Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Είναι δυνατόν ο πιο... αισιόδοξος για την ελληνική οικονομία οίκος αξιολόγησης, ο οίκος που θεωρητικά θα είναι ο πρώτος που θα μας επαναφέρει σε επενδυτική βαθμίδα – κάποια στιγμή στο μέλλον - να επισημαίνει τον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού και επιστροφής των capital controls, όταν, μάλιστα, η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει τις τράπεζες να αρθούν οι περιορισμοί για τη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό πριν από τις εκλογές;
Και πριν σπεύσουν κάποιοι να πουν ότι η Fitch... τρελάθηκε, αρκεί να πούμε ότι αξιολογεί την Ελλάδα με «ΒΒ-», τρία σκαλιά κάτω από την κατηγορία «επενδυτική βαθμίδα», στην οποία βρίσκονται τα πιο ποιοτικά κρατικά ομόλογα, μία βαθμίδα πάνω από την S&P και τρεις βαθμίδες πάνω από την Moody'' s. Είναι, δηλαδή, ο οίκος που αναγνωρίζει περισσότερο από τους υπόλοιπους την πρόοδο που έχει σημειωθεί.
Όταν στις 8 Φεβρουαρίου η Fitch διατήρησε αμετάβλητη τόσο την πιστοληπτική ικανότητα όσο και το outlook του ελληνικού δημοσίου, επικαλούμενη τα σημαντικά προβλήματα που παραμένουν άλυτα, παρά τη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών, η κυβέρνηση έκανε σαν να μη συμβαίνει τίποτα, αφού είχε προηγηθεί η έξοδος στις αγορές, ενώ βασικός στόχος είναι η αναβάθμιση από την Moody'' s την 1η Μαρτίου.
Όμως, όπως έγκαιρα είχε αναφέρει το liberal.gr, η Fitch στην ουσία «κάρφωνε» την ελληνική κυβέρνηση για την αύξηση του κατώτατου μισθού αλλά και για τις πρωτοβουλίες που... δεν έχει αναλάβει για το θέμα των τραπεζών.
Χθες, η Fitch επανήλθε, λέγοντας ότι η Ελλάδα κινδυνεύει με δημοσιονομικό εκτροχιασμό στην περίπτωση που δικαιωθούν οι προσφυγές των συνταξιούχων και δεν αντιμετωπιστούν με προσεχτικό τρόπο τα «κόκκινα» δάνεια. Είναι το δεύτερο πλήγμα που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση από τον συγκεκριμένο οίκο μέσα σε ένα μήνα, μία εξέλιξη που υποδεικνύει ότι η υποχώρηση της απόδοσης του 10ετούς κάτω από το 4% όχι μόνο μπορεί να αποδειχθεί βραχύβια αλλά δεν αποκλείεται να αντιστραφεί στο δρόμο προς τις εκλογές. Για δημοσιονομικό ρίσκο που σχετίζεται με την αντιμετώπιση των NPEs μίλησε χθες και ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Φραγκίσκος Κουτεντάκης.
Το νέο στοιχείο που προσθέτει η Fitch στη συμπληρωματική της έκθεση για την αξιολόγηση της Ελλάδας που είδε προχθές το φως της δημοσιότητας, είναι ο κίνδυνος επαναφοράς των capital controls. Πόσο πιθανό είναι να βρεθεί η ελληνική οικονομία με έναν τέτοιο κίνδυνο που στην ουσία συνεπάγεται ότι χάνονται οι θυσίες των τελευταίων ετών και το τραπεζικό σύστημα δέχεται ένα πλήγμα που ίσως είναι μοιραίο;
Ο κίνδυνος σχετίζεται με τις δικαστικές αποφάσεις που εκκρεμούν για τα αναδρομικά συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων. Μάλιστα, οι θεσμοί έχουν ήδη επισημάνει τον ίδιο κίνδυνο κάνοντας λόγο για τεράστια δημοσιονομική απειλή καθώς οι δικαστικές διεκδικήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη για την επιστροφή δώρων και επιδομάτων συνολικού ύψους 4 δισ. ευρώ.
Το άλλο ανοιχτό και κρίσιμο μέτωπο είναι τα «κόκκινα» δάνεια. Ο κίνδυνος χρηματοπιστωτικής αστάθειας είναι υπαρκτός, σύμφωνα με τη Fitch, ενώ σε συνδυασμό με τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό θα μπορούσε να οδηγήσει στην εκ νέου αυστηροποίηση των κεφαλαιακών περιορισμών. Γίνεται αντιληπτό ότι και μόνο στο άκουσμα της επαναφοράς έστω ορισμένων περιορισμών το τραπεζικό σύστημα κλονίζεται συθέμελα, αφού η εμπιστοσύνη προς το τραπεζικό σύστημα παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Μπορεί ο Γιάννης Στουρνάρας να είχε χαρακτηρίσει πριν από λίγους μήνες εφικτή την πλήρη άρση των capital controls μέσα στο α'' εξάμηνο του 2019, όμως η προεκλογική περίοδος και οι καθυστερήσεις στην κεντρική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων αλλάζουν τα δεδομένα. Η Fitch επαναλαμβάνει – αφού η έκθεση είναι συμπληρωματική της προηγούμενης - ότι η Ελλάδα βάσει του κατά κεφαλήν εισοδήματος και της δημοσιονομικής προσαρμογής που έχει επιτύχει όλα αυτά τα χρόνια θα έπρεπε να ανήκει σε υψηλότερη κατηγορία αξιολόγησης. Ωστόσο το υψηλό χρέος, οι αδύναμες προοπτικές ανάπτυξης και τα «κόκκινα» δάνεια δεν μας αφήνουν να ξεφύγουμε από τα «σκουπίδια».
Κατά συνέπεια, η δημοσιονομική προσαρμογή πρέπει να συνεχιστεί χωρίς... παρατράγουδα, ενώ πολλά θα εξαρτηθούν από τις δικαστικές αποφάσεις. Αυτά που είναι στο χέρι της κυβέρνησης είναι η επιτάχυνση της αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων και η εφαρμογή ενός νέου πλαισίου για την προστασία της πρώτης κατοικίας που δεν θα δημιουργεί νέα αλλά θα λύνει προβλήματα. Διότι το πλαίσιο που έχει στο μυαλό του ο πρωθυπουργός είναι σαφές ότι προκαλεί μεγάλα προβλήματα στις τράπεζες, προκαλώντας την άμεση αντίδραση της ΕΚΤ.