Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η αλληλουχία θετικών οικονομικών στοιχείων και δεικτών στο εσωτερικό σε συνδυασμό με την άρση του πολιτικού αδιεξόδου στην Ιταλία και τη δεδομένη δίψα των επενδυτών για θετικές αποδόσεις στα ομόλογα της Ευρωζώνης διαμορφώνουν ένα πολύ θετικό momentum για την ελληνική οικονομία. Μετά τις αγορές, οι οποίες έχουν δώσει με τον πλέον εκπληκτικό τρόπο ψήφο εμπιστοσύνης στο σχέδιο της κυβέρνησης, έρχονται στην επιφάνεια στοιχεία που δείχνουν ότι και η πραγματική οικονομία σηκώνει το κεφάλι και περιμένει πολλά στο προσεχές διάστημα.
Το οικονομικό κλίμα βελτιώνεται συνεχώς τους τελευταίους μήνες και όπως έγινε χθες γνωστό τον Αύγουστο σημείωσε εντυπωσιακή επίδοση, φτάνοντας σε επίπεδα που είχαν να καταγραφούν πριν από την κρίση και συγκεκριμένα από το 2007, με τον σχετικό δείκτη (ESI) να ξεπερνάει το μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Ταυτόχρονα συνεχίζεται το άκρως εντυπωσιακό ράλι των ελληνικών ομολόγων και πλέον το κόστος δανεισμού της Ελλάδας πλησιάζει στο επιτόκιο των δανείων του ESM. Χθες, η απόδοση του 10ετούς έφτασε έως το απίστευτο επίπεδο του 1,55%, έχοντας υποχωρήσει περίπου κατά 60% από το 3,9% με το οποίο δανείστηκε το ελληνικό δημόσιο τον περασμένο Μάρτιο.
Το καλό είναι ότι η Ελλάδα ανακάμπτει με αυξανόμενη ταχύτητα και εμφανίζει καλύτερο κλίμα από αυτό που κυριαρχεί στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αναμφίβολα η οικονομία επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από την ψυχολογία καταναλωτών και επιχειρήσεων, ωστόσο θα πρέπει η βελτίωση των συνθηκών να φανεί και στα πιο «βαριά» στοιχεία της πραγματικής οικονομίας. Ο τζίρος στο λιανεμπόριο, η καταναλωτική δαπάνη, η επιστροφή καταθέσεων μετά την άρση των capital controls και η πραγματική μείωση των «κόκκινων» δανείων αποτελούν τα μεγάλα στοιχήματα τα οποία αν κερδηθούν θα σηματοδοτήσουν την ουσιαστική έξοδο από την κρίση.
Η ανάλυση του δείκτη οικονομικού κλίματος μας λέει ότι η τρομακτική βελτίωση οφείλεται στο λιανεμπόριο, στις υπηρεσίες και στην καταναλωτική εμπιστοσύνη. Αν, μάλιστα, συνεχιστεί με την ίδια… φόρα η ανάκαμψη τότε δεν αποκλείεται ο εν λόγω δείκτης να φτάσει το 2020 στο επίπεδο των 120 μονάδων που είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί από το 2000, όταν η Ελλάδα έμπαινε στο ευρώ.
Το κακό είναι ότι τη στιγμή που η Ελλάδα θέλει να τρέξει και να επιτύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης για να καλύψει το χαμένο έδαφος σχεδόν μιας δεκαετίας, η υπόλοιπη Ευρώπη παραπαίει και το παγκόσμιο περιβάλλον είναι γεμάτο γεωπολιτικούς, οικονομικούς και νομισματικούς κινδύνους.
Ένας από αυτούς τους κινδύνους – η πολιτική κρίση στην Ιταλία – δείχνει πως υποχωρεί ενώ μια χαραμάδα αισιοδοξίας αρχίζει να φαίνεται και στο μέτωπο του εμπορικού πολέμου. Οι θετικές για τις αγορές εξελίξεις στην Ιταλία, όπου σχηματίστηκε κυβέρνηση και αποφεύχθηκε η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες ήταν από τους βασικούς παράγοντες που συνέβαλαν στην κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες πτώση της απόδοσης του ελληνικού 10ετούς μέσα σε 2 ημέρες.
Προσοχή όμως. Παρά την πολύ θετική αντίδραση των αγορών στην άρση του πολιτικού αδιεξόδου στην Ιταλία και στον σχηματισμό μιας πιο φιλοευρωπαϊκής κυβέρνησης, οι πιθανότητες να οδηγηθεί η χώρα σε πρόωρες εκλογές μέσα στους επόμενους 12-24 μήνες παραμένουν μεγάλες. Πρόκειται για ένα ενδεχόμενο που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη καθώς η Ιταλία έχει αποδείξει ότι αποτελεί τον μεγάλο ασθενή της Ευρωζώνης και οι πολιτικές εξελίξεις επηρεάζουν το επενδυτικό κλίμα και απέναντι την Ελλάδα.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο δείκτης οικονομικού κλίματος ESI ενισχύθηκε τον Αύγουστο, παρ' όλα αυτά οι αναλυτές δεν πιστεύουν ότι αλλάζει κάτι ως προς τις επόμενες κινήσεις της ΕΚΤ και τις ανακοινώσεις του Σεπτεμβρίου. Συνολικά, ο δείκτης οικονομικού κλίματος και οι δείκτες τιμών παραγωγού υποδεικνύουν ότι η οικονομία της Ευρωζώνης μετά βίας αναπτύσσεται και τα προβλήματα παραμένουν.
Σε αυτά τα προβλήματα προστίθενται και οι μόνιμες εστίες αβεβαιότητας που είναι η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, η διένεξη ΗΠΑ-Κίνας και το Brexit, διαμορφώνοντας ένα πραγματικό «ναρκοπέδιο» που λειτουργεί ανασταλτικά στις προσπάθειες της ελληνικής οικονομίας.