Τα δημόσια οικονομικά της Γαλλίας και το αυξανόμενο έλλειμμά της είναι ανησυχητικά και αφήνουν τη χώρα «επικίνδυνα εκτεθειμένη» σε περίπτωση ενός νέου, μακροοικονομικού σοκ, δήλωσε τη Δευτέρα το εθνική ελεγκτική υπηρεσία (Cour des Comptes), το ανώτατο ελεγκτικό όργανο της Γαλλίας.
Η Cour des Comptes επαναλαμβάνει ότι είναι ζωτικής σημασίας για τη Γαλλία, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, να μειώσει το δημόσιο έλλειμμά της.
«Λόγω των καθυστερήσεων στην υλοποίηση πραγματικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, το κόστος του δημόσιου χρέους, το οποίο έχει επιδεινωθεί από τα επαναλαμβανόμενα ελλείμματα και το βάρος αυτών των ελλειμμάτων, έχει γίνει όλο και πιο ακριβό», σημειώνει.
Αυτό «έχει παρεμποδίσει άλλες δαπάνες, εμποδίζει τη δυνατότητα πραγματοποίησης επενδύσεων και αφήνει τη χώρα επικίνδυνα εκτεθειμένη σε περίπτωση νέου μακροοικονομικού σοκ», προσθέτει.
Αναφέρει ότι τα προγράμματα δημόσιας χρηματοδότησης της Γαλλίας δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη το κόστος που συνδέεται με τις πολιτικές που αποσκοπούν στην προστασία του περιβάλλοντος, όπως η χρήση περισσότερης ανανεώσιμης ενέργειας.
Τον περασμένο μήνα, η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι η Γαλλία και άλλες έξι χώρες βρίσκονται στο στόχαστρο της Επιτροπής καθώς τα δημοσιονομικά ελλείμματά τους υπερβαίνουν τα όρια της ΕΕ, με προθεσμίες για μείωση που θα οριστούν τον Νοέμβριο.
Η Γαλλία είχε δημοσιονομικό έλλειμα 5,5% του ΑΕΠ το 2023, από 4,8% το 2022 και πάνω από το όριο του 3% του ελλείμματος της ΕΕ.
Το γαλλικό δημόσιο χρέος ανερχόταν σε 110,6% του ΑΕΠ το 2023. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει ότι θα αυξηθεί στο 112,4% φέτος και στο 113,8% το 2025, ενώ το όριο της ΕΕ βρίσκεται στο 60%.
Η κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν έχει δεσμευτεί να τηρήσει το όριο του 3% του ελλείμματος της ΕΕ έως το 2027, αλλά οι προοπτικές περιπλέκονται από τις βουλευτικές εκλογές αυτού του μήνα, οι οποίες κατέληξαν σε ένα κοινοβούλιο χωρίς αυτοδύναμο κόμμα.
Οι οίκοι αξιολόγησης Moody's και S&P Global προειδοποίησαν για αρνητικές επιπτώσεις στη γαλλική οικονομία από το πολιτικό αδιέξοδο, όπου κανένα πολιτικό κόμμα δεν κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία.