Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος μετά την περίοδο αβεβαιότητας λόγω των πολύμηνων διαπραγματεύσεων, σε συνδυασμό με την επικείμενη χαλάρωση των capital controls, ανοίγει... την όρεξη στις τραπεζικές διοικήσεις και τους δίνει το δικαίωμα να ελπίζουν σε περαιτέρω εισροές καταθέσεων. Στον αντίποδα, οι αναλυτές δεν δείχνουν να... συμμερίζονται την αισιοδοξία των ελληνικών τραπεζών, λόγω των «προαπαιτούμενων» που συνοδεύουν μία τέτοια εξέλιξη.
Ενδεικτική του κλίματος, είναι η προ ημερών δήλωση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα, σύμφωνα με την οποία επέστρεψαν στο σύστημα καταθέσεις ύψους 2 δισ. ευρώ μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Πληροφορίες του liberal.gr, αναφέρουν ότι η συνολική αύξηση που σημειώθηκε στις καταθέσεις τον Ιούνιο ενδέχεται να διαμορφωθεί ίσως και λίγο υψηλότερα, στο επίπεδο των 2,5 δισ. ευρώ.
Η έγκριση των Θεσμών για το πακέτο μέτρων χαλάρωσης των capital controls που πρότεινε η ΤτΕ αποτελεί μία ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, καθώς οι τράπεζες ανέμεναν εδώ και πολύ καιρό το διαχωρισμό του νέου από το παλαιό χρήμα. Τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι η εξαίρεση των φρέσκων κεφαλαίων από τους κεφαλαιακούς περιορισμούς συνεισφέρει στην προσπάθεια αποκατάστασης της εμπιστοσύνης και προσφέρει μία καλή ευκαιρία σε όσους δεν θέλουν να διατηρούν χρήματα στο σπίτι να τα επιστρέψουν στις τράπεζες.
Ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε ότι τα χρήματα που φυλάσσονται σε διάφορες... κρυψώνες εκτός τραπεζικού συστήματος κυμαίνονται μεταξύ 15-20 δισ. ευρώ. Από αυτά, οι τράπεζες θα ήθελαν πολύ να δουν ένα ποσό της τάξης των 4 δισ. ευρώ να επιστρέφει μέσα στο επόμενο εξάμηνο. Σε αυτό το πλαίσιο, έχουν ήδη προβεί σε προωθητικές ενέργειες με στόχο την προσέλκυση καταθέσεων, δίνοντας αρχικά έμφαση σε προϊόντα που συνδέονται με προγράμματα επιβράβευσης για αγορές. Σημαντική αύξηση των επιτοκίων για τις προθεσμιακές καταθέσεις δεν προβλέπεται για φέτος από τη στιγμή που μία τέτοια εξέλιξη θα είχε αρνητικές επιπτώσεις για την κερδοφορία τους, που αποτελεί τον βασικό στόχο για το 2016.
Οι προβλέψεις των αναλυτών πηγαίνουν κόντρα στις ελληνικές ελπίδες. Η Goldman Sachs προβλέπει οριακή μείωση των καταθέσεων κατά 1%, ή 1,3 δισ. ευρώ, το 2016, και αύξηση της τάξης των 9 δισ. ευρώ το 2017. Σχεδόν στο ίδιο μήκος κύματος, ο οίκος Moody''s εκτιμά ότι οι καταθέσεις δύσκολα θα αυξηθούν φέτος και κάνει λόγο για σταδιακές εισροές το 2017. Από την πλευρά της, η Bank of America Merrill Lynch σε μία ιδιαίτερα σκληρή έκθεση για τις ελληνικές τράπεζες αναφέρει ότι η επιστροφή των καταθέσεων θα πάρει πολύ χρόνο και δεν αποκλείει ακόμη και νέες εκροές. Η BofAML προβλέπει ότι οι καταθέσεις στο σύνολο του 2016 θα κινηθούν πτωτικά για να αυξηθούν κατά 0,8-2 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2019.
