Η διττή για τις αγορές υποψηφιότητα του Τζο Μπάιντεν

Η διττή για τις αγορές υποψηφιότητα του Τζο Μπάιντεν

Την προηγούμενη εβδομάδα αναλύσαμε γιατί δεν αποκλείεται να έχουμε αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο και τους λόγους που μια τέτοια εξέλιξη δεν χαίρει θετικής υποδοχής από τις αγορές.

Σήμερα θα δούμε κάποιες «καυτές» λεπτομέρειες, αλλά και τον αντίλογο.

Με όσα διακηρύσσει μέχρι στιγμής ο υποψήφιος ένοικος του Λευκού Οίκου, Τζο Μπάιντεν, στόχος του είναι  να αυξήσει την  φορολογική επιβάρυνση για το 2% των  υψηλότερων εισοδημάτων των φορολογουμένων, «βάζοντας στο μάτι» τους φόρους επί των κερδών των εταιρειών, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης και όχι για τη χρηματοδότηση των εσόδων της γενικής κυβέρνησης. 

Τι ισχύει επί του παρόντος με το συγκεκριμένο κομμάτι των φόρων;

Αφορά  τα πρώτα 137.700 δολάρια του ετήσιου εισοδήματος, ο εργαζόμενος πληρώνει  6,2% ως εισφορά /φόρο υπέρ της κοινωνικής ασφάλισης και άλλο ένα 6,2% πληρώνει ο εργοδότης. 

Αν πρόκειται για αυτοαπασχολούμενο, τότε πληρώνει/εισφέρει  το 12,4%. 

Τι προτείνει ο Μπάιντεν;

Την εφαρμογή αυτού του φόρου από τα 400.000 δολάρια και πάνω.

Επίσης θέλει  να αυξήσει εκ νέου τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή από το 37% στο 39,6%. 

Στην ουσία και όπως πολύ σωστά παρατήρησε ο Jared Dillian, στρατηγικός αναλυτής στο Mauldin Economics σε πρόσφατο άρθρο του στο Bloomberg, ο Μπάιντεν επιθυμεί να μετατρέψει τον φόρο υπέρ της Κοινωνικής Ασφάλισης σε έναν νέο ανώτατο συντελεστή φορολογίας εισοδήματος.

Ποιές είναι όμως οι ενστάνσεις για μια μετάθεση του βάρους στα εισοδήματα άνω των 400.000 δολαρίων, που αρχικά άλλωστε φαίνεται δίκαιη;

Το σχέδιο Μπάιντεν δεν άρει τις ανισότητες

Aυξάνοντας τους ανώτατους συντελεστές φορολογίας, οι πρώτοι που πλήττονται είναι οι  αυτοαπασχολούμενοι, οι οποίοι πληρώνουν και τις δύο «εισφορές»  υπέρ του φόρου Κοινωνικής Ασφάλισης. Στην ουσία λοιπόν αποτελεί αντικίνητρο για την επιχειρηματικότητα. 

Εντούτοις, κάποιοι μπορεί να επιμείνουν ότι το σχέδιο Μπάιντεν βοηθά έστω επιδερμικά στην μείωση της ανισότητας μεταξύ των μεσαίων και των ιδιαίτερα υψηλών εισοδημάτων.

Θα σας απογοητεύσουμε, αλλά δεν έχει βάση αυτός ο ισχυρισμός, για τον απλούστατο λόγο ότι οι εκατομμυριούχοι του πλανήτη κερδίζουν το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων τους μέσω επενδύσεων  στις χρηματαγορές ,οργανωμένες ή μη. 

Βάζοντας λοιπόν το όριο των 400.000 δολαρίων και πάνω ο Μπάιντεν θα αγγίξει ως επί το πλείστον τους επιτυχημένους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιτυχημένους  ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων και όχι τους δισεκατομμυριούχους.

Αν πράγματι θέλει να μειώσει τις ανισότητες, θα πρέπει να συμπεριλάβει στην φορολογική κλίμακα και  τα εισοδήματα από επενδύσεις, κάτι φυσικά που επίσης δεν θα αρέσει στις αγορές. 

Για να είμαστε πάντως ακριβοδίκαιοι, το φορολογικό σχέδιο του Μπάιντεν έχει πρόβλεψη για αύξηση των φόρων  στα μακροπρόθεσμα κεφαλαιακά κέρδη τα οποία θα υπερβαίνουν το 1 εκατ. δολάρια ετησίως. 

Είναι όμως αρκετό;

Σύμφωνα με τον Jared Dillian, όχι.

Το σχέδιο του Μπάιντεν όπως έχει διατυπωθεί μέχρι στιγμής,  θα συγκεντρώσει μόνον 3,2 τρισ. δολ. σε ορίζοντα 10 ετών, ποσό ελάχιστο σε σχέση με το τρέχον κρατικό έλλειμμα των 3 τρισ. δολ. τον χρόνο. 

