H έκδοση ομολόγου μειωμένης εξασφάλισης της Τράπεζας Πειραιώς, για πρώτη φορά μετά από 11 χρόνια, και το ισχυρό ενδιαφέρον των θεσμικών επενδυτών καταδεικνύουν ότι το κλίμα την Ελλάδα βελτιώνεται, σημειώνει ο επικεφαλής του ομίλου, Χρήστος Μεγάλου, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Καθημερινή».
Ο κ. Μεγάλου, επισημαίνει τη σπουδαιότητα αυτής της κίνησης τόσο για την Πειραιώς όσο και για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ενώ αναφερόμενος στα αποτελέσματα της έκδοσης σε συνδυασμό με επαφές που είχε με διεθνείς επενδυτές τονίζει πως δείχνουν τη μεταστροφή του κλίματος για τα ελληνικά στοιχεία ενεργητικού. Ωστόσο, ο επιφαλής της Τράπεζας Πειραιώς υπογραμμίζει παράλληλα ότι οι επενδυτές αναμένουν περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις και μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.
«Τα αποτελέσματα της έκδοσης ομολόγου Tier 2 και η συνολική ανταπόκριση της αγοράς κρίνονται άκρως ικανοποιητικά. Ήταν η πρώτη δημόσια έκδοση ομολόγου μειωμένης εξασφάλισης Tier 2 που πραγματοποίησε ελληνική τράπεζα από το 2008, με όλες τις ιδιαιτερότητες και τις δυσκολίες που περιελάμβανε αυτό το εγχείρημα, και η οποία τελικά προσέλκυσε προσφορές ύψους 850 εκατ. ευρώ από 150 θεσμικούς επενδυτές» σημειώνει.
Σχετικά με το κόστος της έκδοσης του ομολόγου, σημειώνει πως "το ετήσιο κόστος είναι 39 εκατ. ευρώ, το οποίο απορροφάται πλήρως από τα έσοδα από τόκους της τράπεζας, που υπερβαίνουν το 1,8 δισ. ευρώ το 2019. Αξίζει να σημειωθεί ότι το πρώτο τρίμηνο του έτους τα έντοκα έσοδα της τράπεζας κατέγραψαν άνοδο 2% ετησίως, με τη θετική στάση να συνεχίζεται και στο δεύτερο τρίμηνο".
Ο ίδιος εξηγεί παράλληλα υπό ποιες προϋποθέσεις το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον που διαπιστώνεται το τελευταίο διάστημα μπορεί να μετατραπεί σε πραγματικές επενδύσεις για τη χώρα.
Σχολιάζοντας, τέλος, τη συμφωνία της Τράπεζας Πειραιώς με τη σουηδική Intrum τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους 27 δισ. ευρώ, ο κ. Μεγάλου επισημαίνει ότι θα βοηθήσει την τράπεζα να μειώσει τα κόστη της, ενώ το προσδοκώμενο όφελος για τα κέρδη προ φόρων αναμένεται να κυμανθεί στα 50 εκατ. ετησίως έως το 2021. Παράλληλα εκτιμά ότι μέσω αυτής της συμφωνίας η τράπεζα θα προχωρήσει πιο γρήγορα στη μείωση των προβληματικών δανείων.