Η διαφαινόμενη αύξηση του Ιουνίου είναι σίγουρα μία θετική εξέλιξη όμως θα πρέπει να αποδειχθεί ότι αποτελεί την αρχή μίας βιώσιμης τάσης που θα συνεχιστεί και όχι μία «έκτακτη» ενίσχυση που οφείλεται σε... εξωγενείς παράγοντες. Επίσης, η ανάλυση των στοιχείων που θα δώσει στη δημοσιότητα στο τέλος Ιουλίου η ΤτΕ έχει τη δική της σημασία.
Έτσι οι επόμενοι μήνες είναι εξαιρετικά σημαντικοί, καθώς αναμένεται με αγωνία ο αντίκτυπος που θα έχουν οι φόροι και οι γενικότερες επιβαρύνσεις για μισθωτούς, συνταξιούχους και επιχειρηματίες. Τραπεζικά στελέχη επισημαίνουν ότι το γενικότερο κλίμα δεν βοηθά ιδιαίτερα, καθώς τόσο το Brexit όσο και τα προβλήματα των ιταλικών τραπεζών συντηρούν την αβεβαιότητα. Και ο περιορισμός της αβεβαιότητας είναι ο βασικός παράγοντας για την σταδιακή και διατηρήσιμη αύξηση των καταθέσεων.
Αναλυτές ξένων οίκων αναφέρουν στο liberal.gr ότι το τρίπτυχο που θα καθορίσει τον χρονικό ορίζοντα των εισροών είναι ο περιορισμός του ELA, λόγω του οποίου οι τράπεζες θα προσελκύουν σταδιακά καταθέσεις με αποτέλεσμα να χαλαρώνουν οι περιορισμοί. Ωστόσο, οι εισροές από νοικοκυριά ενδέχεται να επηρεαστούν σημαντικά από το γεγονός ότι οι φορολογούμενοι καλούνται να πληρώσουν 12-13 δισ. ευρώ φόρους διαφόρων ειδών μέχρι το τέλος του 2016. Άρα, δεν αποκλείεται οι φόροι να «ροκανίζουν» τις καταθέσεις που εισρέουν στο σύστημα.
Σε ότι αφορά την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, οι ίδιοι αναλυτές εξηγούν ότι οι επιπτώσεις της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης δεν θα είναι θεαματικές, από τη στιγμή που αμέσως ξεκινούν οι συζητήσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση και το δεύτερο εξάμηνο του έτους χαρακτηρίζεται από μία σειρά καθοριστικών παραγόντων που θα κρίνουν τη συνέχεια.
«Αν τα στοιχεία για την οικονομία είναι θετικά και η κυβέρνηση τελειώσει γρήγορα με τη δεύτερη αξιολόγηση και την ίδια ώρα δεν συναντήσει σημαντικά προβλήματα στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, περιορίζοντας το πολιτικό ρίσκο, τότε μπορούμε να περιμένουμε περισσότερες θετικές εξελίξεις και στις τράπεζες», επισημαίνουν.
Επίσης, θα πρέπει να παρακολουθήσουμε με προσοχή την πορεία των καταθέσεων και τους επόμενους μήνες αφού είναι πρόσφατο το παράδειγμα του περασμένου Δεκεμβρίου όταν σημειώθηκε αύξηση 3 δισ. ευρώ στο σύνολο των καταθέσεων, στα 133,788 δισ. ευρώ, η οποία δεν είχε συνέχεια. Οι καταθέσεις κατέγραψαν στην πορεία τέσσερις διαδοχικούς μήνες πτώσης για να φτάσουν τον Απρίλιο στα 130,264 δισ. ευρώ και να ενισχυθούν στα 130,682 δισ. ευρώ τον Μάιο. Μάλιστα, τα στοιχεία του Μαΐου... έκρυβαν μία δυσάρεστη έκπληξη, καθώς οι καταθέσεις των νοικοκυριών υποχώρησαν κατά 834 εκατ. ευρώ έναντι του Απριλίου, στη μεγαλύτερη πτώση από τον περασμένο Αύγουστο, όταν ήταν νωπή η επιβολή των capital controls.