Επιπλέον δεν άρει τις ανισότητες, καθώς τα κεφαλαιακά κέρδη από επενδύσεις θα φορολογούνται άνω του ενός εκατ. δολαρίων, ενώ τα κέρδη από μια επιτυχημένη για παράδειγμα μικρή επιχείρηση, θα φορολογούνται από τα 400.000 δολάρια.

Άλλη μια σημαντική επίσης παρατήρηση του Jared Dillian είναι ότι αν το 

φορολογικό σχέδιο του  Μπάιντεν γίνει πράξη, οι ανώτατοι συντελεστές φορολογίας εισοδήματος στις ΗΠΑ θα αποκτήσουν μια αλλόκοτη μορφή, με ένα ζευγάρι να πληρώνει 24% σε φόρο εισοδήματος έως 320.000 δολ., ενώ εαν έχουν την ατυχία να είναι και οι δύο αυτοαπασχολούμενοι και έχουν εισόδημα άνω των 400.000 δολαρίων, το ποσοστό του φόρου θα αυξάνεται στο 51% (!).
 

Small fish

Σε προεκλογικά νερά (Μέρος 2ον)

Κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις και σαν ακριβοδίκαιη στήλη τιμούμε πάντα και τις δύο. Σύμφωνα με το βρετανικό Economist, ο Μπάιντεν μπορεί όχι μόνον να επικρατήσει του αντιπάλου του –προηγείται άλλωστε 9 μονάδες- αλλά και να αλλάξει πραγματικά τις ΗΠΑ, επουλώνοντας τα «κακώς κείμενα» της διακυβέρνησής του Ντόναλντ Τραμπ.

Καταρχήν  το γεγονός πως ο Τζο Μπάιντεν εξακολουθεί να κινείται στον χώρο του Κέντρου, αποτελεί για μια μεγάλη μερίδα αναλυτών το μεγάλο του ατού ενόψει των προεδρικών εκλογών. 

Η τελική του στάση όσον αφορά το δικαίωμα των γυναικών στην έκτρωση, την διαπολιτισμική εκπαίδευση και την ενσωμάτωση των φυλετικών μειονοτήτων στο εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ, του έχουν προσδώσει ένα πολιτικό αποτύπωμα που «κερδίζει» τους ψηφοφόρους πολιτειών όπως η Μοντάνα και η Τζόρτζια, πολιτείες απαραίτητες αν οι Δημοκρατικοί θέλουν να κερδίσουν και την Γερουσία. Κάτω από αυτό ακριβώς  το πρίσμα άλλωστε, κάποιοι πολιτικοί αναλυτές πιστεύουν ότι μπορεί να επιχειρήσει περισσότερες αλλαγές σε σχέση με ένα υποψήφιο τύπου Μπέρνι Σάντερς.

Η προθυμία του Μπάιντεν να ασπάζεται τις συμβουλές των ειδικών για εξειδικευμένα θέματα, τον διαφοροποιεί πλήρως στα μάτια των ψηφοφόρων από τον Ντόναλτ Τραμπ, ειδικά μετά το «φιάσκο» της διαχείρισης της τρέχουσας πανδημίας, με 140.000 νεκρούς στις ΗΠΑ και δραματική εκθετική αύξηση των κρουσμάτων σε πολλές πολιτείες.

Πέραν των διφορούμενων προτάσεων του σε θέματα φορολογίας, υπάρχουν και προτάσεις ευρέως αποδεκτές, όπως εκείνη της  καθολικής υγειονομικής κάλυψης όλων των Αμερικανών ή της  δραστικής μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Οι προτάσεις αυτές τον φέρνουν σε πλήρη αντίθεση και του προσφέρουν extra bonus απέναντι στον Ντόναλτ Τραμπ. 

Το σίγουρο είναι ότι η πιο  μεγάλη παρακαταθήκη του Μπάιντεν είναι η πολιτική του κληρονομιά. Ας μην ξεχνάμε ότι υπήρξε  πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ στο πλευρό του Μπαράκ Ομπάμα, κάτι που του δίνει το δικαίωμα να  υπενθυμίζει στο κοινό του –και ας μην ειναι δεινός ρήτορας-  τα όσα πρόσφερε ο τελευταίος Πρόεδρος των Δημοκρατικών στην Αμερική, ειδικά στον τομέα της ιατρικής περίθαλψης. 

Ακριβώς αυτή η πολιτική κληρονομιά του δίνει ένα μεγάλο πλεονέκτημα και μια μεγάλη ευκαιρία να «ενώσει» και πάλι τη διχασμένη Αμερική, τη στιγμή ακριβώς που ο Ντόναλτ Τραμπ προσφεύγει στα δικαστήρια για να αφήσει ακόμη περισσότερους Αμερικανούς χωρίς ιατρική περίθαλψη. 

*Αποποίηση Ευθύνης:  Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμια περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλάμβανονται ως τέτοιες.

Το άρθρο είναι αναδημοσίευση από του φύλλο του Φιλελεύθερου της 18ης Ιουλίου