικά προϊόντα και καινοτομίες σε σύνδεση με το ψηφιακό ευρώ, εμπλουτίζοντας έτσι τις προσφερόμενες δυνατότητες στους χρήστες.
Τέλος, στο θέμα της ασφάλειας αποδίδεται τεράστια σημασία σε ό,τι αφορά το ψηφιακό ευρώ.

Όπως καταλαβαίνετε, είναι κεφαλαιώδες για την εμπέδωση της εμπιστοσύνης του κοινού και γνωρίζω ότι το Ευρωσύστημα δεν θα κάνει καμία έκπτωση σε πόρους και προσπάθεια ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή θωράκιση του όλου συστήματος από πλευράς κυβερνοασφάλειας και περιστατικών απάτης. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι κάθε κεντρική τράπεζα που αναπτύσσει ψηφιακό νόμισμα θα πρέπει να έχει τον ίδιο σκοπό.

Η επίτευξη υψηλού επιπέδου ασφάλειας δεν είναι μόνο ζήτημα ρυθμίσεων αλλά και τεχνολογίας, η οποία θα πρέπει να συνδυάζεται με διοικητική και επιχειρησιακή ετοιμότητα για προσαρμογές και μετάβαση σε όλο και πιο σύγχρονα και απαιτητικά πρότυπα. Αυτό όμως δεν είναι θέμα μόνον ενός ψηφιακού νομίσματος αλλά ευρύτερο θέμα.

Τέλος, το ψηφιακό ευρώ, εφόσον αυτό υιοθετηθεί, θα εκδοθεί και στην Ελλάδα με τα χαρακτηριστικά και τις προϋποθέσεις που θα ισχύουν στο σύνολο της ζώνης του Ευρώ. Η Τράπεζα της Ελλάδος εξυπακούεται ότι θα συμμετάσχει στις σχετικές υποδομές και τεχνικές προετοιμασίες όπως και οι άλλες κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος. Επίσης θα πραγματοποιήσει όσες ενέργειες και επιμέρους δράσεις απαιτούνται για να ενημερωθεί σωστά η αγορά.

Η Ελλάδα σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας είναι γνωστά, βρίσκεται πλέον περίπου στον κοινοτικό μέσο όρο (δηλ. στο 50%) σε ό,τι αφορά την έκταση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών σε σχέση με μετρητά, ενώ η χρήση κινητής τηλεφωνίας έχει πλήρη διείσδυση. Επίσης το κοινό εξοικειώνεται με γοργούς ρυθμούς με τις άμεσες πληρωμές.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι άμεσες πληρωμές στην Ελλάδα αυξάνονται και έχουν φθάσει να αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα πέμπτο (20%) του συνόλου των διατραπεζικών πληρωμών, ενώ ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες, ακολουθώντας τις διεθνείς τάσεις, αναζητούν όλο και περισσότερο την καινοτομία και την ποικιλία στις μορφές χρήματος που χρησιμοποιούν. Άρα τα δεδομένα της Ελληνικής αγοράς δείχνουν μάλλον ότι το ψηφιακό ευρώ, όταν εκδοθεί, δεν έχει κάποιο λόγο ειδικά στην Ελλάδα να μην τύχει αποδοχής ως ένα σύγχρονο και αξιόπιστο μέσο πληρωμών.

Εν προκειμένω επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι και στο θέμα που συζητάμε, δηλαδή το μέλλον του χρήματος, όπως και σε άλλα θέματα, είναι σημαντικό να επιτευχθεί στην Ελλάδα ένα επαρκές επίπεδο χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης. Δυστυχώς παρατηρούμε ότι μεγάλο ποσοστό περιστατικών απάτης συνδέεται με ελλιπή ενημέρωση και χαμηλή υπευθυνότητα στη χρήση μέσων πληρωμών και τραπεζικών προϊόντων εν γένει.

Στον τομέα αυτόν θα πρέπει να γίνουν συστηματικές προσπάθειες με τη σύμπραξη διαφόρων φορέων. Η προοπτική υιοθέτησης του ψηφιακού ευρώ μπορεί να αποτελέσει μια ευκαιρία για σημαντικές δράσεις ενημέρωσης και εκπαίδευσης, όπου βεβαίως η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να έχει κεντρικό ρόλο, σε συνέχεια και σχετικών πρωτοβουλιών και δράσεων που έχει αναπτύξει μέχρι σήμερα.